Αυξημένη θνησιμότητα από όλες τις αιτίες και από καρκίνο προκαλούν οι ακραία στερητικές δίαιτες σε υδατάνθρακες και λίπη σύμφωνα με νεότερα ερευνητικά ευρήματα από την Ιαπωνία.
Καθώς όμως τα ζητήματα διατροφής δεν είναι ίδια και για τα δύο φύλα, οι ερευνητές διαπίστωσαν και εδώ τις διαφορές ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες.
Στους άνδρες «δεν ταιριάζει» μια διατροφή με πολύ χαμηλούς υδατάνθρακες και αυξημένο λίπος, ενώ αντίθετα στις γυναίκες μια διατροφή με υψηλούς υδατάνθρακες και χαμηλά λιπαρά.
Οι έντονα στερητικές δίαιτες σε υδατάνθρακες και λίπη, γίνονται ολοένα πιο δημοφιλείς για την γρήγορη απώλεια βάρους και την καλύτερη διαχείριση του μεταβολικού συνδρόμου και των επιπέδων γλυκόζης στο σώμα, όμως οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους είναι ακόμη ασαφείς.
Σε νεότερη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο The Journal of Nutrition, σημειώνεται ότι οι ακραίες διατροφικές συνήθειες που περιλαμβάνουν υδατάνθρακες και λίπη επηρεάζουν το προσδόκιμο ζωής.
Ερευνητές από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ναγκόγια στην Ιαπωνία με επικεφαλής τον Δρ. Takashi Tamura διαπίστωσαν ότι η χαμηλή πρόσληψη υδατανθράκων στους άνδρες και η υψηλή πρόσληψη υδατανθράκων στις γυναίκες συνδέονται με υψηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας από όλες τις αιτίες και θνησιμότητα από καρκίνο και ότι οι γυναίκες με υψηλότερη πρόσληψη λίπους μπορεί να έχει χαμηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας από όλες τις αιτίες. Τα ευρήματά τους αναδεικνύουν το γεγονός ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να ακολουθούν μια ισορροπημένη διατροφή αντί να περιορίζουν σε μεγάλο βαθμό την πρόσληψη υδατανθράκων ή λίπους.
Πρόσφατες μελέτες σε δυτικές χώρες έχουν επισημάνει ότι ακραίες διατροφικές συνήθειες όσον αφορά τους υδατάνθρακες και τα λίπη συνδέονται με υψηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας. Ωστόσο, λίγες είναι οι μελέτες που διερευνούν τις νέες διατροφικές τάσεις σε πληθυσμούς της Ανατολικής Ασίας, όπως οι Ιάπωνες που συνήθως τρέφονται με σχετικά χαμηλά λιπαρά και αυξημένους υδατάνθρακες.
Οι συγγραφείς διεξήγαγαν μια έρευνα παρακολούθησης σε μια περίοδο 9 ετών με 81.333 Ιάπωνες (34.893 άνδρες και 46.440 γυναίκες) για να αξιολογήσουν τη σχέση μεταξύ της πρόσληψης υδατανθράκων και λίπους και του κινδύνου θνησιμότητας.
Η ημερήσια διατροφική πρόσληψη υδατανθράκων, λιπών και συνολικής ενέργειας υπολογίστηκε μέσω ερωτηματολογίου για την συχνότητα του φαγητού και υπολογίστηκαν ως ποσοστό της συνολικής ενεργειακής πρόσληψης οι υδατάνθρακες και τα λίπη. Η ποιότητα πρόσληψης υδατανθράκων (επεξεργασμένων σε σύγκριση με ελάχιστα κατεργασμένων) και η ποιότητα πρόσληψης λίπους (κορεσμένα έναντι ακόρεστων λιπαρών) αξιολογήθηκαν επίσης για να εξεταστεί η επίπτωση της ποιότητας των τροφίμων στη συσχέτιση με τη θνησιμότητα.
Υδατάνθρακες
Διαπίστωσαν ότι οι άνδρες που κατανάλωναν λιγότερο από το 40% της συνολικής τους ενέργειας από υδατάνθρακες αντιμετώπιζαν σημαντικά υψηλότερους κινδύνους θνησιμότητας από όλες τις αιτίες και από καρκίνο. Η τάση παρατηρήθηκε ανεξάρτητα από το εάν ελήφθησαν υπόψη οι επεξεργασμένοι ή ελάχιστα κατεργασμένοι υδατάνθρακες.
Από την άλλη πλευρά, στις γυναίκες οι οποίες παρακολουθήθηκαν επί πενταετία και πλέον, εκείνες με υψηλή πρόσληψη υδατανθράκων άνω του 65% είχαν υψηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας από κάθε αιτία. Δεν παρατηρήθηκε σαφής συσχέτιση μεταξύ της πρόσληψης επεξεργασμένων ή ελάχιστα επεξεργασμένων υδατανθράκων και του κινδύνου θνησιμότητας στις γυναίκες.
Λίπη
Όσον αφορά τα λίπη, οι άνδρες με υψηλή πρόσληψη λίπους άνω του 35% της συνολικής θερμιδικής αξίας είχαν υψηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας από καρκίνο. Διαπίστωσαν επίσης ότι η χαμηλή πρόσληψη ακόρεστων λιπαρών στους άνδρες συσχετίστηκε με υψηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας από όλες τις αιτίες και από καρκίνο.
Αντίθετα, η συνολική πρόσληψη λίπους και η πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών στις γυναίκες έδειξαν αντίστροφη συσχέτιση με τον κίνδυνο θνησιμότητας από όλες τις αιτίες και από καρκίνο. Κατέληξαν λοιπόν στο συμπέρασμα ότι αυτό το εύρημα δεν δείχνει η υψηλή πρόσληψη λίπους για τις γυναίκες να είναι επιζήμια για τη μακροζωία τους.
«Το εύρημα ότι η πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών συσχετίστηκε αντιστρόφως με τον κίνδυνο θνησιμότητας μόνο στις γυναίκες μπορεί να εξηγήσει εν μέρει τις διαφορές μεταξύ των φύλων», δήλωσε η Δρ Ταμούρα. Εναλλακτικά, άλλα συστατικά του λίπους μπορεί να ευθύνονται για την αντίστροφη σχέση πρόσληψης λίπους και θνησιμότητας στις γυναίκες.
Αυτή η μελέτη θεωρήθηκε εξαιρετικά σημαντική γιατί ο περιορισμός των υδατανθράκων και των λιπών, όπως οι εξαιρετικά χαμηλές σε υδατάνθρακες και οι δίαιτες χαμηλών λιπαρών, είναι πλέον δημοφιλείς στρατηγικές δίαιτας που στοχεύουν στη βελτίωση της υγείας και της διαχείρισης του μεταβολικού συνδρόμου. Ωστόσο, αυτή η μελέτη δείχνει ότι οι δίαιτες χαμηλών υδατανθράκων και λιπαρών μπορεί να μην είναι και η πιο υγιεινή στρατηγική μακροζωίας, καθώς τα βραχυπρόθεσμα οφέλη τους θα μπορούσαν να αντισταθμιστούν από τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο.
Συνολικά, παρατηρήθηκε δυσμενής συσχέτιση με τη θνησιμότητα με τη χαμηλή πρόσληψη υδατανθράκων στους άνδρες και με την υψηλή πρόσληψη υδατανθράκων στις γυναίκες, ενώ η υψηλή πρόσληψη λίπους θα μπορούσε να συσχετιστεί με χαμηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας στις γυναίκες.
Τα ευρήματα δείχνουν ότι χρειάζεται προσοχή για την εξισορρόπηση της διατροφής και διασφάλιση ότι η ενέργεια που λαμβάνεται θα πρέπει να προέρχεται από διάφορες πηγές τροφίμων, αποφεύγοντας τις ακραίες καταστάσεις.