Φέτος ο καιρός είναι σύμμαχος. Με ηλιόλουστες ημέρες και ιδανικές, φθινοπωρινές θερμοκρασίες το μεγαλύτερο πανηγύρι στον κόσμο θα συνεχίσει για μερικές ημέρες ακόμη να υποδέχεται τους επισκέπτες του. Από τις 16 Σεπτεμβρίου εκατομμύρια επισκέπτες κατέκλεισαν τη βαυαρική πρωτεύουσα, οι περισσότεροι φορούν τις παραδοσιακές βαυαρικές στολές, «Ντίντερλ» για τις γυναίκες, δερμάτινο, κοντό παντελόνι για τους άντρες πωλούνται σωρηδόν γύρω από τον κεντρικό σταθμό, τελευταία και με εκπρώσεις.
Τετάρτη μεσημέρι, η κεντρική σκηνή της Paulaner είναι ήδη γεμάτη, η μπίρα ρέει άφθονη, συνοδεύει το ψητό χοιρινό, το κοτόπουλο στη σούβλα. Τα ποτήρια της μπίρας σηκώνονται κάθε φορά που η μπάντα θα παίξει το κάλεσμα «Άιν Πρόζιτ», ένα βαυαρέζικο «Γειά μας». Είναι η στιγμή που χιλιάδες επισκέπτες με το ποτήρι του λίτρου στο χέρι γίνονται ένα. Αυτή είναι η μυσταγωγική ιδιαιτερότητα του Οκτόμπερφεστ που ενώνει τους επισκέπτες από όλο τον κόσμο. «Άγνωστοι λίγο πριν, εδώ μέσα, γινόμαστε φίλοι, καθόμαστε όλοι στον ίδιο πάγκο, από τον απλό εργάτη μέχρι τον εκατομμυριούχο και πίνουμε την ίδια μπίρα», λέει στα ΝΕΑ ο νέος Διευθύνων Σύμβουλος της Paulaner, Γιεργκ Μπίμπερνικ, και ζητά μία φρέσκια μπίρα για το επόμενο «Άιν Πρόζιτ».
Πάνω από έξι εκατομμύρια θα είναι φέτος οι επισκέπτες, τα νούμερα θα είναι καλύτερα από πέρυσι, το πρώτο «Οκτόμπερφεστ» μετά την πανδημία που ο κόσμος ήταν ακόμα μουδιασμένος και οι βροχές ασταμάτητες. Αλλά «φέτος είμαστε πολύ ευχαριστημένοι με την εξέλιξη του Οκτόμπερφεστ, είναι πολύ αυξημένος ο τζίρος στους εξωτερικούς χώρους», λέει ο Αντρέας Στάινφατ, διευθυντής του τμήματος γαστρονομίας και μάρκετινγκ της Paulaner.
Είναι μία από τις έξι μπιραρίες που παίρνουν μέρος κάθε χρόνο στο Οκτόμπερφεστ: Paulaner, Spaten, Loewenbräu, Augustiner, Hacker-Pschorr, Hoffbräu. Μόνον αυτές επιτρέπεται να πουλήσουν και να τροφοδοτήσουν με μπίρα τις 38 συνολικά σκηνές – μεταξύ αυτών 14 με χωρητικότητα μέχρι 10.000 θέσεις – που στήνονται από τον Ιούλιο στην «Tερέζιεν-βίζε» στο κέντρο του Μονάχου. Η εντοπιότητα είναι καθοριστική. Η μπίρα πρέπει να παρασκευάζεται με νερό γεωτρήσεων μέσα στο Μόναχο – ένα τρικ που αποκλείει άλλους ανταγωνιστές εκτός Μονάχου και δίνει το πανηγύρι τον απαράμιλλο τοπικό του χαρακτήρα.
Η Paulaner είναι η νεώτερη από τις έξι μπιραρίες στο Οκτόμπερφεστ. «Η βασική τάση είναι λιγότερο αλκοόλ, έχουμε στροφή στη μπίρα χωρίς αλκοόλ και γενικότερα στα μη αλκοολούχα ποτά», λέει ο Μπίμπερνικ. Η Paulaner έπιασε έγκαιρα το μήνυμα των καιρών, έγινε ο μεγαλύτερος προμηθευτής μπίρας και ποτών χωρίς αλκοόλ, όπως το Spezi, ένα μείγμα Cola και πορτοκαλάδας, που έχει ιδιαίτερη ζήτηση.
Στις προκλήσεις της αγοράς, προστέθηκαν και οι συνέπειες του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία. Δεν στέρησε μόνο τους Ρώσους τουρίστες από το Οκτόμπερφεστ του Μονάχου. Η Paulaner έχει σημαντική διεθνή παρουσία, αλλά όχι πλέον στη Ρωσία. «Αποφασίσαμε συνειδητά και εγκαταλείψαμε τη Ρωσία, μολονότι ήταν η μεγαλύτερη αγορά μας», λέει ο Μπίμπερνικ. Οι πωλήσεις της Paulaner στη Ρωσία μειώθηκαν κατά 90%, «ενδεχομένως υπάρχουν κάποιοι που πουλούν Paulaner στη Ρωσία, αλλά εμείς βάλαμε τέλος στη αγορά της Ρωσίας», εξηγεί ο Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρίας. Η μπίρα δεν εντάσσεται στις κυρώσεις στη Ρωσία, αλλά δεν θα ήταν διαφήμιση μισθοφόροι της ομάδας «Βάγκνερ» με μία Paulaner στο χέρι.
Φέτος, εξαιτίας της εθνικής γιορτής επανένωσης της Γερμανίας στις 3 Οκτωβρίου, το «Οκτόμπερφεστ» διαρκεί 18 μέρες. Αμφίβολο όμως, αν θα σπάσει το ρεκόρ κατανάλωσης του 2019 με 7,6 εκατομμύρια λίτρα μπίρα. Αρνητικός παράγοντας είναι ο πληθωρισμός. Στα 14,90 ευρώ το λίτρο έφτασε η τιμή της ειδικής μπίρας που προσφέρεται στο Οκτόμπερφεστ, με 5,9% – 6,3% αλκοόλ. Η ανεβασμένη τιμή μειώνει εμφανώς την κατανάλωση.
Η ποιότητα και η γεύση της μπίρας, όμως, πρέπει να είναι πάντα η ίδια – ανεξάρτητα από την παραγωγή των πρώτων υλών, που εξαρτάται από τις διαφορετικές καιρικές συνθήκες από χρονιά σε χρονιά. Αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για τον Κρίστιαν Ντάνκε, 1ο ζυθοποιό της Paulaner. «Το νερό δεν είναι θέμα, προέρχεται από γεωτρήσεις στο Μόναχο βάθους 200 μέτρων, η ποιότητα είναι εξαιρετική. Αλλά οι πρώτες ύλες, ο λυκίσκος από το Χόλενταου, (περιοχή βόρεια του Μονάχου με τη μεγαλύτερη παραγωγή παγκοσμίως) και το κριθάρι επηρεάζονται άμεσα από την κλιματική αλλαγή», λέει ο ζυθοποιός, «όχι τόσο στην ποιότητα, όσο στην ποσότητα της παραγωγής. Κυρίως για το ειδικό κριθάρι που χρησιμοποιείται στη ζυθοποιία, το οποίο δεν αντέχει τις μεγάλες διακυμάνσεις και εναλλαγές θερμοκρασίας και βροχοπτώσεων».
Παραγωγοί κριθαριού, ζυθοποιίες και πανεπιστημιακοί ερευνητές πειραματίζονται εδώ και καιρό με διασταυρώσεις, προκειμένου να δημιουργηθεί μία ποικιλία κριθαριού ανθεκτική στις νέες συνθήκες της κλιματικής αλλαγής.