Ηταν θέμα χρόνου να συμβεί, συνέβη λοιπόν χθες. Ο θεσμός της ελληνικής οικογένειας εξήλθε θριαμβευτής, καθώς αποχώρησε από την Πλεύση Ελευθερίας και η μητέρα του κ. Χουρδάκη, η κ. Αρετή Παπαϊωάννου. (Θυμίζω ότι η μητέρα είχε τη Β’ Θεσσαλονίκης και ο γιος την Α’ Θεσσαλονίκης. Μπορεί και αντιστρόφως, αλλά δεν έχει σημασία.) Φυσικά, ούτε αυτή παρέδωσε τη βουλευτική έδρα της, οπότε παραμένει στη Βουλή ως ανεξάρτητη. Δεδομένου ότι η κ. Παπαϊωάννου προφανώς συντάσσεται με τον γιο της, λόγω της αποχώρησης του οποίου αποχωρεί και η ίδια, μπορούμε να θεωρήσουμε τους δυο τους, μητέρα και γιο, ως το πρώτο αμιγώς οικογενειακό κόμμα, τα μέλη της ΚΟ του οποίου συνδέονται με συγγένεια πρώτου βαθμού. Υποθέτω ότι, αν αποφασίσουν και αυτοί να κάνουν συνέδριο (πράγμα πανεύκολο, αφού είναι οι δυο τους μόνο), το κεντρικό ζήτημα που θα τους απασχολήσει θα είναι αν πρέπει να επεκτείνουν το κόμμα και σε συγγενείς δευτέρου βαθμού.
Το αξιοσημείωτο στην αποχώρηση της κ. Παπαϊωάννου είναι η επιστολή που απέστειλε στον Πρόεδρο της Βουλής και τούτο για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι το ασυνήθιστο ύφος στο οποίο είναι γραμμένη. Υφος εμφανώς υψηλό (κατά την έννοια του Λογγίνου), αλλά και επιτηδευμένο, κάποιες φορές πομπώδες. Θα το χαρακτήριζα «ψευδοτσωρτσίλειο». Δείτε, π.χ., την εισαγωγική φράση: «Η αποχώρηση μου έρχεται ως αυτόθροη συνέπεια της απαξιωτικής συμπεριφοράς» κ.λπ. Σε κάποιο άλλο σημείο λέει: «η Κυβέρνηση αλαζονεύεται, η Αντιπολίτευση απισχναίνεται, η Δημοκρατία ασθενεί». Δεν χωρεί αμφιβολία ότι η κ. Παπαϊωάννου γνωρίζει σε μεγαλύτερο βάθος την ελληνική γλώσσα εν σχέσει με πολλούς άλλους βουλευτές (ίσως τους περισσότερους) και το επιδεικνύει. Ομως αυτή η υπεροχή στο τέλος δεν τη σώζει από τη μοιραία γκάφα, διότι σε άλλο σημείο της επιστολής της γράφει ότι γνώρισε την κ. Κωνσταντοπούλου το 2016 (δηλαδή είχε προηγηθεί το 2015) και πείστηκε «από το όραμά της». Επομένως, λυπάμαι πολύ, κ. Παπαϊωάννου, αλλά καλά να πάθετε!
Το δεύτερο που κάνει εντύπωση στην επιστολή είναι η δυσνόητη πρόταση την οποία παραθέτω αυτούσια: «Η απαίτηση της αρχηγού της Πλεύσης Ελευθερίας να της προ-απευθύνω “δήλωση” ότι “θα παραδώσω την έδρα όποτε μου ζητηθεί” είναι σαφές ότι τελούσε υπό την αυτονόητη αντίστοιχη ηθική δέσμευσή της ότι θα σέβεται την προσωπικότητά μου». Το απόσπασμα αυτό, με τη σκόπιμη ασάφειά του, γεννά πολλές απορίες. Τι ακριβώς σημαίνει «προ-απευθύνω»; Επίσης, έχει «προ-απευθύνει» τέτοια δήλωση στην πρόεδρο του κόμματος η κ. Παπαϊωάννου; Εχει στα χέρια της η κ. Κωνσταντοπούλου τέτοια «δήλωση»; Αυτό αφήνει να εννοηθεί η διατύπωση και η έκδηλη ανάγκη της επιστολογράφου να αποδείξει ότι έχει πάψει να υφίσταται η ισχύς της μυστηριώδους «δήλωσης». Νομίζω ότι θα πρέπει να υπάρξουν διευκρινίσεις επ’ αυτού.
ΜΕ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ
Είναι κάποιων ημερών αυτό που ακολουθεί, αλλά δεν πειράζει, γιατί αφορά τον Θουκυδίδη και, όπως ξέρετε, οι κλασικοί είναι πάντα σύγχρονοι. Στο πρώτο δείπνο (της υποδοχής) που παρέθεσε ο Γιάννης Στουρνάρας στους ευρωπαίους ομολόγους του τούς προσέφερε ένα δώρο. Τον «Επιτάφιο» του Περικλέους, σε μια ιδιαιτέρως επιμελημένη έκδοση της Βουλής, με το κείμενο στο πρωτότυπο και μεταφρασμένο στην αγγλική και τη γαλλική γλώσσα. Η ιδέα ήταν του Κώστα Τασούλα, ο οποίος το πρότεινε στον Στουρνάρα και του προμήθευσε τα βιβλία. Ηταν πολύ σωστή επιλογή και αυτό φάνηκε από την εκτίμηση που εξέφρασαν οι αποδέκτες του δώρου, όλοι τους μορφωμένοι άνθρωποι που καταλαβαίνουν. Ο «Επιτάφιος» είναι ένα χρήσιμο κείμενο και ιδιαίτερα επίκαιρο σήμερα, σε εποχή κατά την οποία οι δημοκρατίες της Δύσης απειλούνται από τον άξονα του αυταρχισμού, που σιγά σιγά διαμορφώνεται.
Υπήρχε και μια ειρωνεία, ωστόσο, σε αυτή την ωραία σκηνή της αποδοχής του δώρου, για όσο διήρκεσε. Διότι καθώς οι τραπεζίτες της Ευρώπης ξεφύλλιζαν με ενδιαφέρον τον κομψό τόμο με την πρώτη στην Ιστορία δοξολογία του δημοκρατικού πολιτεύματος, στο βάθος είχαν τη θέα της ίδιας της Ακρόπολης, δηλαδή ενός μνημείου που δημιουργήθηκε από εκείνον που εκφώνησε τον «Επιτάφιο». Πού βρίσκεται η ειρωνεία; Στο ότι η Ακρόπολη χτίστηκε με τα χρήματα του ταμείου της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Με τα λεφτά των άλλων…