Λίγο μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία που έχει κοστίσει τη ζωή σε χιλιάδες Ρώσους στρατιώτες, και μετά τα πρώτα κύματα επιστράτευσης, εκατοντάδες χιλιάδες Ρώσοι πολίτες έφυγαν από τη χώρα αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον.
Όμως όπως φαίνεται, δεν πήγαν τα πράγματα όπως περίμεναν και πολλές χιλιάδες από αυτούς επέλεξαν να επιστρέψουν στη Μόσχα – ένα σημάδι του βαθμού στον οποίο το Κρεμλίνο κατάφερε να διατηρήσει ένα ίχνος κανονικότητας στην πρωτεύουσα παρά τον πόλεμο, όπως επισημαίνουν οι Financial Times.
Περισσότεροι από 820.000 άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τη Ρωσία από τον Φεβρουάριο του 2022, σύμφωνα με μελέτη του Re:Russia, ενός ιστότοπου που διαχειρίζονται εξόριστοι ακαδημαϊκοί. Αυτή η έξοδος αντιπροσωπεύει ένα από τα μεγαλύτερα κύματα μετανάστευσης από τη Ρωσία τουλάχιστον από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης.
Στους μετανάστες περιλαμβάνονται αντιφρονούντες που αντιτίθενται στον πόλεμο και ανερχόμενοι νέοι επαγγελματίες που έφυγαν για οικονομικούς λόγους ή για να ξεφύγουν από τον στρατό. Μερικοί αναχώρησαν τις πρώτες ημέρες και εβδομάδες της ευρείας κλίμακας εισβολής, ενώ άλλοι έφυγαν έξι μήνες αργότερα, όταν το Κρεμλίνο διέταξε μια μαζική επιστράτευση ανδρών που θα στέλνονταν για να πολεμήσουν στην Ουκρανία.
Ενώ πολλοί αντιφρονούντες έχουν μείνει στις χώρες στις οποίες κατέφυγαν, ορισμένοι νέοι επαγγελματίες επιλέγουν να επιστρέψουν στη Ρωσία, είτε προσωρινά είτε επ’ αόριστον, αφού ο Βλαντιμίρ Πούτιν ξεκαθάρισε ότι το Κρεμλίνο δεν είχε σχέδια για άλλη μια μαζική επιστράτευση. Οι ακαδημαϊκοί στο Re:Russia είπαν ότι ήταν «πολύ πιθανό» ορισμένοι από αυτούς που είχαν εγκαταλείψει τη Ρωσία για να αποφύγουν την επιστράτευση να έχουν ήδη επιστρέψει.
Η αναταραχή σε Ισραήλ και Αρμενία
Η πρόσφατη αναταραχή στο Ισραήλ και την Αρμενία έχει περιπλέξει περαιτέρω τα πράγματα για τους χιλιάδες Ρώσους που είχαν μετακομίσει σε αυτές τις χώρες.
Περισσότεροι από 35.000 Ρώσοι έφυγαν για το Ισραήλ πέρυσι, σύμφωνα με την «Εβραϊκή Υπηρεσία για το Ισραήλ», τη μεγαλύτερη εβραϊκή μη κερδοσκοπική οργάνωση. Πολλοί μένουν, και για όσους σχεδιάζουν να επιστρέψουν, ίσως οδηγηθούν σε φυλακές της Σιβηρίας, όπως διαμήνυσαν κάποιοι ρώσοι βουλευτές.
Η Αρμενία, μια μικρή δημοκρατία στον Καύκασο που παραδοσιακά ευθυγραμμίζεται με τη Μόσχα, έχει δεχθεί περισσότερους Ρώσους από οποιαδήποτε άλλη χώρα εκτός από το Καζακστάν και τη Σερβία. Όμως, αφότου το Αζερμπαϊτζάν πήρε πίσω τον αρμενικό θύλακα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ τον περασμένο μήνα, παρά τις ρωσικές ειρηνευτικές δυνάμεις που σταθμεύουν εκεί, το αντιρωσικό αίσθημα έχει αυξηθεί.
Ο Εμίλ Καμάλοβ και η Ιβέτα Σεργκέεβα, δύο ερευνητές στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο στη Φλωρεντία, μελετούν την εκροή Ρώσων μεταναστών σε έρευνες από την αρχή της εισβολής. Οι ερωτηθέντες, σημείωσαν, ήταν σε μεγάλο βαθμό μορφωμένοι και νέοι, σε σύγκριση με το συνολικό ρωσικό πληθυσμό. Ωστόσο, περισσότερο από το 15% των ερωτηθέντων είχε επιστρέψει στη Ρωσία — άλλοι για να διευθετήσουν τις υποθέσεις τους, άλλοι πιο μόνιμα.
«Σίγουρα δεν είναι μια οικονομική μετανάστευση με την κλασική έννοια», είπε η Σεργκέεβα. «Πρόκειται για ανθρώπους που κατείχαν εξειδικευμένες θέσεις εργασίας στη Ρωσία και τώρα χάνουν χρήματα και στάτους… Για πολλούς ανθρώπους, η ποιότητα ζωής υποχωρεί [στο εξωτερικό]».
Το Κρεμλίνο έχει αδράξει την ευκαιρία. Τον Ιούνιο, ο Πούτιν ισχυρίστηκε ότι οι μισοί από τους Ρώσους που είχαν φύγει από τότε που ξέσπασε ο πόλεμος είχαν ήδη επιστρέψει. «Δεν βλέπω τίποτα κακό εδώ», είπε.
Εχθρότητα στους Ρώσους μετανάστες
Άλλοι αξιωματούχοι υποστήριξαν ότι πολλοί επέλεξαν να επιστρέψουν λόγω εχθρότητας και καχυποψίας προς τους Ρώσους μετανάστες, επικαλούμενος τον πρόεδρο της Τσεχίας Πετρ Πάβελ, ο οποίος κάλεσε όλους τους Ρώσους που ζουν στις δυτικές χώρες «να τεθούν υπό παρακολούθηση» από τις υπηρεσίες ασφαλείας,
Ο Βιατσεσλάβ Βολοντίν, πρόεδρος της ρωσικής κρατικής Δούμας (νομοθετική συνέλευση) ισχυρίστηκε ότι ο Πάβελ ήθελε να βάλει τους Ρώσους μετανάστες σε «στρατόπεδα συγκέντρωσης».
«Η επίσημη προπαγάνδα κάνει ό,τι μπορεί για να μας κάνει να πιστέψουμε ότι [μετανάστες], και κυρίως ειδικοί της πληροφορικής, επέστρεψαν μαζικά στη Ρωσία», είπε η Αλεξάνδρα Ακίροβα, Ρωσίδα ανθρωπολόγος.
«Η πραγματικότητα ήταν λίγο διαφορετική», πρόσθεσε. «Η δουλειά είναι πολύ κακή, οι βίζες είναι επίσης κακές, έτσι κάποιοι επιστρέφουν και κάποιοι όχι».
Αρκετοί Ρώσοι που αποφάσισαν να επιστρέψουν δήλωσαν ότι εξεπλάγησαν από τον βαθμό φαινομενικής κανονικότητας στη Μόσχα, όπου τα εστιατόρια και τα μπαρ παραμένουν ζωντανά. Δυτικά brands όπως τα McDonald’s, τα Starbucks και η Pitsa Domino’s, άνοιξαν ξανά υπό ρωσική ιδιοκτησία με ελάχιστα αλλαγμένα ονόματα και λογότυπα αφού οι δυτικοί ιδιοκτήτες τους εγκατέλειψαν τη χώρα. Η Barbie προβάλλεται στη ρωσική μεγάλη οθόνη σε εκδόσεις bootleg, παρά την έλλειψη επίσημων προβολών από τότε που ο παραγωγός της αποχώρησε από τη Ρωσία.
Ορισμένοι νέοι επαγγελματίες είπαν ότι επέστρεψαν για να βρουν μια πιο προσοδοφόρα αγορά εργασίας με κενές θέσεις εργασίας και υψηλούς μισθούς σε μερικές από τις μεγαλύτερες εταιρείες τεχνολογίας της χώρας, καθώς προσπαθούν να αντικαταστήσουν τα ταλέντα που χάθηκαν στη μετανάστευση.
Ένας πρώην σύμβουλος στον παγκόσμιο όμιλο BCG, ο οποίος μετακόμισε στο γραφείο της εταιρείας στο Αζερμπαϊτζάν μετά το κλείσιμο των δραστηριοτήτων της στη Μόσχα, είπε ότι τελικά αποφάσισε να επιστρέψει για δουλειά στη Yandex —τη μεγαλύτερη μηχανή αναζήτησης της Ρωσίας— σε ρόλο διοίκησης που προσέφερε υπερδιπλάσια σε σχέση με τον προηγούμενο μισθό του.
Ένας άλλος πρώην συνεργάτης της BCG που μετακόμισε με την εταιρεία στη Λατινική Αμερική αποφάσισε να επιστρέψει στη Μόσχα και να δημιουργήσει τη δική του επιχείρηση, καθώς τον προσέλκυσε το σχετικά χαμηλό κόστος ζωής. Είπε ότι τώρα πλήρωνε μόλις 2.000 δολάρια το μήνα σε ενοίκιο για ένα προνομιακό διαμέρισμα στο κέντρο της πόλης, με το καλό φαγητό και τα ποτά να κοστίζουν πολύ λιγότερο από ό,τι στη δυτική Ευρώπη.
Όπως όλα δείχνουν, την πρώτη περίοδο του πολέμου υπήρξε ένα στιγμιαίο σοκ τον ρωσικό πληθυσμό, αλλά ουσιαστικά τώρα βλέπουμε την προσαρμογή στην «κανονικότητα» αυτή. Οι άνθρωποι κάνουν μακροπρόθεσμες επιλογές για εκεί που θέλουν να βρίσκονται και ανεξάρτητα από το αν μισούν πραγματικά τον Πούτιν τόσο πολύ, είναι πρόθυμοι να υποστούν κάποιες προσωπικές θυσίες γι’ αυτό — ή όχι.