Στην Ελλάδα πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να θεωρούν την αστυνομία περισσότερο ως κάτι που δέρνει, παρά ως κάτι που προστατεύει.
Μικρή σημασία έχει ότι το μεγαλύτερο μέρος του έργου των αστυνομικών δεν αφορά την καταστολή διαδηλώσεων.
Το ζήτημα είναι ότι αυτό μένει ως αίσθηση.
Και αυτό γίνεται ακόμη πιο έντονο από περιστατικά όπως αυτό στη Λάρισα την Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου.
Εκεί δεν μαζεύτηκαν οι «συνήθεις ύποπτοι» διαδηλωτές.
Δεν ήταν συνδικαλιστές, συνταξιούχοι, αριστεριστές, αναρχικοί, μαθητές, φοιτητές και όλοι όσοι κατά καιρούς έχουν φάει αρκετό ξύλο σε διαδηλώσεις από την αστυνομία.
Στη Λάρισα βρέθηκαν πλημμυροπαθείς.
Άνθρωποι που είδαν σπίτια να πλημμυρίζουν και περιουσίες να κατακλύζονται επειδή δεν είχε υπάρξει έγκαιρος σχεδιασμός αντιπλημμυρικής προστασίας και ακριβώς επειδή μια σειρά από αναγκαία έργα δεν έγιναν ποτέ ή καθυστέρησαν πάρα πολύ να ξεκινήσουν.
Άνθρωποι που ένιωσαν αβοήθητοι απέναντι στη ορμή του νερού που παράσερνε τα πάντα στο διάβα του.
Άνθρωποι που χρειάζονται άμεσα βοήθεια για να τα βγάλουν πέρα.
Άνθρωποι που αγωνιούν για το αύριο και εάν οικονομικά θα σταθούν ξανά στα πόδια τους.
Άνθρωποι δικαιολογημένα οργισμένοι, που ήθελαν να τους ακούσει ο πρωθυπουργός.
Και αυτούς τους ανθρώπους οι αστυνομικοί τους αντιμετώπισαν ως ταραχοποιούς.
Με βίντεο να έρχονται στο φως που τους δείχνουν να συνεννοούνται πώς σε κάθε περίπτωση «ξύλο θα πέσει».
Με εικόνες ντροπής από τη χρήση χημικών και τον αστυνομικό που πίεζε διαδηλωτή στον λαιμό με το κλομπ.
Με σαφή πια την εικόνα μιας προειλημμένης απόφασης την Κυριακή να χτυπηθεί η συγκέντρωση διαμαρτυρίας που είχε καλεστεί με αφορμή την επίσκεψη του Πρωθυπουργού, προφανώς γιατί κάποιοι θεώρησαν ότι δεν επιτρέπονται διαμαρτυρίες όταν πηγαίνει ο Πρωθυπουργός σε μια πληγείσα περιοχή, όταν το φυσιολογικό θα ήταν ακριβώς να ακούσει αυτές τις διαμαρτυρίες ο πρωθυπουργός.
Το πρόβλημα είναι ότι όλα αυτά παραπέμπουν σε μια βαθιά ριζωμένη αντίληψη στην ΕΛ.ΑΣ (και αρκετούς «πολιτικούς προϊσταμένους») ότι κάθε διαδήλωση είναι υποψήφια προς καταστολή αλλά και μια αντίστοιχη «κουλτούρα» στους αστυνομικούς, ότι όταν πάνε εκεί, πάνε για «πέσει ξύλο».
Κοντολογίς, κάποιος να τους μαζέψει πριν δούμε τίποτα χειρότερο.