Τα νέα του, διεθνή καθήκοντα ανέλαβε ο πρώην πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος εκπροσωπεί πλέον τον ΣΥΡΙΖΑ στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Την πρώτη του εμφάνιση στο Συμβούλιο της Ευρώπης κατέγραψε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και εκπρόσωπος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης, Νίνα Κασιμάτη, η οποία έγραψε σε ανάρτησή της στο Instagram:
«Με τον Αλέξη Τσίπρα στη συνεδρίαση του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς στο Συμβούλιο της Ευρώπης, ενόψει της φθινοπωρινής Ολομέλειας της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου, που διεξάγεται στο Στρασβούργο».
Την προηγούμενη εβδομάδα, ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, Tiny Kox, επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Αλέξη Τσίπρα και του πρότεινε να αναλάβει άμεσα τη θέση του επικεφαλής της ομάδας της Αριστεράς.
Να σημειωθεί ότι στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης συμμετέχουν αντιπροσωπείες βουλευτών από όλα τα κοινοβούλια της ευρωπαϊκής ηπείρου.
Μία ημέρα, μετά, μάλιστα, ο Αλέξης Τσίπρας συναντήθηκε στη Βουλή με την Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία εδώ και πολλά χρόνια εκπροσωπεί τη χώρα μας στο Συμβούλιο της Ευρώπης.
Πιο συγκεκριμένα, η πρώην υπουργός είναι επικεφαλής της ελληνικής ομάδας και ενημέρωσε αναλυτικά τον κ. Τσίπρα για όσα λαμβάνουν χώρα στο Συμβούλιο.
«Πόστο» με διεθνή σημασία
Η είδηση για τη διεθνή θέση του πρώην πρωθυπουργού έγινε γνωστή τις τελευταίες ημέρες του Σεπτεμβρίου, μέσω πληροφοριών της ΕΡΤ, που ανέφεραν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, που έχει το δικαίωμα ως αξιωματική αντιπολίτευση να ορίσει ένα τακτικό και ένα αναπληρωματικό μέλος στη Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, όρισε τον Αλέξη Τσίπρα σε αυτή τη σημαντική θέση με ρόλο στους τομείς του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Πηγές κοντά στον πρώην πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ανέφεραν, μάλιστα, πως επέλεξε τη θέση αυτή ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας.
Υπενθυμίζεται ότι ο Αλέξης Τσίπρας διετέλεσε αντιπρόεδρος του κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς από το 2010 μέχρι το 2016, ενώ το 2013 είχε επιλεγεί ως υποψήφιος για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και, μάλιστα, με ποσοστό 84,1%.