Έλαμψε με την παρουσία της την «χρυσή» εποχή του ελληνικού κινηματογράφου η Μάρθα Καραγιάννη. Ήταν το πιο επιθυμητό πλάσμα στον ανδρικό πληθυσμό της Ελλάδας την δεκαετία του ’60, η εμφάνισή της με μπικίνι ήταν το σήμα-κατατεθέν της κινηματογραφικής της εικόνας εκείνα τα χρόνια. Η Μάρθα Καραγιάννη αν είχε γεννηθεί σε μια άλλη χώρα, με αναπτυγμένη κινηματογραφία που απευθυνόταν και στο διεθνές στερέωμα, ίσως να είχε μπει δίπλα σε πολλές διάσημες σταρ, sex symbol τής εποχής της, καθώς κατάφερνε με μία μοναδική ικανότητα να συνδυάζει το ταπεραμέντο, το πικάντικο και τον χορό, με την κωμωδία, το ζητούμενο πολλές φορές για μια παραγωγή, που θέλει να προσφέρει αυθεντική ψυχαγωγία – φυγή από την καθημερινότητα.
Η εμφάνιση στη Λυρική σκηνή και η συνεργασία της με τη Φίνος Φιλμ
Οι γονείς της ήταν ποντιακής καταγωγής. Συγκεκριμένα η μητέρα της Δόμνα γεννήθηκε στο Μπακού και ο πατέρας της Χαρίλαος στο Αικατερινεντάρ. Η ίδια γεννήθηκε στην Αθήνα στις 6 Νοεμβρίου του 1939, αλλά μεγάλωσε στο Κερατσίνι. Σπούδασε χορό και από τα οχτώ της χρόνια άρχισε να δίνει παραστάσεις στη Λυρική Σκηνή συμμετέχοντας στο παιδικό μπαλέτο της Λουκίας Σακελλαροπούλου (μαζί με την Ελένη Προκοπίου).
Αν και σπούδασε χορό, έγινε ηθοποιός. Με το ταλέντο να ξεχειλίζει τόσο στις ερμηνείες της όσο και στα χορευτικά της νούμερα στα μιούζικαλ, κατάφερνε να συναρπάζει και να καθηλώνει το κοινό. Ποτέ δεν πήρε τον απόλυτα πρώτο ρόλο, ξεχώριζε όμως μέσα από τις ταινίες συνόλου και καταγράφηκε στη συνείδηση του κόσμου, όχι απλά ως πρωταγωνίστρια, αλλά ως Σταρ! Ελκυστική γυναίκα με ακαταμάχητο στυλ, σαγήνευε τον αντρικό πληθυσμό και κέρδιζε τον θαυμασμό από τον γυναικείο.
Από μικρή μάθαινε χορό στη σχολή Μοριανόφ και μόλις 8 χρονών πρωτοεμφανίστηκε στη Λυρική σκηνή με το μπαλέτο της Λουκίας Σακελλαροπούλου. Το 1956, μαθήτρια ακόμα, απέκτησε άδεια ηθοποιού ως «εξαιρετικό ταλέντο», μετά την πρώτη της εμφάνιση στην ταινία της Φίνος Φιλμ «Η Άγνωστος» του Ορέστη Λάσκου. Την επόμενη χρονιά έκανε την πρώτη θεατρική της εμφάνιση στην επιθεώρηση «Ελέφαντες και Ψύλλοι».
Μόλις 8 χρονών πρωτοεμφανίστηκε στη Λυρική σκηνή με το μπαλέτο της Λουκίας Σακελλαροπούλου.
Η Μάρθα Καραγιάννη έχτισε τον δικό της κινηματογραφικό μύθο τη χρυσή δεκαετία του ΄60. Η πορεία της είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη Φίνος Φιλμ και τον Γιάννη Δαλιανίδη. Η συνεργασία τους άρχισε το 1961, κερδίζοντας σημαντικό ρόλο στην ταινία «Ζητείται Ψεύτης». Την επόμενη σεζόν, Φίνος και Δαλιανίδης παρουσιάζουν το πρώτο ελληνικό μιούζικαλ «Μερικοί το Προτιμούν Κρύο», στο οποίο η Καραγιάννη σημειώνει μεγάλη επιτυχία ως αρραβωνιαστικιά του Ντίνου Ηλιόπουλου. Από τότε, αποτέλεσε αναπόσπαστο κομμάτι όλων των μιούζικαλ του Δαλιανίδη και της Φίνος Φιλμ, με την οποία γύρισε 20 ταινίες από τις 42 που έχει παίξει συνολικά στον κινηματογράφο.
Ο γάμος και ο έρωτας με γόη της εποχής
Σε αυτή την καλλιτεχνική επιτυχία τη βοήθησε και ο έρωτας της ζωής της, όπως είχε εξομολογηθεί, με τον τερματοφύλακα του Παναθηναϊκού Βασίλη Κωνσταντίνου, τον οποίο γνώρισε το 1973 και χώρισε έπειτα από 12 χρόνια, χωρίς ποτέ να παντρευτούν, αλλά θα διατηρήσουν μία φιλική σχέση για πάντα. Εδώ, πρέπει να αναφερθεί ότι ο μοναδικός της γάμος ήταν το μακρινό 1959, όταν στα 20 της ερωτεύθηκε ένα άλλο ίνδαλμα του ποδοσφαίρου και γόη της εποχής, τον Μίμη Στεφανάκο, που έπαιζε στον Ολυμπιακό. Η απώλεια του παιδιού τους θα κοστίσει ιδιαίτερα στη σχέση τους, που θα διαλυθεί λίγους μήνες μετά. Η μητρότητα για την Καραγιάννη ήταν μία πληγή που έκλεισε πολλά χρόνια μετά, με την ωριμότητα των χρόνων και όταν συνειδητοποίησε ότι η ζωή τελικά της φέρθηκε πολύ καλά.
Άλλωστε, η Μάρθα Καραγιάννη δεν παραπονιόταν για τίποτα, γλέντησε τη ζωή της, χωρίς σκάνδαλα και αντιζηλίες ή άλλες ιστορίες που θα τροφοδοτούσαν τον κίτρινο Τύπο, άφησε το δικό της χαρμόσυνο αποτύπωμα στο σινεμά και το θέατρο. Έζησε περήφανα κι έσβησε ήσυχα, προκαλώντας τη συγκίνηση σε όλους τους Έλληνες και Ελληνίδες, ακόμη και σε αυτούς που τη γνώρισαν μόνο από τις ταινίες στην τηλεόραση.
Το 2001, η ηθοποιός έγραψε την αυτοβιογραφία της με τίτλο «Ο έρωτας μωρό μου είναι γλέντι» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άγκυρα. Ένα μεγάλο κομμάτι του βιβλίου περιλαμβάνει συνεντεύξεις που είχε παραχωρήσει μέχρι τότε. Περισσότερα βιογραφικά στοιχεία αλλά και περισσότερες πληροφορίες για τις ταινίες και τα θεατρικά που συμμετείχε περιλαμβάνονται στο δεύτερο αυτοβιογραφικό βιβλίο, «Μάρθα Καραγιάννη, κορίτσι για μιούζικαλ», που έγραψε ο Μάκης Δελαπόρτας για τις εκδόσεις Ορφέας.
Το παράπονό της για τους ρόλους που δεν της πρότειναν
Ο γνωστός δημοσιογράφος και κριτικός κινηματογράφου Ιάσονας Τριανταφυλλίδης είχε αναφερθεί για την πορεία της ηθοποιού και αποκάλυψε το μεγάλο της παράπονο. «Ήταν ένας άνθρωπος για να τη θαυμάσεις, ένα σπάνιο πλάσμα. Στα 15 της έκανε την πρώτη της ταινία. Ξεκίνησε με τον χορό πολύ μικρή», είπε αρχικά σε συνέντευξή του στην εκπομπή «Στούντιο 4».
Και πρόσθεσε: «Συγχρόνως ήταν και καταπληκτική κωμικός. Δεν είναι εύκολο να δεχτεί ο κόσμος να γίνουν κωμικοί οι όμορφοι άνθρωποι. Ειδικά μια γυναίκα αν είναι πολύ θελκτική σαν τη Μάρθα, δύσκολα την παίρνουν στα σοβαρά σαν κωμικό».
Η κινηματογραφική της καριέρα συνδέθηκε με τα λαμπερά μιούζικαλ και τις κωμωδίες του Γιάννη Δαλιανίδη.
«Η Μάρθα τα κατάφερε. Δεν υπήρξε απλά μια όμορφη γυναίκα, αλλά ένα σύμβολο του σεξ. Στην ουσία, ίσως, να μην υπήρξε πιο δυνατό σύμβολο του σεξ από αυτή», συμπλήρωσε ο ίδιος. Στη συνέχεια αποκάλυψε ότι το παράπονο που είχε η Μάρθα Καραγιάννη ήταν πως δεν της πρότειναν σχεδόν ποτέ να παίξει δραματικούς ρόλους εξαιτίας της εικόνας της. Μάλιστα, όταν κάποιος της το πρότεινε, τον λάτρευε. Ήταν πολύ ευτυχισμένη που της έδινε αυτήν την ευκαιρία.
«Είχε ένα παράπονο ότι μέχρι τέλος έμεναν εντυπωσιασμένοι από την εικόνα που είχε και δεν της πρότεινε κανείς να παίξει κάτι πιο δραματικό ή κάτι διαφορετικό. Όταν κάποιος της το πρότεινε, τον λάτρευε. Ήταν πολύ ευτυχισμένη που της έδινε αυτήν την ευκαιρία. Θα ήθελε να τη φωνάξουν από το Εθνικό να παίξει μια Λυσιστράτη», τόνισε.
Το «Κεφάλαιο Βουτσάς» στη ζωή της Μάρθας Καραγιάννη
Ο Κώστας Βουτσάς και η Μάρθα Καραγιάννη αποτέλεσαν ένα από τα πιο αγαπημένα τηλεοπτικά ζευγάρια του ελληνικού κινηματογράφου. Όλοι τους ήθελαν μαζί και στην πραγματική ζωή, όμως κανείς τους δεν είχε τέτοιες βλέψεις. Όσο κι αν αρνούνταν τη σχέση τους ωστόσο, κανείς δεν τους πίστευε, αφού το κοινό τους είχε ταυτίσει με τους ρόλους τους. «Ωραία γκόμενα ποτέ όμως δεν είχα κάτι μαζί της. Μόνο φίλοι. Πάντα θα είμαστε φίλοι», είχε δηλώσει ο Κώστας Βουτσάς. Άλλωστε, τόνιζε συνεχώς πως πιστεύει στη φιλία μεταξύ άνδρών και γυναικών και έχει πολλές ακόμα γυναίκες φίλες.
Από την άλλη μεριά, η Μάρθα Καραγιάννη είχε δηλώσει για τον Κώστα Βουτσά: «Να το ξαναπώ για πολλοστή φορά, όσο και αν δεν με πιστεύουν, πως δεν υπήρξαμε ζευγάρι. Κι ας πίστευε ο κόσμος πως εκτός από ζευγάρι στην οθόνη, είμαστε και στη ζωή. Ας πιστεύουν ό,τι θέλουν. Με τον Βουτσά μας δένει μια αγάπη αληθινή, δυνατή, αγνή και αιώνια». Τελικά, ήταν εκείνη που έγινε κουμπάρα στον γάμο του με την Αλίκη Κατσαβού. «Της το πρότεινα και δέχτηκε με χαρά. Είναι καρδιακή μου φίλοι, έχουμε πολύ ισχυρούς, αγνούς δεσμούς. Την αγαπώ πολύ», είχε πει τότε ο Κώστας Βουτσάς.
View this post on Instagram
Ένας χρόνος από τη «φυγή» της
Η σπουδαία ηθοποιός άφησε την τελευταία της πνοή, σε ηλικία 82 ετών, το μεσημέρι της Κυριακής 18 Σεπτεμβρίου, στις 12:50. Στο πλευρό της Μάρθας Καραγιάννη μέχρι το τελευταίο λεπτό ήταν ο ψυχίατρος, Δημήτρης Σούρας, με τον οποίο την συνέδεε μια φιλία χρόνων. Εκείνος στάθηκε δίπλα της ακόμα και όταν η ηθοποιός χρειάστηκε να υποβληθεί σε επέμβαση αφαίρεσης της χολής, το φθινόπωρο του 2020. Τότε ξεκίνησαν τα προβλήματα για την υγεία της.
Η Μάρθα Καραγιάννη έχασε πολλά κιλά και ο οργανισμός της είχε πλέον εξασθενήσει. Ως γιατρός ο Δημήτρης Σούρας κλήθηκε να υπογράψει το πιστοποιητικό θανάτου της. «Έφυγε στο σπίτι της, όπως ήθελε. Η αλήθεια είναι πως τα τελευταία τρία χρόνια ταλαιπωρούνταν αρκετά εξαιτίας του εγκεφαλικού που είχε πάθει και δεν ήθελε να βγαίνει έξω να κάνει τίποτα. Ήταν καταβεβλημένη μεν αλλά σε καλή κατάσταση. Δεν ήταν ξαφνικό όσοι ήμασταν κοντά της το περιμέναμε», είχε δηλώσει ο κ. Σούρας.