Το μυστικό όπλο του Ισραήλ απέναντι στις σήραγγες της Χαμάς είναι μια ψηφιακή «μηχανή του χρόνου». Το κυνήγι στις υπόγειες στοές είναι σαν ένα ταξίδι πίσω στον χρόνο: κάθε φορά που οι παλαιστίνιοι πολιτοφύλακες εκτοξεύουν έναν πύραυλο, οι Ισραηλινοί τούς παρακολουθούν για να ανασυνθέσουν τις κινήσεις, τα καταφύγια και τις επαφές τους. Μια επανάληψη που διαχειρίζεται η τεχνητή νοημοσύνη, η οποία αναλύει έναν τεράστιο αριθμό βίντεο, φωτογραφιών, ηχητικών υποκλοπών, θερμικών εικόνων κτιρίων καθώς και σαρώσεις του υπεδάφους από ραντάρ.
Ετσι οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις σχεδίασαν τον χάρτη των κατακομβών των τζιχαντιστών, προσπαθώντας να καλύψουν το κενό των πληροφοριών που επέτρεψε τη σφαγή της 7ης Οκτωβρίου. Από εκείνη την ημέρα, κάθε μέτρο της Λωρίδας παρακολουθείται συνεχώς, νύχτα και μέρα: δορυφόροι, drones, αεροπλάνα, πλοία και συσκευές παρακολούθησης καταγράφουν με δεκάδες διαφορετικούς αισθητήρες όλα όσα συμβαίνουν στη Βόρεια Γάζα: κινήσεις ανθρώπων και αυτοκινήτων, αλλαγές σε κτίρια και στο έδαφος. Ολα αρχειοθετούνται με Big Data για τη σύνθεση ενός δυναμικού ψηφιακού χάρτη.
Επί τρεις εβδομάδες, οι εκτοξεύσεις πυραύλων ήταν η πιο σημαντική στιγμή. Ηταν εκατοντάδες. Μετά την πυροδότηση των βομβών τα αεροπλάνα βομβάρδιζαν τις θέσεις. Ταυτόχρονα, όμως, η «μηχανή του χρόνου» επιχειρούσε να ανασυνθέσει τα βήματα των ανδρών που είχαν τοποθετήσει τις ράμπες: την είσοδο στις σήραγγες από όπου είχαν ξεκινήσει, τα οχήματα που είχαν χρησιμοποιήσει, την πιθανή υπόγεια διαδρομή από εκείνο το σημείο.
Αυτές οι πληροφορίες εμπλουτίστηκαν από κατασκόπους στο έδαφος ή από στοχευμένους ελέγχους με drone. Η ίδια διαδικασία επαναλήφθηκε με κάθε πιθανή βάση της Χαμάς, χρησιμοποιώντας συχνά την αναγνώριση προσώπου για τον εντοπισμό των μαχητών, των μελών της οικογένειάς τους και των φίλων τους. Μια διαρκής συλλογή πληροφοριών για άνδρες και καταστάσεις, που συνεχίζεται ακόμα, καθώς ισραηλινοί στρατιώτες πολεμούν στους δρόμους της Γάζας.
Η επεξεργασία των δεδομένων γίνεται σε κυβερνητικά κέντρα στο έδαφος και κυρίως από τον ηλεκτρονικό εγκέφαλο στο αεροσκάφος Gulfstream Oron, το οποίο διαθέτει σύστημα τεχνητής νοημοσύνης που κοστίζει πάνω από 400 εκατομμύρια ευρώ. «Είναι μια μηχανή», περιγράφουν στελέχη της ισραηλινής Πολεμικής Αεροπορίας, «που αναλύει και αναφέρει χιλιάδες στόχους μέσα σε δευτερόλεπτα».
Τις τελευταίες ημέρες, το Oron πετά συνεχώς στην άκρη της Γάζας, ενώ με τα πολλαπλά ηλεκτρονικά μάτια του εφοδιάζεται με πληροφορίες, όπως «ένα σφουγγάρι που απορροφά πληροφορίες από εκατοντάδες χιλιόμετρα εδάφους». Αυτός ο ψηφιακός χάρτης μοιράζεται σε όλες τις δυνάμεις που εμπλέκονται στη μάχη, ακόμη και σε άρματα μάχης ή διμοιρίες στρατιωτών, σε μια δυναμική ανταλλαγή ειδοποιήσεων και εικόνων που ονομάζεται «το Ιντερνετ της μάχης»: το πρόσωπο των αυριανών πολέμων.
Ο στρατηγός Εράν Ορταλ, βετεράνος των εκστρατειών κατά της Χαμάς και της Χεζμπολάχ που διευθύνει το κέντρο μελέτης των ενόπλων δυνάμεων, έγραψε πριν από δύο χρόνια: «Στο μέλλον, οι χερσαίες επιχειρήσεις σε εχθρικό έδαφος θα πρέπει να πιέζουν τον αντίπαλο να αποκαλύψει τα μέρη από τα οποία εκτοξεύει πυραύλους και να τα καταστρέφει.
Ο ισραηλινός στρατός θα πρέπει να “ανάψει το φως” χρησιμοποιώντας ένα δίκτυο προηγμένων αισθητήρων και να “σβήσει τη φωτιά” συνδέοντας αυτούς τους αισθητήρες με τις ενεργές μονάδες μας στο πεδίο». Ενα μοντέλο μάχης που δεν μπορεί να διεξαχθεί από τον ουρανό: «Είναι στο χέρι του στρατού. Μόνο όταν βρίσκονται πολύ κοντά στα στρατεύματα, οι εχθρικές μονάδες εντείνουν τη δραστηριότητά τους και αυξάνουν τα ίχνη τους».
Αυτό το ψηφιακό δίκτυο είναι μόνο το σημείο εκκίνησης: το τρομερό μάθημα του «Μαύρου Σαββάτου» έδειξε στο Ισραήλ πόσο επικίνδυνη είναι η υπερβολική εμπιστοσύνη στην τεχνολογία. Οι πεζοί στρατιώτες που προχωρούν ανάμεσα στα σπίτια ξέρουν ότι θα συναντήσουν πολλούς άγνωστους παράγοντες, τους οποίους θα πρέπει να αντιμετωπίσουν μόνοι τους. Ο ήχος των πυρών των αυτόματων όπλων που αντηχεί ασταμάτητα από τις γειτονιές της Βόρειας Γάζας μαρτυρεί πως ο πόλεμος γίνεται τώρα σώμα με σώμα. Δεν είναι τυχαίο ότι πριν από τη μάχη οι δύο αξιωματικοί που διοικούσαν την επιχείρηση στη Λωρίδα, οι στρατηγοί Κοέν και Μπαρ-Χαλίφα, καθώς και οι δύο πρώην επικεφαλής της Ταξιαρχίας Γκολάνι δημοσίευσαν ένα μήνυμα για να ενθαρρύνουν τους στρατιώτες τους: το έγραψαν με το χέρι, όπως γινόταν τον 19ο αιώνα.