Οι Ηνωμένες Πολιτείες και ο Τζο Μπάιντεν έχουν ξεκαθαρίσει εξαρχής με ποιου το μέρος είναι, στηρίζοντας με κάθε τρόπο το Ισραήλ και μεταφέροντας στην περιοχή ισχυρότατες στρατιωτικές δυνάμεις, σε ένα σαφές μήνυμα προς άλλες χώρες – κυρίως το Ιράν – να μην εμπλακούν στη σύγκρουση.
Ακριβώς για τον λόγο αυτό, όμως, Λευκός Οίκος και Πεντάγωνο θέλουν να έχουν άμεση εικόνα όσων συμβαίνουν και για τα πολιτικά και στρατιωτικά σχέδια των συμμάχων τους, πολύ περισσότερο καθώς διακυβεύεται και η δική τους θέση. Καθώς δε πυκνώνουν οι πληροφορίες και οι ενδείξεις για διαφωνίες ανάμεσα στον Νετανιάχου και τους στρατηγούς του, οι ΗΠΑ έχουν κάθε λόγο να ανησυχούν.
Αυτός φαίνεται ότι είναι και ένας από τους λόγους που ανάγκασαν την Ουάσιγκτον, εκτός από την επίσκεψη στο Ισραήλ του υπουργού Αμυνας και του αρχηγού του γενικού επιτελείου, να στείλει επιτόπου και ομάδα «συμβούλων», προκειμένου να καθοδηγήσουν τον στρατό του ενόψει της χερσαίας εισβολής στη Γάζα και να τον προειδοποιήσουν για τους τεράστιους κινδύνους που πιθανότατα κρύβει.
Επικεφαλής δε αυτής της ομάδας φέρεται να είναι, σύμφωνα με τις πληροφορίες της Axios, ένα από τα πλέον επίλεκτα στελέχη των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων: Ο αντιστράτηγος των πεζοναυτών Τζέιμς Γκλιν, ο οποίος διαθέτει μεγάλη εμπειρία σε πολέμους που διεξάγονται σε αστικό περιβάλλον, καθώς έχει θητεία στο Ιράκ, ενώ έχει συμμετάσχει και στην πολιορκία της Μοσούλης, όταν η πόλη είχε καταληφθεί από τον ISIS.
«Τους δίνουμε τις καλύτερες συμβουλές μας. Είναι σημαντικό όχι μόνο το τι κάνουν, αλλά και το πώς το κάνουν», δήλωσε πρόσφατα ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Αντονι Μπλίνκεν – ο οποίος, εκτός των άλλων, αντιλαμβάνεται πολύ καλά και το πολιτικό κόστος που έχει η δραματική αύξηση των θυμάτων στις τάξεις των άμαχων Παλαιστινίων.
Ουκρανία, Μέση Ανατολή – και Ταϊβάν;
Η αλήθεια, ωστόσο, είναι ότι για τον Μπλίνκεν, όπως άλλωστε και για τον Μπάιντεν, αυτός δεν είναι ο μοναδικός «πονοκέφαλος» τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, καθώς υπάρχουν και άλλα μέτωπα ανοιχτά στα οποία οι ΗΠΑ εμπλέκονται άμεσα, με πρώτο αυτό της Ουκρανίας.
Το γιατί εξηγεί ο Μάθιου Κρόνιγκ του «Atlantic Council»: «Πρόκειται για την πιο επικίνδυνη στιγμή από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Στην περίπτωση που εμπλακούν Χεζμπολάχ και Ιράν, η Αμερική ενδεχομένως νιώσει αναγκασμένη να επέμβει.
Μήπως τότε η Κίνα βρει την ευκαιρία να δοκιμάσει κάτι εναντίον της Ταϊβάν;». Με άλλα λόγια, όπως σημειώνει το περιοδικό «Economist», το ερώτημα που τίθεται πλέον επιτακτικά είναι «εάν η Αμερική είναι σε θέση να διαχειριστεί ταυτόχρονα δύο πολέμους, ενδεχομένως και έναν τρίτο» καθώς, όπως διαπιστώνει, «η υπερδύναμη είναι υπερφορτισμένη».
Η διαπίστωση που έκανε ο πρόεδρος των ΗΠΑ στο πρόσφατο διάγγελμά του, μετά την επιστροφή από το ταξίδι-αστραπή στο Ισραήλ, κρύβει το κλειδί για την απάντηση. «Η αμερικανική ηγεσία είναι αυτή που διατηρεί τη συνοχή του κόσμου», είπε ο Μπάιντεν, επικαλούμενος και τους συμμάχους της.
Παρά την ασύλληπτη στρατιωτική ισχύ της υπερδύναμης, ωστόσο, μένει να αποδειχθεί εάν μπορεί όντως η συνοχή αυτή να διατηρηθεί – και με ποιο τρόπο.