H Ελληνίδα που πέθανε μετά την κατανάλωση σαρδέλας σε wine bar του Μπορντό έπεσε θύμα ενός διαβόητου βακτηρίου που προκαλεί παράλυση χάρη σε μια ισχυρή τοξίνη. Σε μικρές δόσεις, η ίδια νευροτοξίνη χρησιμοποιείται ευρέως για κοσμητικούς και ιατρικούς λόγους και έχει γίνει διάσημη με την εμπορική ονομασία Botox.

Η 32χρονη Ελληνίδα που έκανε διακοπές στο Μπορντό πέθανε την Τρίτη έπειτα από δύο επισκέψεις σε νοσοκομείο, στις οποίες όμως οι γιατροί απέτυχαν να διαγνώσουν την ασθένεια της αλλαντίασης. Απέδωσαν τα συμπτώματα σε λαρυγγίτιδα και της έδωσαν εξιτήριο, με αποτέλεσμα η γυναίκα να πεθάνει στο σπίτι της την επομένη.

Η αλλαντίαση προκαλείται από το βακτήριο Clostridium botulinum (σπανιότερα από άλλα είδη του γένους Clostridium), το οποίο είναι ευρέως διαδεδομένο στα εδάφη σχεδόν όλου του κόσμου.

Πρόκειται για «αναερόβιο» βακτήριο που πολλαπλασιάζεται σε συνθήκες έλλειψης οξυγόνου, όπως αλλάντικά και κονσέρβες που δεν αποστειρώθηκαν σωστά.

Η 32χρονη είναι ένα από τα τουλάχιστον 10 κρούσματα αλλαντίασης σε πελάτες του Τchin Tchin wine bar που κατανάλωσαν σαρδέλες, οι οποίες συντηρούνταν σε βάζα από το ίδιο το εστιατόριο.

Ο ιδιοκτήτης του Tchin Tchin παραδέχτηκε σύμφωνα με τη Le Parisien, ότι αναγκάστηκε να πετάξει κάποιες σαρδέλες επειδή μύριζαν.

«Οι υπόλοιπες φαίνονταν καλές για να σερβιριστούν στους πελάτες. Είμαι συντετριμμένος» δήλωσε.

Κονσέρβες που δεν αποστειρώνονται σωστά προσφέρουν φιλόξενο περιβάλλον στο βακτήριο (Julia M Cameron)

Νευροτοξίνες

Το C.botulinum είναι επικίνδυνο επειδή παράγει αλλαντοτοξίνες, ουσίες που μπλοκάρουν την επικοινωνία των νεύρων με τους μυς και προκαλούν έτσι παράλυση.

Η αλλαντοτοξίνη θεωρείται ένα από τα ισχυρότερα δηλητήρια του κόσμου –μόλις 70 δισεκατομμυριοστά του γραμμαρίου θα ήταν αρκετά για να σκοτώσουν ένα άτομο 70 κιλών, ενώ ένα κιλό της τοξίνης θα αρκούσε για να εξοντώσει ολόκληρο τον παγκόσμιο πληθυσμό.

Ανθεκτικά σπόρια του μικροβίου ανιχνεύονται ορισμένες φορές και στο μέλι, γι’ αυτό και η κατανάλωσή του από βρέφη επιτρέπεται μόνο μετά την ηλικία του ενός έτους.

Αδυναμία, θολή όραση, βλεφαρόπτωση και παράλυση των μυών του προσώπου είναι τα συχνότερα αρχικά συμπτώματα σε περίπτωση κατανάλωσης μολυσμένων τροφίμων ή μόλυνσης τραυμάτων από το βακτήριο.

Περίπου το 5 με 10 τοις εκατό των κρουσμάτων αλλαντίασης καταλήγουν σε θάνατο λόγω παράλυσης των αναπνευστικών μυών, ενώ το ποσοστό είναι σημαντικά μεγαλύτερο χωρίς τη χορήγηση «αντιτοξίνης», αντισωμάτων που δεσμεύουν την τοξίνη στην κυκλοφορία του αίματος.

Ασθενής 14 ετών με αλλαντίαση. Αν και βρίσκεται σε πλήρη συνείδηση δεν μπορεί να κινήσει το πρόσωπό του και οι κόρες του είναι διεσταλμένες (Herbert L. Fred, Hendrik A. van Dijk, CC BY 2.0)

Η πρόκληση τοπικής παράλυσης είναι ο λόγος που οι αλλαντοτοξίνες χρησιμοποιούνται στις θεραπείες Botox, διαθέσιμες σήμερα και με άλλες εμπορικές ονομασίες.

Απειροελάχιστες ποσότητες διοχετεύονται με ένεση απευθείας στους μυς για να τους παραλύσουν προσωρινά, κάτι που μειώνει τις ρυτίδες γύρω από τα μάτια, στο μέτωπο και άλλες περιοχές του προσώπου για διάστημα έως 4 μηνών.

Όμως, εκτός από τις κοσμητικές χρήσεις, οι αλλαντοτοξίνες χρησιμοποιούνται επίσης για την αντιμετώπιση της ημικρανίας, των σπασμών, του χρόνιου πόνου και της ακράτειας, μεταξύ άλλων.

Το Clostridium botulinum είναι έτσι μια από τις ελάχιστες περιπτώσεις θανατηφόρων παθογόνων οργανισμών που βρίσκουν εφαρμογές στην Ιατρική.

Οι ενέσεις αλλαντοτοξίνης δεν στερούνται πάντως επιπλοκών, καθώς σε σπάνιες περιπτώσεις η τοξίνη μπορεί να μεταναστεύει μακριά από το σημείο της έγχυσης. Αμερικανική μελέτη του 2018 περιέγραφε δεκάδες περιστατικά αλλαντίασης από κοσμητικές ενέσεις, από τα οποία πάντως κανένα δεν αποδείχθηκε θανατηφόρο.