Χάπι που αναπτύχθηκε στην Ιαπωνία για την αντιμετώπιση της Covid-19 όχι μόνο επιταχύνει την υποχώρηση των συμπτωμάτων αλλά επιπλέον δείχνει να αντιμετωπίζει την ανοσμία και αγευσία που εμφανίζουν κάποιοι ασθενείς, δείχνουν τα αποτελέσματα κλινικών μελετών.
Και, σε αντίθεση με άλλες εγκεκριμένες θεραπείες, όπως το χάπι της Pfizer, το νέο αντιικό φάρμακο δεν προορίζεται μόνο για ασθενείς υψηλού κινδύνου αλλά και για άτομα με ήπια ως μέτρια συμπτώματα.
Η ουσία ενσιτρελβίρη της ιαπωνικής Shionogi έχει εγκριθεί μέχρι στιγμής μόνο στην Ιαπωνία και συνεχίζει να υποβάλλεται σε κλινικές μελέτες για την πιθανή αδειοδότησή της και σε άλλες χώρες.
Σε μια από αυτές τις μελέτες, αναφέρει ο δικτυακός τόπος του περιοδικού Nature, ασθενείς με ήπια ή μέτρια Covid-19 χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες, από τις οποίες η πρώτη έλαβε 125 milligram ενσιτρελβίρης, η δεύτερη 250 mg και η τρίτη ψευδοφάρμακο (placebo) για λόγους σύγκρισης.
Το 20% των εθελοντών της μελέτης παρουσίαζε τουλάχιστον μερική απώλεια της γεύσης ή της όσφρησης στην αρχή της δοκιμής.
Τρεις ημέρες μετά την έναρξη της θεραπείας, η αναλογία των ασθενών με ανοσμία ή αγευσία άρχισε να πέφτει ταχύτερα στις δύο ομάδες που έλαβαν το πραγματικό φάρμακο. Μέχρι την έβδομη ημέρα, η αναλογία αυτή ήταν 39% μικρότερη στην ομάδα που έλαβε 250 mg ενσιτρελβίρης, συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου.
Η διαφορά σε σχέση με την ομάδα ελέγχου εξαφανίστηκε τρεις εβδομάδες μετά την έναρξη της θεραπείας, καθώς οι ασθενείς που λάμβαναν placebo είχαν αρχίσει να αναρρώνουν.
«Οι περισσότεροι άνθρωποι αναρρώνουν τελικά από μόνοι τους, γνωρίζουμε όμως ότι κάποιοι άνθρωποι έχουν μακροχρόνιο πρόβλημα με την όσφρηση και τη γεύση» σχολίασε ο Γιοχέι ντόι του Πανεπιστημίου Υγείας Φουτζίτα στην Ιαπωνία, μέλος της ομάδας που παρακολούθησε την κλινική μελέτη.
Όσον αφορά τα υπόλοιπα συμπτώματα της Covid-19, το ιαπωνικό χάπι επιτάχυνε την υποχώρησή τους κατά περίπου μία ημέρα.
Η ενσιτρελβίρη είναι το δεύτερο φάρμακο που επιταχύνει την επαναφορά της όσφρησης και της γεύσης μετά τη μολνουπαβίρη της Merck, η οποία όμως απέσυρε φέτος το αίτημα αδειοδότησης στην Ευρώπη.
Το θετικό πάντως είναι ότι η αγευσία και η ανοσμία είναι λιγότερο πιθανό να εμφανιστούν σε ασθενείς που προσβλήθηκαν από στελέχη της παραλλαγής Όμικρον, τα οποία επικρατούν σήμερα σε όλο τον κόσμο.
Στην αρχή της πανδημίας, περίπου το 40 με 50 τοις εκατό των ασθενών εκτιμάται ότι παρουσίαζαν προβλήματα γεύσης και όσφρησης.