Ο Ρόμπερτ Σάδερλαντ ήταν ο πιανίστας που συνόδευσε τη Μαρία Κάλλας στην τελευταία περιοδεία της. Σήμερα είναι εκείνος που φωτίζει διαφορετικές πτυχές της La Divina καθώς στη φετινή επέτειο των 100 χρόνων από τη γέννησή της θέλησε να διευκρινίσει στους «Times» τις ανοησίες από τα πραγματικά γεγονότα.
Το 1973 η σαραντεννιάχρονη σοπράνο είχε κλείσει σχεδόν μια δεκαετία από την τελευταία της ερμηνεία στο κοινό. Η φωνή της θεωρούνταν σκιά αυτού που ήταν. Η Κάλλας εξακολουθούσε να είναι σημαντική για τις δουλειές των παπαράτσι, αλλά όχι για τα λυρικά θέατρα.
Παρ’ όλα αυτά οργανώθηκε ένα ασφαλές σχέδιο ώστε η Μαρία Κάλλας να επιστρέψει στη σκηνή τραγουδώντας για το κοινό της. Η σοπράνο θα συνεργαζόταν με τον τενόρο Τζιουζέπε ντι Στέφανο, ο οποίος επίσης αντιμετώπιζε φωνητικά προβλήματα και θα έδιναν συναυλίες με πιανίστα αντί για ορχήστρα. Είχαν κλείσει έναν αξιοσέβαστο πιανίστα για να τους συνοδεύει. «Ο Άϊβορ Νιούτον ήταν ο πιανίστας που έπαιζε πάντα για τον Ντι Στέφανο» εξηγεί ο 93 ετών σήμερα Σάδερλαντ. «Αλλά ο Αϊβορ ήταν τότε 80 ετών. Είχε ήδη πάθει δύο καρδιακές προσβολές. Οπότε είπαν: “Οχι, πρέπει να έχει έναν νεότερο άνθρωπο που θα μπορέσει να αναλάβει την τελευταία στιγμή”».
Με 21 βαλίτσες
Αυτός ο κάποιος ήταν ο Σάδερλαντ ο οποίος μόλις είχε περάσει τα σαράντα. Ετσι ξεκίνησε την περιπέτεια της ζωής του, περιοδεύοντας από το Σαν Φρανσίσκο έως τη Σεούλ και το Σαπόρο, με μια ελληνίδα σοπράνο, έναν σικελό τενόρο και 27 βαλίτσες από τις οποίες οι 21 ήταν της Κάλλας. Από τότε η φιλία και η μουσική σύμπραξη που έκανε ο Σάδερλαντ με την Κάλλας θα συνεχιζόταν μέχρι τον πρόωρο θάνατό της, αφού μέχρι το τέλος είτε τον προσκαλούσε στο διαμέρισμά της στο Παρίσι είτε του τηλεφωνούσε για πολύωρες προσωπικές συνομιλίες.
Στη διάρκεια της περιοδείας η Μαρία Κάλλας μια μέρα ήταν πολύ αναστατωμένη. Ο ατζέντης της είχε χρησιμοποιήσει και πάλι το όνομά της για να βγάλει πολλά λεφτά, χωρίς να λάβει τίποτα η Μαρία. Εκείνη θυμωμένη είπε ότι θα άλλαζε τον ατζέντη μου. «Εντελώς αθώα, της είπα: “Γνωρίζετε κάποιον άλλον ατζέντη;”. Η συμπαθητική γλυκιά κοπέλα που καθόταν δίπλα μου μεγάλωσε περίπου δύο μέτρα φωνάζοντας “Για την Κάλλας;”. Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι είχα να κάνω με δύο ανθρώπους, δύο προσωπικότητες. Υπήρχε η Μαρία Καλογεροπούλου, μια πολύ αυστηρά αναθρεμμένη, καλομαθημένη κοπέλα, ελαφρώς ευφυής. Αλλά υπήρχε και ο θρύλος, η “La Callas”. Από τότε και μετά ήμουν πολύ πιο προσεκτικός σε ό,τι έλεγα».
Τα προβλήματα που προέκυψαν κατά την περιοδεία αφορούσαν περισσότερο τον Ντι Στέφανο παρά την Κάλλας. Ο τενόρος έπινε, δεν έκανε πρόβες και ήταν σε χειρότερη φωνητική κατάσταση από εκείνη. Οι δύο τους είχαν πιθανότατα μια σχέση που έπεφτε στο κενό. Αλλά ο Σάδερλαντ θυμάται ότι η υστερία του Τύπου συχνά μετέτρεπε αθώα γεγονότα σε κάτι πιο σκοτεινό. Οπως όταν έφτασαν σε ένα ξενοδοχείο “με μέρες καθυστέρηση” για μια συναυλία, η Κάλλας ανακάλυψε ότι δεν είχαν επιπλέον δωμάτιο για πρόβες. Ετσι ζήτησε να της βάλουν ένα στρώμα στη διπλανή πόρτα του γειτονικού διαμερίσματος. Μετά από ώρες φασαρίας με τη συμμετοχή διακοσμητών και μηχανικών του ξενοδοχείου, εφαρμόστηκε η λύση της Κάλλας. «Τελικά δεν κάναμε ποτέ πρόβες εκεί. Αλλά δύο ημέρες αργότερα μια εφημερίδα έγραψε ένα άρθρο που έλεγε: “Οι καημένοι άνθρωποι στο διαμέρισμα δίπλα στη Μαρία Κάλλας αναγκάστηκαν να βάλουν ένα στρώμα στην πόρτα λόγω του θορύβου”. Αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα από τα μικρά πράγματα που στράβωναν».
Η καταστροφή έγινε θρίαμβος
Ο συνοδός πιανίστας της Κάλλας σημειώνει ότι κανείς δεν γνώριζε περισσότερο από την ίδια την άνιση κατάσταση στην οποία βρισκόταν η φωνή της. «Ενα βράδυ αστειεύτηκε: “Η φωνή δεν υπακούει”. Ωστόσο, σε μια δύσκολη στιγμή μετέτρεψε την καταστροφή σε θρίαμβο. Εκανε ένα μακρύ portamento [ένα μουσικό γλίστρημα] από την υψηλή μέχρι τη χαμηλή νότα στο τέλος μιας φράσης. Ηταν ένας θρήνος απόγνωσης, όπως θα μπορούσατε να τον ακούσετε σε μια ελληνική τραγωδία. Ηταν υπέροχα θεατρική. Τα χέρια μου έτρεμαν καθώς έπαιζα την τελευταία συγχορδία. Και μόλις τελείωσα, το κοινό εξερράγη χειροκροτώντας»