Ιστορία δεν είναι μόνο οι πόλεμοι, οι συνθήκες, οι εκλογές και τα πραξικοπήματα. Ιστορία είναι φυσικά και τα πολιτιστικά ρεύματα και οι σπουδαίοι καλλιτέχνες που με το έργο τους καθόρισαν μια εποχή.
Και αν μιλάμε για την εποχή μας, ιστορική μπορεί να αποδειχθεί ακόμα και μία τηλεοπτική σειρά, εφόσον κατόρθωσε να ξεπεράσει τα όρια της τέχνης της και να επηρεάσει ευρύτερα την παγκόσμια κουλτούρα.
Μια τέτοια τηλεοπτική σειρά είναι τα «Φιλαράκια», που το πρώτο τους επεισόδιο προβλήθηκε, από το αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο NBC, σαν σήμερα, στις 22 Σεπτεμβρίου 1994, και στην Ελλάδα «ήρθε» έναν χρόνο αργότερα, τον Οκτώβριο του 1995.
Το τελευταίο επεισόδιο της σειράς προβλήθηκε στις 6 Μαΐου 2004, δέκα χρόνια μετά την πρεμιέρα και στις ΗΠΑ το παρακολούθησαν πάνω από 52 εκατομμύρια τηλεθεατές καθιστώντας το έτσι το πέμπτο πιο δημοφιλές φινάλε σειράς στην ιστορία της τηλεόρασης, καθώς και το πιο δημοφιλές τηλεοπτικό επεισόδιο της δεκαετίας του 2000.
Η παρέα που μπήκε σε δεκάδες εκατομμύρια σπίτια
Κεντρικοί ήρωες της σειράς είναι έξι φίλοι, τρεις γυναίκες και τρεις άντρες, εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους αλλά ταυτόχρονα πολύ ταιριαστοί που, λίγο μετά τα 20 τους χρόνια, προσπαθούν να βάλουν τη ζωή τους σε μία τάξη στη Νέα Υόρκη των μέσων της δεκαετίας του ’90.
«ΤΑ ΝΕΑ» είχαν περιγράψει συνοπτικά τους έξι βασικούς χαρακτήρες της σειράς:
«Ρέιτσελ Γκριν (Τζένιφερ Άνιστον), μια δημοφιλής μαθήτρια του παρελθόντος, είναι τώρα ένα κακομαθημένο/ καλομαθημένο κορίτσι που ζει από τα οικονομικά του πατέρα της. Σε μια προσπάθεια να ξεκινήσει μια νέα ζωή, αφού έφυγε από το γάμο της, μοιράζεται ένα διαμέρισμα με μια παλιά κολλητή φίλη, τη Μόνικα Γκέλερ, και τελικά γίνεται φίλη με τους άλλους τέσσρις και τον μεγαλύτερο αδελφό της Μόνικα, τον Ρος.
»Μόνικα Γκέλερ (Κόρτνεϊ Κοξ Αρκέτ), ένα ψυχαναγκαστικό, συμπαθέστατο φρικιό της καθαριότητας, που έχει προβλήματα με την ερωτική της ζωή. Η Μόνικα δεχόταν πειράγματα όταν ήταν στο λύκειο επειδή ήταν υπέρβαρη. Ωστόσο, τώρα, που είναι αρχιμάγειρας σε ένα κορυφαίο εστιατόριο στο Μανχάταν, έχει χάσει όλα τα περιττά κιλά της και το μόνο που θέλει είναι να κάνει οικογένεια με «τον κατάλληλο άντρα» για να ολοκληρώσει μια ευτυχισμένη ζωή.
»Ρος Γκέλερ (Ντέιβιντ Σουίμερ), ο μεγαλύτερος αδελφός της Μόνικα, είχε πάντα έντονα ερωτικά συναισθήματα για τη Ρέιτσελ. Ένας επιτυχημένος καθηγητής θετικών επιστημών τον οδηγεί στο να τον πειράζουν συχνά οι άλλοι πέντε φίλοι για το επάγγελμά του. ) Ρος έχει βιώσει πολλές περιπέτειες στη ζωή του, όπως τρία διαζύγια και την ανατροφή ενός παιδιού με τη λεσβία πρώην σύζυγό του. Τώρα ο Ρος είναι αφοσιωμένος στο να βρει μια κοπέλα για να νοικοκυρευτεί μαζί της, χωρίς διαζύγιο, και θέτει ως προσωπικό του στόχο να μοιραστεί την ευτυχία με τη Ρέιτσελ.
»Φοίβη Μπουφέ (Λίζα Κούντροου). Μεγάλωσε ως παιδί χωρίς πατέρα και είναι μια «αλλού» αλλά αξιαγάπητη χίπισσα, η οποία έχει γίνει προσωπική μασέρ. Παρόλο που της αρέσει το επάγγελμά της, το όνειρό της είναι να γίνει αστέρι στη μουσική βιομηχανία και βασίζει τα τραγούδια της στις εμπειρίες της ζωής της. Οι υπόλοιποι πέντε φίλοι πιστεύουν κρυφά ότι η Φοίβη δεν θα τα καταφέρει ποτέ, αλλά εξακολουθούν να την ενθαρρύνουν να γράφει. Η Φοίβη εμφανίζεται συχνά στην καφετέρια «Central Perk» και πιστεύει ακράδαντα στον εαυτό της.
»Τσάντλερ Μπιγκ (Μάθιου Πέρ). Ένας αδιάφορος επαγγελτικά τύπος, ποτέ κανείς δεν μπόρεσε να περιγράψει ποια είναι η δουλειά του, ο οποίος βασίζεται στο χιούμορ ως μηχανισμό άμυνας. Παρά το γεγονός ότι είναι πλούσιος, οι άλλοι πέντε δεν έχουν ιδέα ποιο είναι το επάγγελμά του, και ο Τσάντλερ είναι ένας αδύναμος, μέτριας εμφάνισης εθισμένος στα τσιγάρα, που δεν είχε ποτέ σοβαρή σχέση. Θα την αποκτήσει ποτέ, και μήπως εκείνη βρίσκεται κάτω από τη μύτη του;
»Τζόι Τριμπιάνι (Ματ ΛεΜπλαν). Παρόλο που είναι κοντά σε όλους τους φίλους, είναι ιδιαίτερα ανοιχτός με τον Τσάντλερ, ο οποίος είναι και συγκάτοικός του. Ο Τζόι είναι ένας μικρός ηθοποιός, που θέλει απεγνωσμένα δόξα και περιουσία, και ο Τσάντλερ έχει μεγάλες ελπίδες για τον Τζόι, οπότε βοηθάει τον Τζόι με χρήματα για μαθήματα υποκριτικής και επαγγελματικές φωτογραφίες. Παρά το γεγονός ότι είναι ένας σχετικά κακός ηθοποιός, ο Τζόι είναι ένας αξιολάτρευτος, ευαίσθητος τύπος, ο οποίος είναι πολύ επιτυχημένος με τις γυναίκες.
Το café – bar σύμβολο
Η σειρά εκτυλίσσεται στο κέντρο της Νέας Υόρκης, με τη συντριπτική πλειοψηφία των σκηνών να είναι γυρισμένες είτε στα διαμερίσματα των ηρώων είτε στο αγαπημένο τους καφέ, το «Central Perk».
Mάλιστα, η σκηνοθετική / σεναριακή ιδέα, οι φίλοι να συγκεντρώνονται καθημερινά στο ίδιο καφέ και να κάθονται σε συγκεκριμένο καναπέ και πολυθρόνες έγινε σήμα κατατεθέν της σειράς και επηρέασε ακόμα και τον τρόπο που έκτοτε άρχισαν να διακοσμούνται πραγματικές καφετέριες σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Οι ψυχολόγοι εξηγούν
Η γοητεία και η επιρροή που άσκησε η συγκεκριμένη τηλεοπτική σειρά σε εκατομμύρια τηλεθεατές ήταν πραγματικά εντυπωσιακή κάνοντας ακόμα και ειδικούς της ψυχολογίας να ασχοληθούν επιστημονικά με το συγκεκριμένο ζήτημα.
Λίγο πριν το φινάλε της σειράς, την άνοιξη του 2004, «ΤΑ ΝΕΑ» και ο Γιώργος Αγγελόπουλος γράφουν:
«Οι λάτρεις της σειράς δηλώνουν απαρηγόρητοι, λένε πως την Πέμπτη θα είναι σαν να πηγαίνουν στην κηδεία ενός στενού συγγενούς τους.
»Για να εξηγήσουν την τεράστια απήχηση των Friends, τηλεκριτικοί και ψυχολόγοι λένε πως οι έξι φίλοι ενσάρκωσαν τη νέα αντιαυταρχική και ανοικτή οικογένεια-φυλή της πόλης, με την οποία οι 20ρηδες και 30ρηδες Αμερικανοί θα ήθελαν πολύ να αντικαταστήσουν την παραδοσιακή πατριαρχική οικογένεια.
»Αλλά σε δέκα χρόνια τα φιλαράκια μεγάλωσαν (κι εμείς μαζί τους), δεν μπορούσαν να παριστάνουν τους αιώνιους νέους.
»Άλλωστε, όπως δήλωσαν οι παραγωγοί της σειράς, η Μάρτα Κάουφμαν και ο Ντέιβιντ Κρέιν, η δουλειά τους γινόταν όλο και δυσκολότερη με τους “σταυροφόρους” της κυβέρνησης Μπους, που έβρισκαν τα φιλαράκια πολύ τολμηρά για τα αμερικανικά ήθη…»
Τα οικονομικά δεδομένα
Βεβαίως όλη αυτή η λατρεία τόσων εκατομμυρίων ανθρώπων δεν θα μπορούσε να μη μεταφραστεί και σε χρηματικά ποσά εκατομμυρίων δολαρίων. Γράφουν «ΤΑ ΝΕΑ» της 3ης Μαΐου 2004:
«Στον επίλογο των «Friends» (η σειρά προβάλλεται στην Ελλάδα από το Star και το καλωδιακό Nova), ένα διαφημιστικό σποτ 30 δευτερολέπτων θα κοστίζει 2 εκατομμύρια δολάρια – περισσότερα (2,3 εκατομμύρια) κοστίζει μόνο στο Superbowl, τον τελικό του αμερικανικού φουτμπόλ.
»Το τελευταίο επεισόδιο αναμένεται να παρακολουθήσουν 50 εκατομμύρια Αμερικανοί και η “Γουόλ Στριτ Τζέρναλ” προβλέπει ότι «θα φέρει τουλάχιστον 40 εκατομμύρια δολάρια στα ταμεία του NBC, χωρίς να υπολογίσουμε τα δεκάδες εκατομμύρια που θα συγκεντρώσει το δίκτυο με το DVD του τελευταίου επεισοδίου, το οποίο θα κυκλοφορήσει πέντε ημέρες αργότερα, μαζί μ’ ένα βιβλίο». Όταν ξεκίνησε η σειρά, οι έξι ηθοποιοί αμείβονταν καθένας με 40.000 δολάρια ανά επεισόδιο.
»Το 2000 κέρδιζαν 125.000, απείλησαν να μην εμφανιστούν ξανά και η αμοιβή τους αυξήθηκε σε 750.000 δολάρια ανά επεισόδιο! Σήμερα παίρνουν ένα εκατομμύριο!»
Πώς θα ήταν τα «Φιλαράκια» σήμερα
Σε μια περίοδο που ιδιαίτερη συζήτηση γίνεται για τα όρια μεταξύ πολιτικής ορθότητας και ελευθερίας της έκφρασης, συχνά πυκνά αναρωτιόμαστε αν αιχμηρές κωμωδίες και καρτούν παλαιότερων δεκαετιών θα μπορούσαν να βρουν ελεύθερο βήμα, ως καινούργιες σειρές, στη σημερινή εποχή.
Σύμφωνα με την Τζένιφερ Άνιστον, τα «Φιλαράκια» θα δυσκολεύονταν πολύ. Σε πρόσφατο άρθρο του, tovima.gr αναδημοσίευσε δηλώσεις της πρωταγωνίστριας της σειράς στο AFP.
«Είναι πλέον ζόρικο γιατί πρέπει να είναι κανείς πολύ προσεκτικός, κάτι που το κάνει δύσκολο για τους κωμικούς, μιας και η ομορφιά της κωμωδίας βρίσκεται στον αυτοσαρκασμό, στο να κάνει κανείς πλάκα με την ίδια τη ζωή».
«Στο παρελθόν, μπορούσες να διακωμωδίσεις τις ακραίες απόψεις κάποιου. Ήταν ξεκαρδιστικό. Και είχε να κάνει με την ανάδειξη του ανθρώπινου παραλόγου. Και πλέον δεν μας επιτρέπεται να το κάνουμε αυτό».
«Υπάρχει μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων, παιδιών, που βλέπουν ξανά “Τα Φιλαράκια” και τα βρίσκουν προσβλητικά. Πολλά πράγματα δεν ήταν σκόπιμα, αλλά ίσως θα έπρεπε να τα σκεφτόμασταν καλύτερα. Δεν υπήρχε αυτού του είδους η ευαισθητοποίηση τότε».
Όπως προσθέτει tovima.gr «στο παρελθόν και η Lisa Kudrow (σ.σ. Φοίβη) είχε μιλήσει για την έλλειψη πολιτικής ορθότητας και πολυπολιτισμικότητας στα «Φιλαράκια», λέγοντας πως οι δημιουργοί της σειράς δεν είχαν τα μέσα για να γράψουν ιστορίες για ανθρώπους διαφορετικών εθνικοτήτων:
«Ήταν μια σειρά που δημιουργήθηκε από δύο ανθρώπους που πήγαν στο Brandeis (σ.σ. Πανεπιστήμιο στη Μασαχουσέτη) και έγραφαν για τις ζωές τους μετά το πανεπιστήμιο. Και στις σειρές, ειδικά όταν είναι κωμωδίες που στηρίζονται σε χαρακτήρες, γράφεις όσα ξέρεις. Δεν είχαν καμιά δουλειά να γράφουν ιστορίες για τις εμπειρίες ανθρώπων άλλων εθνικοτήτων».