«Πολίτες του Ισραήλ, είμαστε σε πόλεμο», διακήρυξε ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου μετά την πρωτοφανή επίθεση της Χαμάς το περασμένο Σάββατο, ακριβώς 50 χρόνια μετά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ και ορατό τον κίνδυνο μιας νέας, γενικής ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή.
Καθώς ο χρόνος κυλούσε αντίστροφα για χερσαία εισβολή του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας -το κράτος εν κράτει της Χαμάς στα διχασμένα παλαιστινιακά εδάφη- ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν, Χοσεΐν Αμίρ Αμπντολαχιάν, έστειλε σαφές προειδοποιητικό μήνυμα.
Και δη από τη Βηρυτό, όπου είχε συνάντηση με τον επικεφαλής της Χεζμπολάχ, Χασάν Νασράλα, και τον επικεφαλής της λιβανέζικης κυβέρνησης, Νατζίμπ Μικάτι.
«Η Αμερική θέλει να επιτρέψει στο Ισραήλ να καταστρέψει τη Γάζα και αυτό είναι σοβαρό λάθος», τόνισε.
«Αν οι Αμερικανοί επιθυμούν να αποφύγουν ο πόλεμος να εξαπλωθεί στην περιοχή, πρέπει να ελέγξουν το Ισραήλ».
Πρόκειται ουσιαστικά για μια ισορροπία τρόμου, σε μια από τις πιο «εύφλεκτες» περιοχές του πλανήτη.
Μετρώντας τρία τέταρτα του αιώνα, η ιστορία των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή μετρά ήδη έξι πολέμους, χιλιάδες νεκρούς, εδαφικές διεκδικήσεις και στρατιωτική αποτροπή, εν μέσω ενός περίπλοκου πλέγματος θρησκευτικών, πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών και γεωπολιτικών ζητημάτων.
Ένας εκρηκτικός συνδυασμός, που δεν απαντάται πουθενά αλλού στον κόσμο όσο στην γεωστρατηγικά «κινούμενη άμμο» της Μέσης Ανατολής.
Μοιραία, το παλαιστινιακό ζήτημα βρίσκεται στο επίκεντρο, σε μια περίοδο έξαρσης του φονταμενταλισμού, των πολιτικών άκρων, των γεωπολιτικών αντιπαραθέσεων και μιας κυνικής ρεαλπολιτίκ.
Ρευστές ισορροπίες
Η άνευ προηγουμένου σε σχεδιασμό, εκτέλεση, ένταση και βαρβαρότητα επίθεση της Χαμάς έχει ήδη αλλάξει τους όρους στην ισραηλο-παλαιστινιακή διένεξη.
Έχει διαλύσει την αίσθηση περί άτρωτου του μηχανισμού ασφαλείας και υπηρεσιών πληροφοριών του Ισραήλ -ομολογουμένως από τους ισχυρότερους στον κόσμο.
Καταρρίπτει την πεποίθηση ότι είναι δυνατή απλά η στρατιωτικο-οικονομική διαχείριση της χρόνιας ισραηλινο-παλαιστινιακής διένεξης από το Τελ Αβίβ, εν μέσω μεθοδικής περιθωριοποίησης του παλαιστινιακού ζητήματος και της ταυτόχρονης διπλωματικής προσέγγισης του Ισραήλ με τα αραβικά κράτη του Κόλπου.
Αναδεικνύει τη χρόνια ενδοπαλαιστινιακή ρήξη και βάζει στην «εξίσωση» ανταγωνιστικούς «παίκτες» -περιφερειακούς και διεθνείς- με το αποτέλεσμα «άγνωστο Χ».
Πολλά ερωτήματα πλανώνται ακόμη αναπάντητα για τη συγκυρία της υλοποίησης της επίθεσης της Χαμάς, που έπιασε τους Ισραηλινούς στον «ύπνο».
Για το εάν και ποιοι ήταν οι υποκινητές και υποστηρικτές της πολύμηνου σχεδιασμού επιχείρησης «Καταιγίδα Αλ Άσκα».
Για τον βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο αντίκτυπο, σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο, όπου οι ισορροπίες δοκιμάζονται ποικιλοτρόπως.
Αυτό συντελείται μέσα από ένα «γαϊτανάκι» εξελίξεων και ανακατατάξεων στον ευρύτερο χώρο της Μέσης Ανατολής, με τον εν εξελίξει πόλεμο στην Ουκρανία μοιραία στο φόντο.
Η επίθεση της Χαμάς ήρθε σε μια περίοδο κρίσιμων και εν μέρει αντιφατικών γεωπολιτικών ανακατατάξεων στην ευρύτερη περιοχή.
Στην κορυφή αυτών είναι η προωθούμενη από τις ΗΠΑ εξομάλυνση των σχέσεων της Σαουδικής Αραβίας και του Ισραήλ, με άγνωστες παραχωρήσεις προς τους Παλαιστινίους.
«Κινούμενη άμμος»
Από βήματος της πρόσφατης Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Νετανιάχου σκιαγράφησε αυτή την προοπτική ως τη δημιουργία μιας «νέας Μέσης Ανατολής».
Πρακτικά ωστόσο «φρενάρει» την πρόσφατη προσέγγιση μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν -δύο οσονούπω μελών των BRICS- κατόπιν μεσολάβησης της Κίνας.
«Σφήνα» σε αυτή θεωρούνται οι αμερικανικές εγγυήσεις ασφαλείας στη Σαουδική Αραβία, σε περίπτωση που προχωρήσει η ομαλοποίηση των σχέσεων με το Ισραήλ.
Διαδικασία που, λόγω των τρεχουσών εξελίξεων, είναι στην παρούσα φάση de facto «παγωμένη».
Η αμερικανο-κεντρική διαδικασία προσέγγισης μεταξύ Ριάντ και Τελ Αβίβ, πρακτικά ως συνέχεια των Συμφωνιών του Αβραάμ, περιλαμβάνει επίσης «πράσινο φως» από την Ουάσιγκτον για τον εμπλουτισμό ουρανίου από το σουνιτικό βασίλειο για «ειρηνικούς σκοπούς».
Προβλέπει επίσης μια περίοπτη θέση για τη Σαουδική Αραβία, όπως και για το Ισραήλ, στον νέο «Οικονομικό Διάδρομο Ινδίας – Μέσης Ανατολής – Ευρώπης» (IMEC), που ανακοίνωσε ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν στο περιθώριο της πρόσφατης συνόδου κορυφής του G20, στο Νέο Δελχί.
Πρόκειται ουσιαστικά για αντίβαρο στην κινεζική «Πρωτοβουλία Μια Ζώνη Ένας Δρόμος».
Είχε μόλις προηγηθεί η ιστορική αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν, με μεσολάβηση της Κίνας, με τις δύο χώρες πλέον να ετοιμάζονται να γίνουν μέλη του μπλοκ των BRICS από τις αρχές του 2024 -αν και διατυπώνονται ερωτήματα για την τελική επιλογή του Ριάντ.
Στο ευρύτερο σκηνικό προστίθεται η συμφωνία του 2022 του χρεοκοπημένου και ουσιαστικά πολιτικά «ακέφαλου» Λιβάνου με το Ισραήλ το 2022 για τον καθορισμό ΑΟΖ.
Προστίθεται επίσης η εν εξελίξει, πλην μετ’ εμποδίων επαναπροσέγγιση της Τουρκίας και με το Ισραήλ -παράλληλα με αυτή μεταξύ Άγκυρας και Δύσης- με την ενεργειακή συνεργασία μεταξύ άλλων στο επίκεντρο.
Αυτή τη στιγμή πάντως «σκοντάφτει» στην νέα κλιμάκωση της έντασης στη Μέση Ανατολή και, για πολλοστή φορά, στην επαμφοτερίζουσα εξωτερική πολιτική του Τούρκου προέδρου Ερντογάν.
Ώρα κρίσιμων διλημμάτων
Στο ίδιο το Ισραήλ εν τω μεταξύ -που πριν από τον νέο πόλεμο με τη Χαμάς βυθιζόταν σε σοβαρή θεσμική κρίση- η συγκρότηση κυβέρνησης έκτακτης ανάγκης θεωρείται ότι απομακρύνει μόνο προσωρινά, ένεκα των καταιγιστικών εξελίξεων και περιφερειακών απειλών, μια νέα πολιτική κρίση.
Το δε θεοκρατικό καθεστώς του Ιράν έχει πολλά να βάλει στο «ζύγι» του, ενόσω συνεχίζει παρασκηνιακά τις διαβουλεύσεις με τη Δύση για το πυρηνικό του πρόγραμμα, καταπνίγει με άγρια καταστολή τη λαϊκή εξέγερση για εκδημοκρατισμό και βλέπει τώρα να διακυβεύεται η πρόσβασή του στα 6 δισεκατομμύρια δολάρια, που μόλις πρόσφατα «ξεπάγωσαν» μέσω της ανταλλαγής κρατουμένων με τις ΗΠΑ.
Όλα θα κριθούν από τους χειρισμούς των επόμενων ωρών και ημερών, ένθεν κακείθεν.
Η στάση των αραβικών κρατών θεωρείται κομβική, εν μέσω των φόβων για γενίκευση των συγκρούσεων, αλλά και κυοφορούμενων σεναρίων ότι θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ακόμη και ενεργό ρόλο στην επόμενη ημέρα στη Λωρίδα της Γάζας.
Όμως η πιο κρίσιμη είναι η στάση της Τεχεράνης και του υποστηριζόμενου από αυτή «Άξονα της Αντίστασης».
Ένα δίκτυο οργανώσεων και πολιτοφυλακών, εκτείνονται από τη Λωρίδα της Γάζας και κατ’ επέκταση τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, έως τον Λίβανο -με εξέχουσα τη Χεζμπολάχ- τη Συρία, το Ιράκ και την Υεμένη.
Η διάχυση της κρίσης και ενός πολυμέτωπου πολέμου είναι η εξέλιξη που απεύχεται όχι μόνο το Ισραήλ, αλλά πρωτίστως η σημαντικότερη σύμμαχός τους.
Ήτοι οι ΗΠΑ, όπου οι Ρεπουμπλικανοί έχουν βυθίσει στο χάος το διχασμένο Κογκρέσο και το τελευταίο που χρειάζεται ο Δημοκρατικός πρόεδρος Μπάιντεν, καθώς ξεκινά η κούρσα για την επανεκλογή του στον Λευκό Οίκο, είναι να συρθούν οι ΗΠΑ σε άλλο ένα πόλεμο στη Μέση Ανατολή, ενόσω μαίνεται για 19ο μήνα αυτός στην Ουκρανία.
Φοβού τον πολυμετωπικό πόλεμο
Η εντολή της Ουάσινγκτον για μετακίνηση του αεροπλανοφόρου USS Gerald R. Ford και πολεμικών πλοίων συνοδείας στην ανατολική Μεσόγειο, όπου σπεύδουν και άλλες δυτικές δυνάμεις, «έχει σκοπό να στείλει μια αλάνθαστη προειδοποίηση στο Ιράν και τις μαχητικές ομάδες, που υποστηρίζει σε όλη την περιοχή, να μη συμμετάσχουν στη σύγκρουση, εξαπολύοντας τις δικές τους επιθέσεις εναντίον του Ισραήλ», ανέφεραν αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπάιντεν στον ιστότοπο Al Monitor.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι προετοιμασμένες να ανταποκριθούν σε τυχόν απρόοπτα», προσέθεσαν με νόημα, «και να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο μιας ευρύτερης σύγκρουσης».
«Εργαζόμαστε με το Ισραήλ και με τους εταίρους μας σε όλη την περιοχή», υπογράμμισε Αμερικανός αξιωματούχος, «για να περιορίσουμε αυτό που συμβαίνει στη Γάζα».
Πέρα από το άνοιγμα νέων μετώπων στα σύνορα του Ισραήλ, οι φόβοι εντείνονται για πλήγματα κατά αμερικανικών δυνάμεων και στόχων στην ευρύτερη περιοχή.
Ενδεχόμενο που άφησαν ήδη ανοιχτό η ηγεσία των φιλοϊρανών ανταρτών Χούθι στην Υεμένη και ο επικεφαλής της Οργάνωσης Μπαντρ, μιας σιιτικής παράταξης και πολιτοφυλακής στο Ιράκ.
Ενόσω, δε, το Ισραήλ και ο Λευκός Οίκος παραλληλίζουν τη βαρβαρότητα της Χαμάς με αυτή του «Ισλαμικού κράτους» (ISIS), ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν βλέπει να διευρύνονται προεκλογικά τα ανοιχτά πολιτικά μέτωπα στις ΗΠΑ.
Και με τους Ρεπουμπλικανούς -που επικρίνουν την εξωτερική πολιτική από τον πόλεμο στην Ουκρανία, μέχρι τις διαπραγματεύσεις με το Ιράν και το φιάσκο στο Αφγανιστάν- αλλά και με τους προοδευτικούς Δημοκρατικούς, που επικρίνουν όλο και περισσότερο την πολιτική του Ισραήλ τα τελευταία χρόνια.
Εκφράζονται μάλιστα ήδη ανησυχίες ότι οι συνέπειες της νέας κρίσης στη Μέση Ανατολή θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τον πόλεμο στην Ουκρανία, την ώρα που η Ουάσιγκτον εστιάζει γεωστρατηγικά στην Ασία και στην Κίνα.
Ενόσω δε πολλοί χαρακτηρίζουν την επίθεση της Χαμάς «την 11η Σεπτεμβρίου του Ισραήλ», ανάλυση του αμερικανικού δικτύου CNN υπενθυμίζει ότι «ένα μάθημα» από την original 11/9 των ΗΠΑ είναι πως «οι πόλεμοι που ξεκίνησαν τις σκοτεινές εβδομάδες μετά από μια επίθεση δεν εξελίσσονται πάντα σύμφωνα με το προσδοκώμενο και κινδυνεύουν να γυρίσουν μπούμερανγκ σε εκείνους που τους εξαπολύουν».