Για τον εφιάλτη που ζούσε η μητέρα τους στα χέρια του πατέρα τους, αποκάλυψαν τα παιδιά της αδικοχαμένης 46χρονης στο Κουκάκι, που δολοφονήθηκε από τον σύζυγό της.
Η 46χρονη εντοπίστηκε νεκρή από τον 24χρονο γιο της, μέσα στο σπίτι της οικογένειας. Η υπόθεση της γυναικοκτονίας εκδικάζεται στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο. Ο 55χρονος, που έχει ομολογήσει για τη στυγερή δολοφονία, έκανε σήμερα στο εδώλιο.
Ο 55χρονος κατέθεσε στο δικαστήριο και ισχυρίστηκε πως «θόλωσε το μυαλό του», ενώ και τα δύο παιδιά τον περιέγραψαν ως κακοποιητικό.
«Χτυπούσε την μητέρα μου και εμένα»
«Ο πατέρας μου ήταν πάντα βίαιος! Κατά τη διάρκεια όλης της ζωής μου χτυπούσε τη μητέρα μου και εμένα. Την έσπρωχνε, την έβριζε, την έδερνε. Από 10 χρόνων το έβλεπα. Η μητέρα μου φοβόταν ότι αν μιλούσε σε κάποιον έξω από το σπίτι θα χειροτέρευε η συμπεριφορά του. Ζήλευε πάρα πολύ χωρίς λόγο. Πίστευε ότι η μητέρα μου είχε άλλους», κατέθεσε η κόρη στο δικαστήριο.
- Πρόεδρος: Είχε λόγους για να ζηλεύει;
- Κόρη: Όχι.
- Πρόεδρος: Θυμάστε γιατί έφυγε ο πατέρας σας;
- Κόρη: Είχε φύγει από μόνος του, δεν τον έδιωξε η μητέρα μου από το σπίτι.
- Πρόεδρος: Το τελευταίο διάστημα που γύρισε στο σπίτι, πώς ήταν η κατάσταση μεταξύ τους;
- Κόρη: Τον τελευταίο μήνα συνέχεια τσακώνονταν. Έμενα στο σπίτι για να μην της κάνει κακό.
- Πρόεδρος: Μπορείτε να μας πείτε για κάποιο περιστατικό που συνέβη όταν είχατε πάει ένα ταξίδι με τον αδερφό σας στην Κοζάνη;
- Κόρη: Με πήρε τηλέφωνο η μητέρα μου και μου είπε ότι τσακώθηκαν πάρα πολύ άσχημα και της είπε ότι θα τη σκοτώσει.
- Πρόεδρος: Την ημέρα της δολοφονίας τι έγινε;
- Κόρη: Ήμουν με τη μητέρα μου στο σπίτι. Η μητέρα μου ήταν κάπως πεσμένη, θα έφευγε ταξίδι για την Κωνσταντινούπολη. Εγώ βγήκα εκείνο το βράδυ. Ο πατέρας μου είχε ερωτική σχέση με συγγενικό πρόσωπο της μητέρας μου.
- Πρόεδρος: Είχε άλλες σχέσεις;
- Κόρη: Πιστεύω ότι είχε αλλά δεν ξέρω κάτι συγκεκριμένο. Μίλησα με τον πατέρα μου, πήγα στη φυλακή και ρώτησα γιατί; Δεν μου απάντησε, απλώς με κοίταζε!
Η κόρη κατέθεσε πως έχει ένα σημάδι από τη βία που έχει δεχτεί από τον πατέρα της: «Έχω ένα σημάδι στον μηρό. Μάλωναν με τον πατέρα μου, μπήκα στη μέση να τη βοηθήσω, ο πατέρας με έσπρωξε και χτύπησα στην πόρτα του πλυντηρίου, έκοψα το πόδι μου και έκανα ράμματα. Πάντα είχε νεύρα. Ποτέ δεν είχα αγάπη, στοργή, αγκαλιά από εκείνον. Μόνο με βάραγε, με έφτυνε, με έδερνε κανονικά».
«Μου τράβηξε μαχαίρι»
«Εργαζόμουν και με πήρε τηλέφωνο ο πατέρας μου και μου είπε τσακώθηκα με τη μάνα σου. Μου τράβηξε μαχαίρι. Όταν γυρίσει σπίτι πάρε το 100. Τελείωσε… Δεν κατάλαβα τι εννοούσε. Πήρα τηλέφωνο τρεις φορές τη μάνα μου και δεν απαντούσε. Πήρα την αδερφή μου, μου είπε ότι ήταν έξω. Άρχισαν να περνάνε σκέψεις από το μυαλό μου» είπε στην αρχή της κατάθεσης ο γιος.
«Πήγα στο σπίτι της μητέρας μου. Ανεβαίνω, ανοίγω την πόρτα. Το φως ήταν ανοιχτό. Είδα πατημασιές με αίματα. Έψαχνα να τη βρω στα δωμάτια. Τη βρήκα στο σαλόνι, δίπλα στον καναπέ. Πήγα δίπλα της και είδα ότι ήταν τυλιγμένη αρκετά σφικτά με ένα ύφασμα και προσπάθησα να τη λύσω. Ήταν μόνο στο λαιμό σκεπασμένη, σαν να την είχε στραγγαλίσει. Είχε σαν ένα κόμπο πίσω από το λαιμό. Είχε μώλωπες παντού, το σαγόνι της στραβό, τα μάτια της γυρισμένα και μπλε. Είδα δύο μεγάλες βαλίτσες δίπλα από την πόρτα. Πήρα τηλέφωνο πυροσβεστική, ασθενοφόρο, αστυνομία και μετά τρεις φορές αυτόν» συνέχισε.
- Πρόεδρος: Την είχατε ακούσει να τον υποτιμά με λέξεις, με κάτι άλλο;
- Γιος: Όχι, ποτέ!
- Εισαγγελέας: Επειδή θέλουμε να δούμε και τον χαρακτήρα, την προσωπικότητα του κατηγορούμενου… Σας είχε χτυπήσει εσάς ποτέ;
- Γιος: Χτυπούσε κατά κύριο λόγο τη μάνα μου και την αδερφή μου, εμένα όχι. Θυμάμαι μια φορά την είχε κλειδώσει. Ήμουν δίπλα, άκουγα κάποια γυαλιά να σπάνε, είχε σπάσει όλα τα γυαλικά που ήταν στο τζάκι. Είδα να την χτυπάει.
Ο γιος ισχυρίστηκε πως ο πατέρας είχε σχέση με συγγενικό πρόσωπο της μητέρας του και «όταν το έμαθε η μητέρα μου στεναχωρήθηκε πολύ. Δεν μπορούσε να δεχτεί ότι γινόταν αυτό με το συγγενικό της πρόσωπο. Η σχέση αυτή κράτησε πολύ. Είχε τρελαθεί και ο θείος μου όταν έγινε γνωστό, ήθελε να τον βρει να τον σπάσει στο ξύλο».
- Δικηγόρος κατηγορούμενου (Αλέξης Κούγιας): Είπατε ότι ο πατέρας σας είχε εξωσυζυγική σχέση με συγγενικό πρόσωπο της μητέρας σας. Γιατί δεν το είπατε προανακριτικά.
- Γιος: Εκείνο το βράδυ δεν το θυμήθηκα.
- Κούγιας: Έχετε πει στην κατάθεσή σας προανακριτικά ότι ο πατέρας σας για ασήμαντη αφορμή σας χτυπούσε όλους κάθε μέρα. Γιατί νωρίτερα είπατε άλλα όταν σας ρώτησαν;
- Γιος: Περιέγραψα ένα περιστατικό.
- Κούγιας: Πότε έφυγε από το σπίτι ο πατέρας σας;
- Γιος: Το 2019
- Κούγιας: Δηλαδή ο άνθρωπος που προκαλούσε όλα αυτά που περιγράψατε νωρίτερα, φεύγει αυτός από το σπίτι. Γιατί η μητέρα σας δεν κατέθεσε ποτέ αίτηση διαζυγίου, να ζητήσει διατροφή για εσάς τα παιδιά;
- Γιος: Πέρα από το ότι φοβόταν η μάνα μου μήπως της κάνει κακό, η μάνα μου ντρεπόταν τι θα πει ο κόσμος.
«Είπα »απόψε θα τα τελειώσουμε όλα»»
«Εκείνη την ημέρα γύρισα στο σπίτι, έκανα ένα μπάνιο και ξάπλωσα ενώ η σύζυγός μου καθόταν στην κουζίνα. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ, ένιωθα συναισθηματικά και ψυχολογικά ράκος από τις μεταξύ μας συγκρούσεις και από τα όσα συνέβαιναν στη σχέση μας και πως παρά το γεγονός πως την ικέτευα να τα ξαναβρούμε για ακόμη μια φορά, η γυναίκα που λάτρευα με απαξίωνε και ετοιμαζόταν να με εγκαταλείψει για να πάει ταξίδι», κατέθεσε ο 55χρονος.
Στη συνέχεια «πήγα στην κουζίνα που βρίσκονταν η σύζυγός μου και τη ρώτησα γιατί φεύγει και πού θα πάει και πώς γίνεται να μην με σκέφτεται καθόλου. Εκείνη άρχισε να μου φωνάζει ότι είμαι ηλίθιος που δεν έχω καταλάβει ότι όλα έχουν τελειώσει μεταξύ μας και να εξαφανιστώ από τη ζωή της. Πήγα να την πλησιάσω και ξαφνικά μου έριξε μια δυνατή κλωτσιά κοντά στα γεννητικά όργανα και έφυγε προς το σαλόνι και κάθισε στον καναπέ».
«Χωρίς να σκεφτώ λογικά άρπαξα το μαχαίρι που είδα στον πάγκο της κουζίνας και πήγα προς το σαλόνι όχι όμως για να την απειλήσω αλλά έχοντάς το, στραμμένο προς το στήθος μου και της είπα απόψε θα τα τελειώσουμε όλα. Αυτή μόλις είδε το μαχαίρι στραμμένο στο στήθος μου, μου είπε «σταμάτα τι πας να κάνεις εκεί» και τότε σκέφτηκα ότι μπορεί και να το μετάνιωσε», συνέχισε.
«Ακούμπησα στο τραπεζάκι το μαχαίρι και έκατσα δίπλα της και τη ρώτησα πού θα πάει ταξίδι και με ποιον, όταν ξέρει πόσο την αγαπάω και ότι θέλω να τα ξαναβρούμε. Εκείνη άρχισε τότε να γελάει χαιρέκακα και εν συνεχεία να μου φωνάζει πως είμαι γελοίος, ότι με σιχαίνεται και ότι δεν είμαι άνδρας και ότι στη ζωή της ήθελε έναν άνδρα και όχι κάποιον να τρέχει από πίσω της σαν το σκυλάκι», ισχυρίστηκε.
«Άρχισα να τρελαίνομαι»
«Δεν πίστευα αυτά που άκουγα και πήγα να της ακουμπήσω το πόδι να ηρεμήσει μήπως και σταματήσει να με προσβάλλει. Εκείνη όμως μου έριξε μια δυνατή κλωτσιά στο πόδι μου και τότε θόλωσε το μυαλό μου. Δεν σκέφτηκα λογικά, άρχισα να τρελαίνομαι, της έριξα μπουνιά στο μπράτσο και εκείνη άρχισε να φωνάζει βοήθεια. Αρχίσαμε να τσακωνόμαστε και με έβριζε με βαριές εκφράσεις και τότε άρπαξα το μαχαίρι από το τραπεζάκι και την χτύπησα μία φορά αλλά δεν θυμάμαι ακριβώς. Έπεσε κάτω και είδα αίμα να τρέχει από την πληγή. Πανικοβλημένος άρπαξα το σεντόνι που ήταν στον καναπέ και προσπάθησα να σταματήσω την αιμορραγία. Ξαφνικά σταμάτησε να κουνιέται και κατάλαβα ότι είχε πεθάνει», κατέθεσε.
«Σηκώθηκα, με το σεντόνι να έχει καλύψει το πρόσωπό της, προφανώς κατά την προσπάθεια να σταματήσω την αιμορραγία και όχι δεμένο γύρω από τον λαιμό της. Σε κατάσταση σοκ, αντιλαμβανόμενος το κακό που είχα προξενήσει και λειτουργώντας μηχανικά έβγαλα τα ρούχα που φορούσα, σκουπίστηκα με μία πετσέτα και έφυγα από την οικία παίρνοντας το κινητό μου και τα κλειδιά του αυτοκινήτου. Κάλεσα τον άνδρα της αδερφής της συζύγου μου και του είπα ότι δεν άντεξα άλλο, σκότωσα τη γυναίκα μου και πάω να αυτοκτονήσω και να προσέχει τα παιδιά μου. Στη συνέχεια κάλεσα τον γιο μου και του είπα ότι έφυγα από το σπίτι, έγινε μακελειό και να καλέσει την αστυνομία», είπε ενώπιον του δικαστηρίου.