Το μέγεθος της ενεργειακής φτώχειας στη χώρα μας αποκαλύπτουν τα ευρήματα της έρευνας που πραγματοποίησε η ΕΚΠΟΙΖΩ, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος «Reverter», με τη συνεργασία του Εργαστηρίου Μεταλλευτικής Τεχνολογίας και Περιβαλλοντικής Μεταλλευτικής του ΕΜΠ (συντονιστής του έργου) και του Κέντρου Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης Ενέργειας (ΚΑΠΕ).
Όπως προκύπτει, μεγάλο μερίδιο νοικοκυριών κινδυνεύουν από ενεργειακή φτώχεια, που θα μπορούσε να μετριαστεί μέσω των προγραμμάτων ενεργειακής αναβάθμισης κατοικιών, η οποία θα πρέπει να συνοδεύεται με μεγαλύτερη επιδότηση στους ενεργειακά ευάλωτους, λιγότερη γραφειοκρατεία και στοχευμένη ενημέρωση ως προς τα προγράμματα και τη βέλτιστη αξιοποίηση των διαθέσιμων ενεργειακών πόρων (πράσινη ενέργεια).
Χαρακτηριστικό είναι ότι περίπου τα μισά νοικοκυριά αναφέρουν πως δεν μπορούν να διατηρήσουν τα σπίτια τους επαρκώς ζεστά ή δροσερά και το ένα πέμπτο των νοικοκυριών αναφέρει καθυστερήσεις στους λογαριασμούς ενέργειας, ενώ περίπου το 5% δηλώνει ότι έχει διακοπεί η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος/φυσικού αερίου τους τελευταίους 12 μήνες.
Επιπλέον, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, περίπου το ένα τρίτο των νοικοκυριών αναφέρουν προβλήματα υγείας, που σχετίζονται με την ανεπαρκή θέρμανση ή/και την παρουσία υψηλής υγρασίας στο σπίτι (36,15%), και περίπου το 80% των νοικοκυριών έχουν περιορίσει τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας – περισσότερο από το 75% τη χρήση θέρμανσης και περίπου το 50% τη χρήση ζεστού νερού – για να μπορούν να πληρώσουν την ενέργεια τους τελευταίους 12 μήνες.
Ακόμη, περίπου το 36% των νοικοκυριών ξοδεύουν περισσότερο από το 10% του καθαρού εισοδήματός τους για τις ενεργειακές τους δαπάνες και το 67,23% δήλωσε ότι οι προμηθευτές ενέργειας δεν αντιμετωπίζουν τους καταναλωτές χαμηλού εισοδήματος με δίκαιο τρόπο και ιδιαίτερα τη διευκόλυνσή τους μέσω της δυνατότητας ρύθμισης οφειλών περισσότερων δόσεων.
Τα ευρύματα της έρευνας – Κοινωνικοοικονομικό προφίλ
Το 81% των νοικοκυριών περιελάμβαναν από δύο έως τέσσερα άτομα. Επιπλέον, περίπου το ένα πέμπτο των νοικοκυριών που συμμετείχαν στην έρευνα είχαν τουλάχιστον ένα μέλος με αναπηρία ή μακροχρόνια ασθένεια και το 16,3% είχε τουλάχιστον ένα μέλος που ήταν μακροχρόνια άνεργος.
Όλα τα νοικοκυριά με καθαρό μηνιαίο εισόδημα κάτω των 680 ευρώ δήλωσαν ότι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα επιβίωσης και περίπου το 75-80% των νοικοκυριών με εισόδημα μεταξύ 680 και 1.250 ευρώ δήλωσαν ότι δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα.
Το ποσοστό αυτό μειώνεται στο 50-60% για νοικοκυριά με εισόδημα μεταξύ 1.251 και 1.950 ευρώ.
Χαρακτηριστικά των κατοικιών και συστημάτων θέρμανσης
Περίπου το 40% των κατοικιών κατασκευάστηκαν πριν από το 1980 και στερούνται των βασικών προδιαγραφών μόνωσης.
Επιπλέον, το 22,6% κατασκευάστηκε μεταξύ 1981 και 1995, το 23,4% κατασκευάστηκε μεταξύ 1996 και 2005 και το υπόλοιπο μετά το 2006.
Το 71,42% δήλωσε ότι έχει ιδιόκτητη κατοικία, ενώ είναι αξιοσημείωτο ότι το 31,9% έχει δάνεια και υποθήκες.
Περίπου το 56% θερμαίνουν τα σπίτια τους χρησιμοποιώντας συστήματα κεντρικής θέρμανσης, όπου κυριαρχούν το πετρέλαιο θέρμανσης (41,1%) και το φυσικό αέριο (14,5%).
Τα υπόλοιπα νοικοκυριά χρησιμοποιούν κυρίως συστήματα κλιματισμού (13,9%), ατομική θέρμανση με φυσικό αέριο (12,3%) και ηλεκτρικές συσκευές (4,6%).
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι 9 στους 10 από αυτούς που έχουν κεντρική θέρμανση με πετρέλαιο θέρμανσης και 8 στους 10 από αυτούς που έχουν κεντρική θέρμανση με φυσικό αέριο, χρησιμοποιούν και συμπληρωματικά συστήματα θέρμανσης, κυρίως κλιματιστικά (46,09%) και ηλεκτρικές συσκευές (25,58%).
Περίπου το 2,5% των συμμετεχόντων δηλώνει ότι δεν θερμαίνει καθόλου την κατοικία του.
Κόστος ενέργειας
Περίπου το 20% των νοικοκυριών λειτουργεί το σύστημα θέρμανσης για λιγότερο από 2 ώρες την ημέρα ή καθόλου και το 35% από 2 έως 4 ώρες την ημέρα. Ως αποτέλεσμα, περισσότερα από τα μισά νοικοκυριά αναφέρουν θερμοκρασία εσωτερικού χώρου μικρότερη από τη θερμοκρασία δωματίου που συνιστά ο ΠΟΥ, δηλαδή μεταξύ 18-21οC.
Το συγκεκριμένο εύρυμα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, γιατί το ποσοστό των νοικοκυριών που αναφέρουν προβλήματα υγείας λόγω ανεπαρκούς θέρμανσης, για θερμοκρασία σπιτιού μεταξύ 15-18οC, είναι διπλάσιο από το αντίστοιχο ποσοστό για θερμοκρασία σπιτιού μεταξύ 18-21οC, ενώ το ποσοστό για θερμοκρασία σπιτιού κάτω από 15oC είναι περίπου τέσσερις φορές υψηλότερο.
Το μέσο συνολικό ενεργειακό κόστος ανά έτος είναι περίπου 1.900 ευρώ. Οι δαπάνες ενέργειας επηρεάζονται από το μέγεθος του σπιτιού, τον τύπο του συστήματος θέρμανσης και τα χαρακτηριστικά των νοικοκυριών (πχ, ενώ τα νοικοκυριά με άνεργους τείνουν να ξοδεύουν λιγότερα).
Δυσκολία επιβίωσης
Συνολικά, το 47,5% των νοικοκυριών δήλωσε ότι δυσκολεύεται να αντεπεξέλθει στις μηνιαίες δαπάνες και μόνο το 33,62% μπορεί να τα βγάλει πέρα με το τρέχον εισόδημα, ενώ το 10,5% ζει άνετα.
Προκειμένου να πληρώσει τα έξοδα ηλεκτρισμού και θέρμανσης τους τελευταίους 12 μήνες, ένα στα δύο νοικοκυριά έχει περικόψει τις δαπάνες φαγητού, περίπου ένα στα πέντε τις δαπάνες για φάρμακα, τέσσερα στα πέντε έχουν περιορίσει τη χρήση ηλεκτρικών συσκευών και φωτισμού, ένα στα δύο τη χρήση ζεστού νερού, τρία στα τέσσερα τη θέρμανση του σπιτιού, τέσσερα στα πέντε νοικοκυριά έχουν περικόψει την ψυχαγωγία και τρία στα πέντε τις μετακινήσεις.