Μνήμες από το Έπος του ’40, την εισβολή των Ιταλών και τις νικηφόρες μάχες του ελληνικού στρατού στα βουνά της Ηπείρου και της Αλβανίας ξεδιπλώθηκαν στο Καλπάκι, στα ίδια μέρη όπου γράφτηκαν ορισμένες από τις πιο λαμπρές σελίδες της νεοελληνικής ιστορίας.
Επιμνημόσυνη δέηση και κατάθεση στεφάνου στο Μνημείο του Μαχητή
Τόπος προσκυνήματος το Μνημείο του Μαχητή – του στρατιώτη που πολέμησε κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, του στρατιώτη που γύρισε στην πατρίδα, αλλά κι εκείνου που ακόμη περιμένει στα πεδία των μαχών…
Στο Μνημείο του Μαχητή που αγναντεύει τα ίδια χώματα τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση και ακολούθησε κατάθεση στεφάνων.
Αναπαράσταση της μάχης του Καλπακίου
Οι εκδηλώσεις κορυφώθηκαν, όπως κάθε χρόνο, με την αναπαράσταση της μάχης του Καλπακίου.
Η πολυήμερη μάχη στη γραμμή άμυνας Καλπάκι-Καλαμάς διήρκεσε από την 28η Οκτωβρίου έως την 13η Νοεμβρίου, όταν ο ελληνικός στρατός αναχαίτισε τους εισβολείς Ιταλούς, οι οποίοι πέρασαν στην οπισθοχώρηση. Και έτσι ξεκίνησε η νικηφόρα προέλαση, ξεκίνησε να γράφεται η ιστορία που έγινε Έπος!
Η μάχη του Καλπακίου
Τα ιταλικά σχέδια για την κατάληψη της Ελλάδας προέβλεπαν αρχικά την αιφνιδιαστική επίθεση σε Ήπειρο και Κέρκυρα για την κατάληψή τους. Έπειτα επρόκειτο να περάσουν προς τη Μακεδονία και την Αθήνα. Καταστρώνοντας τα ελληνικά σχέδια αναχαίτισης των Ιταλών, ο υποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, Διοικητής της 8ης Μεραρχίας Πεζικού ήταν σίγουρος για το πώς έπρεπε να αντιμετωπιστεί αυτός. Ήταν πεπεισμένος ότι στα στενά του Καλπακίου (της Ελαίας δηλαδή) ήταν το ιδανικό σημείο για να ανακοπεί η προέλαση των ιταλικών στρατευμάτων προς τα Ιωάννινα. Και υπήρχε πολύ συγκεκριμένος λόγος που το πίστευε αυτό.
Το έλος του Καλαμά θα αποτελούσε το φυσικό εμπόδιο που θα αποδυνάμωνε και θα αποτελούσε ένα σημαντικό εμπόδιο για τα ιταλικά τεθωρακισμένα. Και πράγματι επιβεβαιώθηκε σε αυτή του τη σκέψη. Τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 εκδηλώνεται η ιταλική επίθεση. Οι ιταλικές φάλαγγες άρχισαν να περνούν τα ελληνικά σύνορα. Το έργο της 8ης Μεραρχίας δεν ήταν καθόλου εύκολο.
Η οργανωμένη επίθεση άρχισε στις 2 Νοεμβρίου το πρωί
Ιταλικά αεροσκάφη σε διαδοχικά κύματα βομβάρδισαν την Γκραμπάλα, το Καλπάκι, τη Μονή Βελλάς, το αεροδρόμιο Ιωαννίνων και τη γέφυρα Μαζαράκι, αλλά και πάλι χωρίς τα επιθυμητά αποτελέσματα. Ακολούθησε, το μεσημέρι, σφοδρός βομβαρδισμός από το ιταλικό πυροβολικό, παρά το γεγονός, όμως, ότι ρίχτηκαν περισσότερα από 2.000 βλήματα και τα υψώματα κυριολεκτικά καταστράφηκαν, οι απώλειες ήταν και πάλι ελάχιστες, χάρη στην αποτελεσματική προετοιμασία των Ελλήνων. Την ίδια τύχη είχε και η επίθεση των δύο ιταλικών μεραρχιών «Φερράρα» και «Κενταύρων», που κινήθηκαν κατά των υψωμάτων Γκραμπάλα και Ψηλορράχη. Χάρη στην επιτυχημένη δράση του ελληνικού πυροβολικού η επίθεση αποκρούστηκε με σοβαρές απώλειες για τους Ιταλούς.
Ώρες αγωνίας στο ύψωμα Γκραμπάλα
Παρ’ όλα αυτά, το ίδιο βράδυ, ένα τάγμα Αλβανών και επίλεκτα ιταλικά τμήματα με αιφνιδιαστική επίθεση κατέλαβαν το ύψωμα Γκραμπάλα και ανέτρεψαν τον εκεί λόχο του 15ου Συντάγματος. Η σφοδρή χιονοθύελλα που ακολούθησε εμπόδισε οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια και από τις δύο πλευρές, αλλά τα ξημερώματα της 3ης Νοεμβρίου οι Έλληνες ανακατέλαβαν το ύψωμα. Οι Ιταλοί εγκατέλειψαν στην Γκραμπάλα 20 νεκρούς, 6 αιχμαλώτους και πολλά όπλα και πυρομαχικά.
Σε όλη τη διάρκεια της ημέρας οι δύο πλευρές αντάλλασσαν πυρά πυροβολικού, ενώ η ιταλική αεροπορία βομβάρδιζε το Καλπάκι και τα Σουδενά. Το απόγευμα οι Ιταλοί εκτόξευσαν νέα επίθεση κατά των υψωμάτων Γκραμπάλα, Ψηλορράχη και Ασσόνισα. 70-80 άρματα της Μεραρχίας «Κενταύρων», πλαισιωμένα με περίπου 50 μοτοσυκλετιστές, έφθασαν σε απόσταση 500-600 μ. από το Καλπάκι. Και αυτή, όμως, η επίθεση αναχαιτίστηκε από το ελληνικό πυροβολικό και την αντιαρματική άμυνα (τάφρους και ναρκοπέδιο). Πολλά ιταλικά άρματα καταστράφηκαν, ενώ τα υπόλοιπα υποχώρησαν με σοβαρές ζημιές.
Η αποτυχία αυτή του εχθρού αναπτέρωσε το ηθικό των Ελλήνων, που είχαν κατορθώσει να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα δύο σημεία υπεροχής των Ιταλών: τα άρματα μάχης, τα οποία έβλεπαν για πρώτη φορά, και την αεροπορία. Ύστερα από τις διαδοχικές αποτυχίες τους, οι Ιταλοί αναγκάστηκαν να αναβάλουν την ολοκληρωτική επίθεση που σχεδίαζαν και περιορίστηκαν σε πυρά πυροβολικού και σε αεροπορικό βομβαρδισμό, ιδίως κατά της Γκραμπάλας.
Μάχες σώμα με σώμα με τους Ιταλούς για την ανακατάληψη υψώματος
Στις 5 Νοεμβρίου το πρωί, οι Ιταλοί βομβάρδισαν τις περιοχές Γκραμπάλας και Βροντισμένης, όμως κατά τη διάρκεια της νύχτας η VIII Μεραρχία, χωρίς να γίνει αντιληπτή, είχε εγκαταλείψει τις θέσεις της. Παράλληλα, τα ιταλικά άρματα επιχείρησαν να διαβούν τον ποταμό Καλαμά, χωρίς αποτέλεσμα, όμως, γιατί ακινητοποιήθηκαν στο ελώδες έδαφος. Σποραδικές βολές επαναλήφθηκαν και την επόμενη ημέρα, ενώ στις 7 Νοεμβρίου έγινε η τελευταία γενική επίθεση των Ιταλών, που προσπάθησαν να παρακάμψουν τον κόμβο του Καλπακίου και να κατευθυνθούν προς τα Ιωάννινα. Βομβάρδισαν τις ίδιες θέσεις και κατέλαβαν προσωρινά την Γκραμπάλα, ωστόσο, το ύψωμα παρέμεινε τελικά σε ελληνικά χέρια, αφού τμήματα του 15ου Συντάγματος Πεζικού εξόντωσαν την ιταλική δύναμη των επιλέκτων, που στο στήθος τους έφεραν μεταλλικά εμβλήματα με τη φράση «στρατιώτες του θανάτου».
Στις 8 Νοεμβρίου η επιθετική δραστηριότητα των Ιταλών διακόπηκε και ο Στρατηγός Πράσκα, Διοικητής των ιταλικών στρατευμάτων στην Αλβανία αντικαταστάθηκε από τον Σοντού. Οι ιταλικές δυνάμεις άρχισαν να οπισθοχωρούν αμυνόμενες σε όλο το μήκος του μετώπου, διατηρώντας μόνο ένα προγεφύρωμα νότια του ποταμού Καλαμά.
Οι απώλειες της 8ης Μεραρχίας κατά τη μάχη του Καλπακίου (Ελαία-Καλαμά), από την 1η μέχρι την 5η Νοεμβρίου, ανήλθαν σε 3 αξιωματικούς και 57 οπλίτες νεκρούς και σε 5 αξιωματικούς και 203 οπλίτες τραυματίες. Οι απώλειες των ιταλικών δυνάμεων, ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία του στρατηγού Πράσκα, ανήλθαν σε 17 αξιωματικούς και 354 οπλίτες νεκρούς και σε 65 αξιωματικούς και 1.134 οπλίτες τραυματίες. Ως αγνοούμενοι φέρονται 10 αξιωματικοί και 648 οπλίτες.
Η νίκη των Ελλήνων στη μάχη του Καλπακίου αποδείχθηκε καθοριστική. Αποτέλεσε εξαιρετικά κομβικό σημείο για την έκβαση του ελληνοϊταλικού πολέμου. Η κατάσταση ήταν σχεδόν μη αναστρέψιμη για τους Ιταλούς από τις πρώτες κιόλας μέρες.