Ο πόλεμος ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Χαμάς έχει δημιουργήσει απίστευτο ανθρώπινο πόνο για τους απλούς κατοίκους στη Λωρίδα της Γάζας, οι οποίοι εδώ και μία εβδομάδα ζουν υπό τον φόβο των συνεχών βομβαρδισμών του ισραηλινού στρατού, αλλά και χωρίς πρόσβαση σε ρεύμα, φαγητό και νερό.
Μέσα σε αυτό το δυστοπικό τοπίο ξετυλίγονται ανθρώπινες ιστορίες και δράμα μέσα σε μία τεράστια ανθρωπιστική κρίση στην ήδη πολύπαθη Γάζα, την οποία ήρθε να εντείνει το «τελεσίγραφο» του ισραηλινού στρατού στους αμάχους της Βόρειας Γάζας και της πόλης της Γάζας να εκκενώσουν προς το νότιο τμήμα του παλαιστινιακού θύλακα, κάτι που έκανε ένα εκατομμύριο ανθρώπους να φύγουν άρον άρον.
Τον τρόπο με τον οποίο βίωσε το «τελεσίγραφο» του Ισραήλ για εκκένωση των δύο περιοχών στη βόρεια Λωρίδα της Γάζας ενόψει της χερσαίας εισβολής του στρατού περιέγραψε η Ασίλ Μουσά μία 25χρονη ανεξάρτητη δημοσιογράφος.
Η Ασίλ Μουσά που μεταξύ άλλων εργάζεται και στο Middle East Eye ζει στο Ταλ αλ-Χάουα και περιέγραψε πώς βίωσε τον βίαιο ξεριζωμό της μαζί με άλλο ένα εκατομμύριο πολίτες, καθώς και τις πρώτες δραματικές ώρες χωρίς ενημέρωση, αφού δεν υπάρχει ηλεκτρικό ρεύμα και σύνδεση στο ίντερνετ.
Μάλιστα περιέγραψε το πώς μετακινούνταν οι άνθρωποι κατά δεκάδες, ακόμα και μπαίνοντας επτά άτομα σε ένα αυτοκίνητο, σημειώνοντας πως πουθενά στη Λωρίδα της Γάζας δεν υπάρχει ασφάλεια.
Επίσης, εξιστόρησε τον ανθρώπινο πόνο κι άλλων Παλαιστίνιων, όπως μία οικογένειας που είχε χτίσει ξανά το σπίτι της, το οποίο είχε καταστραφεί μετά την επέμβαση του Ισραήλ το 2008 και 15 χρόνια μετά είδε την ιστορία να επαναλαμβάνεται. «Όπως λέει και το ρητό. Δραπετεύαμε από θάνατο σε θάνατο»
I’ve lost touch with many friends who lived in the western #Gaza region. We’ve all dispersed to different areas in the south. One friend is in Rafah on the Egyptian border, another in Khan Yunis. We’re scattered, unsure if we’ll ever reunite.https://t.co/3IhsLJEpcP
— Aseel Mousa (@AseelBM97) October 14, 2023
«Το πρωί της Παρασκευής δεν είχαμε πρόσβαση στο διαδίκτυο ή ηλεκτρικό ρεύμα. Το Ισραήλ τα έκοψε και τα δύο στη Γάζα, καθώς και το φαγητό και το νερό, ενώ μας βομβάρδιζε ασταμάτητα. Περίπου στις 6 τα ξημερώματα η ξαδέρφη μου κατάφερε να μας πάρει τηλέφωνο. Ασίλ είδα τις ειδήσεις και ξέρω ότι πιθανότατα δεν έχετε ίντερνετ, αλλά ο εκπρόσωπος των Ενόπλων Δυνάμεων του Ισραήλ, Αβιχάι Αντράε, απειλεί τους κατοίκους της βόρειας και της δυτικής Γάζας να εγκαταλείψουν την περιοχή προς τον νότο’.
Η κατάστασή μας ήταν ήδη φρικτή. Ήμασταν ήδη εξαιρετικά νευρικοί και αγχωμένοι. Είχα ήδη ετοιμάσει μία τσάντα για περίπτωση εκκένωσης, έχοντας μέσα μόνο το διαβατήριο μου, την ταυτότητά μου και μία αλλαξιά ρούχα. Δεν μπορούσα να αποφασίσω τι να πάρω μαζί μου. Το σπίτι μου είναι στο Ταλ αλ-Χάουα. Έζησα εκεί για 25 χρόνια. Όλα όσα πήρα μαζί μου ήταν μερικά έγγραφα αναγνώρισης. Η οικογένειά μου κι εγώ φύγαμε από το σπίτι μας και αναζητήσαμε καταφύγιο στους συγγενείς μας στον νότο. Στο σπίτι του θείου μου στο αλ-Μαγκάζι, στην κεντρική Γάζα», αναφέρει αρχικά Ασίλ Μουσά.
«Ταξιδέψαμε με το αυτοκίνητο του πατέρα μου, επτά από εμάς συνολικά»
«Το ταξίδι μας ήταν τρομακτικό. Άνθρωποι έφευγαν σαν κοπάδια. Το Ισραήλ μας έδωσε 24 ώρες για να εγκαταλείψουμε και εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι πήραν ό,τι μπορούσαν να μεταφέρουν και τώρα μετακινούνται.
Μου θύμισε τη σειρά της παλαιστινιακής τηλεόρασης ‘Η Διασπορά των Παλαιστινίων’, που απεικονίζει τα γεγονότα του 1948. Οικογένειες μετακινούνταν σε φορτηγά: παιδιά, νέοι, ηλικιωμένοι, όλοι μετακινούνταν. Ταξιδέψαμε με το αυτοκίνητο του πατέρα μου, επτά από εμάς συνολικά.
Μόλις φτάσαμε στο αλ-Μαγκάζι, έναν καταυλισμό προσφύγων, Παλαιστίνιων εκτοπισμένων από τη Νάκμπα (που σημαίνει καταστροφή ή κατακλυσμός και χρησιμοποιείται για την καταστροφή της παλαιστινιακής κοινωνίας το 1948 με τον μόνιμο εκτοπισμό της πλειοψηφίας των Παλαιστινίων Αράβων). Γρήγορα διαπιστώσαμε ότι ούτε εκεί ήταν ασφαλές. Όπως λέει και το ρητό. Δραπετεύαμε από θάνατο σε θάνατο.
Δεν υπήρχε ακόμα ηλεκτρικό ρεύμα, ίντερνετ ή ακόμα και νερό. Οι προμήθειες σε φαγητό, είναι πολύ περιορισμένες. Στο διώροφο κτίριο που μένει ο θείος μου, υπήρχαν ακόμα 30-40 άνθρωποι που είχαν διαφύγει από τον βορρά».
«Δεν υπάρχει ασφαλές μέρος στη Λωρίδα της Γάζας»
Δεν υπάρχει ασφαλές μέρος στη Λωρίδα της Γάζας. Δεν υπάρχουν καταφύγια για βόμβες. Ισραηλινοί βομβαρδισμοί συνεχίζονται ανελέητοι. Οι ήχοι των ρουκετών είναι τρομακτικοί. Σχεδόν 2.000 έχουν σκοτωθεί από τους Ισραηλινούς βομβαρδισμούς αυτή την εβδομάδα.
Έχω χάσει επαφή με πολλούς φίλους που έμεναν στην περιοχή της δυτικής Γάζας. Είμαστε όλοι διασκορπισμένοι σε διαφορετικές περιοχές στον νόμο. Ένας φίλος είναι στη Ράφα, κοντά στα αιγυπτιακά σύνορα, άλλος στο Χαν Γιουνίς. Είμαστε διασκορπισμένοι και δεν ξέρουμε αν θα επανενωθούμε ξανά. Η κατάσταση είναι οδυνηρή και τα συναισθήματα σαρωτικά.
«Η μητέρα της Μαριάμ ήταν συντετριμμένη, ανήμπορη να μιλήσει ή να επικοινωνήσει και ο πατέρας της ξέσπασε σε κλάματα»
Συνάντησα αρκετούς ανθρώπους στον καταυλισμό, όπως μία νεαρή γυναίκα τη Μαριάμ. Ανακάλυψε ότι το σπίτι της είχε καταστραφεί από τον αδερφό της που έχει μεταναστεύσει στη Γερμανία. Είδε φωτογραφίες στο διαδίκτυο και τους κάλεσε να του πουν. Αλλά χωρίς πρόσβαση στο διαδίκτυο, στην οικογένεια της Μαριάμ, δεν μπορούσαν ούτε να δουν τις φωτογραφίες. Προηγουμένως είχαν φτιάξει ξανά το σπίτι τους μετά τον πόλεμο του Ισραήλ στη Γάζα το 2008, μόνο για να ξανακατεδαφιστεί πάλι. Η μητέρα της Μαριάμ ήταν συντετριμμένη, ανήμπορη να μιλήσει ή να επικοινωνήσει και ο πατέρας της ξέσπασε σε κλάματα.
Είναι καθημερινοί πολίτες που δεν έχουν σχέση με κανένα πολιτικό κόμμα και δεν μπορούν να καταλάβουν γιατί τα σπίτια τους γίνονται στόχοι. Ο πατέρας της Μαριάμ ο Χασάν, εργάζεται στο Ισραήλ. Έχει άδεια εργασίας αλλά αφότου το πέρασμα Μπέιτ Χανούν (Ερέζ όπως το αποκαλούν οι Ισραηλινοί) καταστράφηκε μετά την επίθεση της Χαμάς την περασμένη εβδομάδα, φοβάται ότι δεν θα μπορέσει να εργαστεί πλέον. Αυτό θα κόψει και το βασικό εισόδημα της οικογένειας. Η Μαριάμ μου είπε ότι χωρίς αυτό το εισόδημα, μπορεί να πεινάσουν.
Η Μαριάμ είχε πρόσφατα αρραβωνιαστεί. Οτιδήποτε είχαν αγοράσει για το νέο τους σπίτι, χάθηκε όταν καταστράφηκε το σπίτι τους. Μπορώ να μοιραστώ αμέτρητες ιστορίες ανθρώπων γύρω μου. Αλλά αν με ρωτήσετε πώς νιώθω, πιθανότατα θα καταρρεύσω.
Εργάζομαι ως ανεξάρτητη δημοσιογράφος για το ραδιόφωνο του BBC, για έναν καναδικό κι έναν αμερικανικό τηλεοπτικό σταθμό, οι οποίοι ήρθαν σε επικοινωνία μαζί μου. Έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα για να ακουστούν οι φωνές μας στα δυτικά μέσα.
Αλλά με περιορισμένη συνδεσιμότητα και χωρίς ρεύμα, η επικοινωνία είναι δύσκολη. Καταφεύγω στη λύση της μαγνητοσκόπησης βίντεο ή ηχογραφημένες σημειώσεις για να τα στείλω στους παραγωγούς, ώστε να ξέρουν ότι θα μπορούσα να χτυπηθώ οποιαδήποτε στιγμή.
Εάν δεν μπορώ να βγω ζωντανά στο πρόγραμμα λόγω των ζητημάτων, έχω αντίγραφο για να βεβαιωθώ ότι οι ιστορίες μας θα ακουστούν», καταλήγει στην ιστορία της.