Όποιος έζησε τα 80s και τα 90s της Αθηναϊκής Ριβιέρας ξέρει καλά τι σημαίνει «Αστέρια», στη Γλυφάδα. Ήταν η εποχή που όλα τα νυχτόβια πλάσματα κυκλοφορούσαν με τζιν και καουμπόικες μπότες σπάζοντας τους κανόνες του smart dressing και φέρνοντας ένα πρώιμο street style στην πίστα. Ήταν η εποχή επίσης, που πίστα λογιζόταν ολόκληρο το μαγαζί και οι όρθιοι μπλέκονταν με τους καθιστούς σε ένα κορυβαντικό μπολ ξεσαλώματος.
Η lifestyle ιστορία των Αστεριών, της χερσονήσου της Πούντας όπως ονομαζόταν αυτή η πανέμορφη ακτογραμμή στην αρχαιότητα, ανάμεσα στις χερσονήσους του Αγίου Κοσμά και του Καβουρίου-Βουλιαγμένης, ξεκινάει με το αρχιτεκτονικό διαμάντι μοντέρνας αισθητικής, με την εντυπωσιακή είσοδο και τις πρωτόγνωρες για τα ελληνικά δεδομένα κοσμοπολίτικες καμπάνες μπροστά στη θάλασσα. Η παραλία και το σνακ-μπαρ στην ακτή ήταν πόλος έλξης για όποιον ήθελα να λέγεται «σύγχρονος».
Η πρώτη φάση ακμής των Αστεριών
Η πολυτέλεια και το στυλ διεκδικούσαν τη θέση τους στην μεταπολεμική ελληνική κοινωνία και την κέρδιζαν. Από το 1954 έως τα τέλη της δεκαετίας του ’70 το αστέρι της παραλιακής έλαμπε πάνω μια πόλη που αναζητούσε τη νέα της ταυτότητα και φλέρταρε με τον ευρωπαϊκό αέρα.
Τα Αστέρια, τα οποία είχαν καταστραφεί στην Kατοχή, ξαναφτιάχτηκαν από τον ΕΟΤ, ενώ μέσα στην άδεια υπάρχει και η φράση «Κέντρο Διασκέδασης». Κι έτσι ξεκινάει η ιστορία του νυχτερινού κέντρου με τη μεγαλύτερη ίσως λάμψη στην ιστορία της χώρας μας.
Δείτε το βίντεο με την ιστορία των «Αστεριών»
«Γιατί δεν δίνεις τα Αστέρια στον Αργύρη, που πάει καλά και θα τα αναδείξει;»
Έλα όμως, που η μόδα γυρίζει και μυρίζει αναζητώντας νέες φόρμες επιχειρηματικότητας υπό τη μορφή τάσεων. Έτσι, καθώς τα κέντρα και τα κλαμπ αντικαθίστανται στα ‘80s από τις ντίσκο και ο κόσμος αναζητά περισσότερο θέαμα, παγιέτες και βάτες, τα Αστέρια παρακμάζουν.
Τότε εμφανίζεται στο κάδρο ο επιχειρηματίας που ξέρει τη νύχτα σαν την παλάμη του χεριού του, ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος, ο οποίος γράφει τη δεύτερη χρυσή περίοδο των Αστεριών.
«Όλα άρχισαν το 1980, την εποχή που τα Αστέρια της Γλυφάδας, το κέντρο διασκέδασης που είχε φιλοξενήσει τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες και τα μεγαλύτερα συγκροτήματα του κόσμου, ήταν σε παρακμή. Εγώ είχα το κέντρο Αθηναία στο Κολωνάκι κι ήταν φίλος μου ο Κώστας Βουτσάς, ο οποίος ήρθε στο μαγαζί ένα βράδι και μου σύστησε τον διευθυντή των Αστεριών, τον κ. Χρόνη Στεργιόπουλο, έναν εξαιρετικό άνθρωπο. Εκείνο το βράδυ λοιπόν του λέει ο Βουτσάς: “Γιατί δεν δίνεις τα Αστέρια στον Αργύρη, που πάει καλά και θα τα αναδείξει;”. Έτσι, το 1981 πήρα τα Αστέρια. Τότε λειτουργούσαν οι καμπάνες, η πλαζ με τις ξαπλώστρες της πάντα γεμάτη κόσμο, οι πετσέτες με τους λουόμενους γέμιζαν το γκαζόν, οι εγκαταστάσεις της πλαζ είχαν γήπεδα τένις μέσα, είχε και beach volley κι έρχονταν όλοι οι επώνυμοι. Όλη η κοσμική Αθήνα σε μια πλαζ» θα πει ο ίδιος στην Γεωργία Βαμβακερού του noupou.gr.
Το παρατσούκλι του ήταν ο «Θανάσης ο μπατίρης»
Ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος έβγαλε το Δημοτικό στην Πολύδροσο της Φωκίδας ενώ η αφορμή για να έρθει στην Αθήνα -τη δεκαετία του 1950- ήταν ο πατέρας του, Θανάσης Παπαργυρόπουλος, ο οποίος ήδη εργαζόταν στην πρωτεύουσα ως αυτοκινητιστής. «Ήταν οδηγός σε ταξί. Το παρατσούκλι του ήταν ο “Θανάσης ο μπατίρης”. Στην πορεία αγόρασε δυο δικά του ταξί» θα πει ο Αργύρης στον Μαρίνο Βυθούλκα και στο περιοδικό People. Το πρώτο του σπίτι στην Αθήνα βρισκόταν στα Πατήσια. Εκεί έμενε μαζί με τον πατέρα του, αλλά και έναν θείο του, ενώ αμέσως γράφτηκε στη βραδινή τεχνική σχολή Ήφαιστος, προκειμένου να μάθει την τέχνη του ηλεκτρολόγου, και τα πρωινά εργαζόταν, είτε βοηθώντας τον πατέρα του είτε τον θείο του.
«Από 12 χρόνων έχω ένσημα από το ΙΚΑ. Τα πρωινά εργαζόμουν ως βοηθός ηλεκτρολόγου. Θυμάμαι πως κάτω από την Πλατεία Κλαυθμώνος, στην εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων, υπήρχε μια πιάτσα που πέρναγε ο κόσμος και ζητούσε ηλεκτρολόγους. Πήγαινα κι εγώ το πρωί με το βαλιτσάκι μου και περίμενα να περάσει κάποιος για να βγάλω το μεροκάματο στις οικοδομές. Τα βράδια, όμως, πήγαινα κανονικά στην τεχνική σχολή και την τελείωσα ύστερα από τέσσερα χρόνια. Εκτός από τις οικοδομές, κάποιες Κυριακές βοηθούσα και τον μπάρμπα μου, ο οποίος είχε ένα Opel Kadett.
»Φορτώναμε πάγο από το εργοστάσιο του Φιξ και κατεβαίναμε στην παραλία της Γλυφάδας να πουλήσουμε γκαζόζες και πορτοκαλάδες. Η αλήθεια είναι πως τα γράμματα δεν τα έπαιρνα πολύ, αλλά είχα πείσμα να τα καταφέρω» προσθέτει ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος.
Στην Αθήνα θα γνωρίσει κάποιους που τον παροτρύνουν να πάει μαζί τους ως μισθοφόρος στη Λεγεώνα των Ξένων, ένα στρατιωτικό σώμα στην υπηρεσία της Γαλλίας. «Πήγα, αλλά επειδή ήμουν πολύ μικρός, δεν με δέχθηκαν στη Λεγεώνα» θυμάται.
Ναυτικός σε εμπορικό πλοίο
Σε ηλικία 18 ετών θα κάνει το πρώτο του μεγάλο ταξίδι στην Αμερική. Αφορμή στάθηκαν οι διηγήσεις του παππού του, ο οποίος είχε μεταναστεύσει εκεί από το 1920. «Όλοι στην οικογένεια έλεγαν πως είχα τα ίδια χούγια με τον παππού. Εκτός από τα χούγια και το όνομά του, είχα κληρονομήσει και ένα κόκκινο σημάδι στο μέτωπό μου. Ο παππούς στην Αμερική εργαζόταν στο Σιάτλ, περνούσε τις ράγες για τα τρένα. Μου έλεγε πολλές ιστορίες και μέσα στο μυαλό μου είχα ήδη πλάσει εικόνες.
»Έτσι, λοιπόν, αποφάσισα να εργαστώ ως ναυτικός σε εμπορικό πλοίο. Το πρώτο ταξίδι είχε προορισμό τη Νέα Υόρκη. Έφυγα αεροπορικώς από την Αθήνα και προσγειωθήκαμε στην Αλεξάνδρεια. Από εκεί μας πέρασαν οδικώς στην Πορτ Σάιντ, όπου μπήκαμε στο καράβι με προορισμό τη Νέα Υόρκη. Όταν πιάσαμε λιμάνι και κατέβηκα, έπαθα πλάκα. Αισθάνθηκα πως ήμουν σε έναν άλλο πλανήτη και δεν σταμάτησα να την καμαρώνω. Εκεί διαπίστωσα τι πάει να πει πολιτισμός» συνεχίζει την αφήγηση της ζωής του ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος.
Ως ναυτικός, την ίδια περίοδο, θα πάει στον Περσικό Κόλπο και στη Ρωσία. «Ήμουν τυχερός, διότι μέσα σε τέσσερα χρόνια πήγα σε δύο ηπείρους. Ύστερα από τη Ρωσία, πήγα Ρουμανία και Πολωνία, Ινδίες, Νότιο Αμερική και Βραζιλία. Είδα πάρα πολλά πράγματα που ένα παιδί από το χωριό δεν θα έβλεπε ποτέ. Είδα γυναίκες σαν τα κρύα τα νερά να ανοίγουν τα πόδια τους για ένα μοσχοσάπουνο και ένα καλσόν.
»Όλα αυτά έμειναν αποτυπωμένα στο μυαλό μου. Έζησα δύσκολες στιγμές, επικίνδυνες, αλλά έπρεπε να γίνω κι εγώ σκληρός, προκειμένου να αντιμετωπίσω τις δυσκολίες που έρχονταν. Και δεν ντρέπομαι που θα στο πω: Σπούδασα στα μεγαλύτερα πουτ@ναριά του κόσμου, έπεσα και κολύμπησα σε βαθιά νερά, κάτι που ίσως μου στέρησε το συναισθηματισμό και τα φλερτάκια που είχαν άλλα παιδιά της ηλικίας μου. Τον έρωτα δεν τον έζησα», παραδέχεται ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος στην ίδια συνέντευξη, στο People.
«Όχι σκυλάδικα, ποτέ σκυλάδικα, γιατί τα Αστέρια ήταν ένα elegant μαγαζί»
«Όταν ανέλαβα λοιπόν το μαγαζί, έκανα κάτι πολύ πρωτότυπο για την εποχή» θα θυμηθεί στη Γεωργία Βαμβακερού στο noupou.gr. «Έβαλα μέσα τρεις πίστες. Τα εγκαίνια έγιναν με τη Ζανέτ Καπούγια, τον μαέστρο του Ντέμη Ρούσου και μια Αμερικανίδα τραγουδίστρια, που είχε κάνει τότε δυο τρία σουξέ, μαζί με δυο χορεύτριες που χόρευαν με rolling skate και στις τρεις πίστες. Πήδαγαν με τα skate από τη μία πίστα στην άλλη κι από κάτω γινόταν χαμός από τον κόσμο.
»Στα εγκαίνια έγινε χαμός! Μαζεύτηκε χιλιάδες κόσμου, εγώ δεν μπορούσα να τους εξυπηρετήσω, μπλοκάραμε. Πήγαιναν στην πλατεία της Γλυφάδας και στο Bussola, το ιταλικό εστιατόριο απέναντι, για να πάρουν φαγητό γιατί η κουζίνα μας δεν προλάβαινε. Εγώ πού να τα βγάλω πέρα με τόσον κόσμο; Η πρώτη εβδομάδα ήταν δραματική για εμάς. Είχαμε δέκα σερβιτόρους και χρειαζόμασταν τριάντα. Από κει κι έπειτα ήταν μια πολύ επιτυχημένη σεζόν κι εγώ, σύμφωνα με το πνεύμα της εποχής, το συνέχισα με λαϊκά. Όχι σκυλάδικα, ποτέ σκυλάδικα, γιατί τα Αστέρια ήταν ένα elegant μαγαζί κι εγώ δεν το άφησα ποτέ να χάσει την αίγλη του. Άλλωστε από αυτό το μαγαζί στο παρελθόν είχαν περάσει μεγάλοι καλλιτέχνες διεθνούς φήμης. Μέχρι κι ο μεγάλος Χάρι Μπελαφόντε» θα συνεχίζει την αφήγηση της προσωπικής του ιστορίας αλλά και μιας ολόκληρης εποχής για την Ελλάδα, ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος.
«Το 1990, τα Αστέρια πήραν φωτιά και κάηκαν εντελώς»
«Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε έρθει στο μαγαζί. Θυμάμαι ότι ήταν σαν να είχε μαγνητικό πεδίο γύρω του, περνούσε και σηκωνόταν ο κόσμος. Μάγευε. Του ζήτησα να βγούμε μαζί μια φωτογραφία και του φωτογράφου από την ταραχή, του έπεσε κάτω η μηχανή κι έσπασε. Αλλά κι ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν μόνιμα εδώ. Ερχόταν στις πρεμιέρες, έφερνε την παρέα του και πάντα χόρευε.
»Το 1990, τα Αστέρια πήραν φωτιά και κάηκαν εντελώς. Καταστροφή. Μόλις είχα γυρίσει στο σπίτι κι ήρθε ένας γείτονας και μου το είπε. Πήγα στο μαγαζί και είδα αποκαΐδια. Τότε, σήκωσα ψηλά τα μανίκια, μετέφερα τους χορούς που είχα ήδη κλείσει στο διπλανό μαγαζί, στην πισίνα, και το ξαναφτιάξαμε από την αρχή.
»Στα Αστέρια έμεινα τριανταπέντε χρόνια. Αυτό το μαγαζί είναι η ζωή μου όλη. Εκεί παντρεύτηκα, στα Αστέρια, μέσα στη θάλασσα βάφτισα και τα δυο παιδιά μου, όλες οι αναμνήσεις μου είναι εκεί» θα ολοκληρώσει την εξιστόρηση του κεφαλαίου «Αστέρια» ο ίδιος ο επιχειρηματίας.
Μια από τις πολλές ιστορίες που έχει να κάνει με την πορεία του Αργύρη Παπαργυρόπουλου μέσα στη νύχτα, έχει για πρωταγωνιστή τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον καιρό που μόλις είχε εκλεγεί πρωθυπουργός
Η βόμβα και ο Ανδρέας Παπανδρέου
Μια από τις πολλές ιστορίες που έχει να κάνει με την πορεία του Αργύρη Παπαργυρόπουλου μέσα στη νύχτα, έχει για πρωταγωνιστή τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον καιρό που μόλις είχε εκλεγεί πρωθυπουργός.
Σύμφωνα με αυτή ο Ανδρέας Παπανδρέου μαζί με τον Γιώργο Κατσιφάρα και λίγους φίλους κλείνει τραπέζι στην θρυλική «Αθηναία».
Ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος θέλοντας να τον περιποιηθεί δεν του δίνει απλά το πρώτο τραπέζι, αλλά με το που κάθεται η παρέα στέλνει αμέσως σαμπάνιες.
Ο Ανδρέας του γνέφει και μόλις ο επιχειρηματίας στέκεται από πάνω του λέει χαμογελαστός: «Τι είναι αυτά ρε; Φέρε μας κανένα ουίσκι να πιούμε».
Η επιθυμία του πραγματοποιείται άμεσα και η παρέα μετά από λίγη ώρα δείχνει να απολαμβάνει τη βραδιά, εν αντιθέσει με τον Παπαργυρόπουλο, ο οποίος ταράζεται από ένα απειλητικό τηλεφώνημα για βόμβα στο μαγαζί.
Πηγαίνει αμέσως στο πρωθυπουργικό τραπέζι, ενημερώνει τον Ανδρέα Παπανδρέου για το τηλεφώνημα και ακολουθεί ένας απολαυστικός διάλογος με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ να ρωτάει ατάραχος:
-«Το έχεις ασφαλίσει το μαγαζί;».
-«Όχι πρόεδρε…».
-«Κακό του κεφαλιού σου τότε, γιατί εγώ δεν φεύγω!».
Στην οδό Τύχης, αριθμός 13
Σήμερα που τα «Αστέρια» της Γλυφάδας περνούν στην τρίτη χρυσή εποχή τους με τη Grivalia Hospitality και την αραβική Kerzner International να αναλαμβάνει τη διαχείριση του ξενοδοχειακού συγκροτήματος One & Only Aesthesis, ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος έγινε είδηση, ξανά, στα νέα του καλλιτεχνικού κόσμου αφού έχασε σε πλειστηριασμό τη βίλα του στη Γλυφάδα.
«Μου πήραν το σπίτι, μου πήραν και το μαγαζί μου. Και θέλησαν να με πετάξουν στον δρόμο. Δεν πειράζει, όμως. Κανένας δεν παίρνει τα σπίτια του στην κάσα» θα σχολιάσει ο ίδιος.
«Το σπίτι μου βγήκε σε πλειστηριασμό σήμερα (σ.σ.: 25/10/2023), στη 1 το μεσημέρι, μέσω ηλεκτρονικής διαδικασίας. Ξεκίνησε στις 11.30 το πρωί, με τιμή εκκίνησης 3.500.000, για να πουληθεί τελικά 7.500.000 ευρώ. Εξευτελιστική τιμή για ένα υπέροχο σπίτι, αληθινό στολίδι, στο ωραιότερο σημείο της γης, στο ομορφότερο σημείο της Γλυφάδας. Στην οδό Τύχης, αριθμός 13.
»Σε μία έκταση ενός στρέμματος και εμβαδόν οικήματος 500 m2, με υπόγειο, ισόγειο και δύο επιπλέον ορόφους, με μία πισίνα και με έναν υπέροχο κήπο. Η δε αξία του ξεπερνά κατά πολύ τα 10.5000.000 ευρώ. Δεν με πειράζει, όμως, τίποτα. Δεν με ενοχλεί καν που μου άρπαξαν το σπίτι μέσα από τα χέρια μου, όπως του φτωχού το αρνί. Δεν είναι, εξάλλου, η πρώτη φορά που αρπάζουν την περιουσία μου σε πλειστηριασμούς. Πριν από πέντε χρόνια μού άρπαξε η τράπεζα το διώροφο οικοδόμημα του Κολωνακίου αξίας 5.000.000 ευρώ, με τελική τιμή πλειστηριασμού 800.000 και στη συνέχεια το μοσχοπούλησε σε αστρονομικό ποσό. Και το χειρότερο είναι ότι από τα 800.000 ευρώ, το 65% το πήρε η τράπεζα και μόνο το 35% πήγε στο Ελληνικό Δημόσιο, αφήνοντάς με και πάλι χρεωμένο» θα εξηγήσει ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος για να συμπληρώσει:
«Μεγάλωσα τα παιδιά μου μέσα στο σπίτι αυτό και τώρα πια που μου το πήραν, ο καθένας μας θα πάρει τον δρόμο του».
Ο γιος του, Νάσος Παπαργυρόπουλος και η γυναίκα του, Λιάνα
«Ο πατέρας μου ποτέ δεν καταχράστηκε, πήγαινε με τον σταυρό στο χέρι» δήλωσε, πριν μερικούς μήνες ο Νάσος Παπαργυρόπουλος, γιος του επιχειρηματία, τον οποίο Νάσο γνωρίσαμε ως παίκτη του Survivor μέσα από την ελληνική τηλεόραση. «Τον αγαπώ και του χρωστάω πάρα πολλά. Ήταν πολύ ανοιχτοχέρης. Δεν έβαλε μπροστινούς στις εταιρείες. Όταν κάναμε γιορτές στο χωριό, μάζευε τα φαγητά και πηγαίναμε το βράδυ στα σπίτια φτωχών και άφηνε φαγητό και χρήματα» συμπλήρωσε ο γιος ενώ ο πατέρας είχε πει, παλιότερα:
«Όταν, γεννήθηκε ο πρώτος μου γιος, ο Νάσος, άλλαξε η ζωή μου. Οι πιο γλυκές στιγμές της ζωής μου ήταν οι στιγμές που αγκάλιαζα τα δύο παιδιά μου, τον Νάσο και τον Άρη. Εκείνες οι στιγμές ήταν σαν να αγκάλιαζα ολόκληρο τον κόσμο.
»Λόγω της δουλειάς μου, όμως, γυρνούσα τα ξημερώματα στο σπίτι. Κάποια στιγμή, αγανάκτησε, με έδιωξε και να ’ναι καλά που με έδιωξε» θα συμπληρώσει για τη γυναίκα του, Λιάνα:
«Φεύγοντας από αυτή τη ζωή, η τελευταία μας κατοικία έχει 50 πόντους πλάτος και δύο μέτρα μήκος. Τόσο είναι το κουτί που σε βάζουν και δεν χωράει τίποτα άλλο να πάρεις μαζί σου. Χαίρομαι για τη ζωή που έζησα. Έζησα μια ζωή γεμάτη, αλλά ακόμα δεν έχω παραιτηθεί. Ήρθα από το χωριό στην Αθήνα, γνώρισα πολλούς ανθρώπους και σίγουρα όλα όσα έζησα μου έμαθαν πολλά πράγματα.
»Ο τρόπος ζωής μου ίσως να μη με βοήθησε να κάνω τη σωστή οικογένεια. Κάποια στιγμή, αποφάσισα να παντρευτώ. Η γυναίκα μου, η Λιάνα, πέρα από μια όμορφη γυναίκα, είναι κι ένας θαυμάσιος άνθρωπος. Στο παρελθόν, είχε λάβει μέρος σε καλλιστεία και βγήκε νικήτρια. Μάλιστα, η διοργανώτρια των καλλιστείων είχε πει πριν ξεκινήσει ο διαγωνισμός με χιούμορ πως “Αυτή που θα βγει πρώτη, θα παντρευτεί τον Αργύρη”. Και συμπωματικά παντρευτήκαμε.
Λόγω της δουλειάς μου, όμως, γυρνούσα τα ξημερώματα στο σπίτι. Κάποια στιγμή, αγανάκτησε, με έδιωξε και να ’ναι καλά που με έδιωξε. Οι σχέσεις μας είναι καλές, αλλά δεν γινόταν να μείνουμε μαζί. Δυστυχώς, δεν μπόρεσα να κρατήσω την οικογένειά μου ενωμένη. Ίσως να φταίει πως κι εγώ έφυγα από τη δική μου οικογένεια σε πολύ μικρή ηλικία. Ήμουν πάντα εργένης, αγρίμι και extreme σε όλα μου».
Η ομοφοβία του και το φιλί από ομοφιλόφιλο φίλο
Ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος πρόσφατα αφηγήθηκε ένα περιστατικό με έναν ομοφυλόφιλο φίλο του σε συνέντευξη που έδωσε στην εκπομπή «Πρωινό ΣουΣου».
«Μεγάλωσα μέσα στην πιάτσα, στο Μεταξουργείο. Παρακολούθησα όλη αυτή τη σταδιοδρομία που έγινε με τους ομοφυλόφιλους, με τις αδελφούλες, με το αδελφάτο, αυτό το κίνημα, το οποίο εμένα, και στο μαγαζί μου μέσα είχα και φίλους είχα και στο σπίτι μου έμπαιναν.
»Θα σου πω περιστατικό με έναν φίλο μου, μεγάλο ζεν πρεμιέ στην Ελλάδα. Το ήξερα ότι είναι ομοφυλόφιλος.
»Και μια ημέρα με έπιασε και με φίλησε στο στόμα ξαφνικά. Μέχρι να προλάβω, του έχωσα μια κλωτσιά του κερατά εκεί στις σκάλες. Ξεφτιλίστηκα, μπήκα μέσα και πλενόμουν με νερό» είπε ενώ δεν ήταν η πρώτη φορά που μιλούσε εναντίον της ομοφυλοφιλίας στην ελληνική τηλεόραση μιας και στο παρελθόν είχε πάρει ξεκάθαρη θέση σαν μέλος ενός πάνελ σε βραδινό talk show.