Σ’ έναν πρωτόγνωρο τηλεοπτικό γαλαξία, ο Ακύλλας Καραζήσης μεταμορφώνεται στον Ακη. Τον πατέρα ενός queer αγοριού που αν και φαινομενικά είναι ένας άξεστος αλογατάρης, στην καρδιά του κρύβει πολλές ευαισθησίες. Μοναχικός και τραχύς, με την ενσυναίσθησή του να λειτουργεί σε ένα μύχιο επίπεδο, προσπαθεί να διαχειριστεί τις σεξουαλικές επιλογές του γιου του. Δεν του είναι εύκολο, αλλά καταφέρνει να τον προσεγγίσει μέσα από συγκινητικές σιωπές και απελευθερωτικά αστείους διαλόγους, τροφοδοτώντας με χαρακτηριστικές σκηνές το «Milky Way», την πολυαναμενόμενη σειρά του Βασίλη Κεκάτου για το Mega. Σε μια ονειρικά ευαίσθητη αλλά και αφοπλιστικά ειλικρινή δουλειά, ο βραβευμένος με Χρυσό Φοίνικα στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών δημιουργός πλάθει πολυδιάστατους ήρωες, βαθιά αληθινούς και ανθρώπινους, που όντας βαθιά γειωμένοι στρέφουν το βλέμμα τους στον ουρανό. Ενας εξ αυτών είναι και ο ρόλος του Ακύλλα Καραζήση για τον οποίο ο ηθοποιός μίλησε στα «Πρόσωπα».
Πώς χειρίζεστε τον ρόλο του πατέρα;
Από την αρχή που μου τον πρότεινε ο Βασίλης μού άρεσε. Μου άρεσε καταρχήν το ότι είναι ο πατέρας ο οποίος αν και δεν ζει σ’ ένα αστικό κέντρο, αλλά πάνω στα βουνά, δεν αντιμετωπίζει τον γιο του στερεοτυπικά, βάρβαρα, ομοφοβικά. Είναι ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας αρκετά μεγάλο, που όλο και περισσότερο μεγαλώνει, που γίνεται πιο ανεκτικό μέσα από τη γνωριμία. Γιατί πρώτη φορά λέγονται αυτά τα πράγματα τα τελευταία χρόνια, ότι ο γιος ή η κόρη είναι γκέι. Οι γονείς είναι αναγκασμένοι να το αντιμετωπίσουν. Αλλοι το αντιμετωπίζουν στερεοτυπικά, αλλά θέλω να πιστεύω ότι όλο και περισσότεροι προσπαθούν να μπουν μέσα σε αυτό το πράγμα και να το καταλάβουν. Εγώ δεν θέλω πια να παίζω κάποιον ο οποίος στερεοτυπικά μαθαίνει ότι ο γιος του είναι γκέι και τον δέρνει. Δεν ανταποκρίνεται πια και σε μια πραγματικότητα. Είναι σαν να επιμένουμε με τη μυθοπλασία σε κάτι παλιό. Υπάρχει, δεν υπάρχει αμφιβολία, αλλά πλέον δεν υπάρχει σαν κανόνας. Αυτό είναι που μου άρεσε πολύ στον ρόλο. Επίσης το ότι οι ρόλοι όλοι του Βασίλη στο «Milky Way» έχουν ιδιαιτερότητες. Δεν είναι μια φωτογραφία ενός ανθρώπου αλλά ένας άνθρωπος τρισδιάστατος που έχει βάθος, έχει το δικό του παρελθόν, τα δικά του προβλήματα και φτιάχνουν έναν κόσμο πολύ ενδιαφέροντα.
Θεωρείτε ότι προσεγγίσεις σαν του ρόλου σας που θα παιχτούν στην τηλεόραση μπορούν να επηρεάσουν προς τη θετική κατεύθυνση της κατανόησης;
Σίγουρα. Εγώ πιστεύω ότι όταν αποφασίζει πια η τηλεόραση, το σινεμά, το μυθιστόρημα και δείχνουν, μιλάνε για ορισμένα πράγματα, αυτά γίνονται μετά λίγο περισσότερο κοινό κτήμα. Το βλέπει ένας κόσμος και επηρεάζεται. Νομίζω ότι ο περισσότερος κόσμος, όλοι μας, λειτουργούμε λίγο με τη νοοτροπία της αγέλης. Αν δούμε ότι υπάρχει όμως και ένα κομμάτι των πολλών που στρίβει και λίγο, πηγαίνει και λίγο πιο από δω, πιο από κει, δοκιμάζει και άλλα πράγματα, σίγουρα επηρεάζει. Η ελληνική κοινωνία είναι ευμετάβλητη σήμερα. Δεν είναι τόσο μονολιθική όπως ήταν πριν από 30 χρόνια, που ήταν μια βαθιά συντηρητική κοινωνία. Τώρα είναι μια κοινωνία νομίζω εύθραυστη, και εγώ το βρίσκω καλό αυτό, με όλα τα κακά που δημιουργεί αυτό το πράγμα. Είναι ασυνάρτητη, όπως ήταν πάντα βέβαια, είναι μια στιγμή που μπορεί να φαίνονται πολλές αδυναμίες και πολλά κακά των Ελλήνων, αλλά νομίζω είναι και μια στιγμή που μπορεί κανείς να επηρεάσει πράγματα προς το καλό.
Ως κοινωνία είμαστε όντως υποστηρικτικοί προς τη διαφορετικότητα, οποιαδήποτε κι αν είναι, ή απλώς μας έχει εμποτίσει και λίγο το politically correct;
Υπάρχει ένα περιβάλλον το οποίο πάντα ήταν ανεκτικό. Και στη δεκαετία του 1970 ήταν πολύ ανεκτικό, αλλά λίγοι ήταν. Σήμερα αυτοί οι άνθρωποι έχουν γίνει περισσότεροι. Εχει περάσει στο mainstream νομίζω του Ελληνα. Εγώ δεν πιστεύω ότι κάτι επιβάλλεται σαν politically correct, ειδικά σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, όπου το politically correct δεν σημαίνει τίποτα. Μπορεί να είναι για τους δημοσιογράφους, με την έννοια αν μπορούν να γράψουν πια συγκεκριμένα πράγματα γιατί βλέπουμε κάποιες παραφωνίες. Δεν νομίζω όμως ότι στην κοινωνία μετράει αυτό. Στην κοινωνία αυτό που μετράει λίγο και που είναι καλό είναι ότι άνθρωποι που ανήκουν σε αυτό το περιβάλλον, το πιο προοδευτικό πια, μπορούν να την πουν σε ανθρώπους. Φέρ’ ειπείν, τα σεξιστικά ανέκδοτα που ακούγαμε επί δεκαετίες και γελούσαμε βλακωδώς και αμήχανα, διότι δεν τολμούσαμε να πούμε «σκάσε, αυτό που λες είναι μαλακία». Πόσα ανέκδοτα υπάρχουν για γυναίκες οι οποίες ξυλοκοπούνται από τους συζύγους τους; Είναι γνωστά πράγματα αυτά. Σήμερα, πρώτον, οι γυναίκες αντιδρούν πάρα πολύ ενώ παλιά δεν αντιδρούσαν. Θεωρούσαν δεδομένο ότι θα παρενοχληθούν, ότι θα ακούσουν προσβλητικά πράγματα, ότι θα ακούσουν τα κλισέ, εν μέρει τα αναπαρήγαγαν κιόλας, αλλά τώρα δεν γίνεται αυτό τόσο πολύ. Εχει αλλάξει. Θα περίμενε κανείς να αλλάξει τη δεκαετία του 1980 με τους σοσιαλισμούς και τις μεταπολιτεύσεις, αλλά δυστυχώς άλλαξε μετά το 2010. Νομίζω ότι το #metoo και η οικονομική κρίση έφεραν τα πάνω κάτω. Η αλλαγή έγινε με 30 χρόνια καθυστέρηση. Η θέση της γυναίκας και των γκέι ήταν τραγική στην Ελλάδα, παρόλο που ήταν μια χώρα η οποία κυβερνιόταν για πολλά χρόνια από σοσιαλιστικό κόμμα. Τίποτα δεν κάνανε. Ούτε η Αριστερά, η δυνατή ιδεολογικά Αριστερά έκανε τίποτα γι’ αυτό το θέμα. Ποτέ στην κοινωνία δεν γινόταν κοινωνική κριτική προς τον μαλάκα, ο οποίος αναπαράγει στερεότυπα ως προς τον ρόλο της γυναίκας για την κουζίνα. Νομίζω ότι είναι καιρός πια, αυτά αλλάζουν. Είναι πολύ καλό και δεν υπάρχει εκεί politically correct. Υπάρχουν δικαιώματα ανθρώπων. Ούτε να μιλάμε για politically correct όταν μιλάμε για το ότι κάποιοι άνθρωποι ήταν μέχρι τώρα παραγκωνισμένοι, μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού. Η κοινωνία πάντως αλλάζει όταν είναι αναγκασμένη να αλλάξει. Δεν αναγκάζεται από κάποιον αλλά από τις συνθήκες, από τα παιδιά τους. Οι καινούργιες γενιές δεν τα ανέχονται αυτά.
Ο θεατής τι πρέπει να κρατήσει από το «Milky Way»;
Είναι ωραίο όταν η ταινία, η σειρά, το μυθιστόρημα, συμβαδίζει και πάει και λίγο πιο μπρος από τον καιρό του. Αυτό το «Milky Way» το έχει φουλ. Απεικονίζει με έναν τρόπο καλλιτεχνικό, χωρίς να είναι απωθητικό, σαν να διηγείται ένα πολύ ριζοσπαστικό παραμύθι, το οποίο όμως είναι πραγματικότητα. Το τοποθετεί σε έναν πάρα πολύ ωραίο χώρο – σε αυτό πρέπει να σταθεί ο θεατής – που είναι η επαρχία. Ομως αυτό δεν σημαίνει ότι τέτοιες επαρχίες δεν υπάρχουν και στην Αθήνα και κάνει μια μυθοπλασία πάρα πολύ ωραία. Μιλάει για ταυτότητα, για τη σημερινή Ελλάδα, ένα κομμάτι της σημερινής Ελλάδας που είναι μεγάλο όμως και ενδιαφέρον και με έναν βαθύ τρόπο.
Δεν συνηθίζετε να παίζετε στην τηλεόραση. Γιατί;
Επαιξα πέρυσι στη «Γέφυρα» που είχε πάλι οκτώ επεισόδια. Επαιξα παλαιότερα, πριν από την κρίση, σε αυτά που θεωρούσα εγώ καλά. Δεν παίζω φουλ στην τηλεόραση και τώρα πια είμαι πολύ προσεκτικός. Οταν είναι κάτι τέτοιο που να μοιάζει με ταινία, δεν με νοιάζει ότι είναι τηλεόραση, με νοιάζει τι είναι η δουλειά. Προσπαθώ να παίζω πράγματα που μου αρέσουν. Το κριτήριό μου από πάντα ήταν να μπορώ να επιλέγω και να κάνω τις δουλειές που αισθάνομαι καλά, που θα ήθελα και αν δεν έπαιζα να τις έβλεπα.
Γενικότερα εσείς την τηλεόραση πώς την αντιμετωπίζετε;
Την τηλεόραση δεν την ανοίγω εδώ και χρόνια διότι υπάρχει το Ιντερνετ. Οταν θέλω να δω κάτι από μία σειρά, θα το δω στον υπολογιστή μου ή τις ειδήσεις. Κατά κάποιον τρόπο ο υπολογιστής έχει αντικαταστήσει την τηλεόραση. Δεν βλέπω σίριαλ. Δεν αντέχω. Οταν μία στις τόσες γίνεται ένα ωραίο σίριαλ, το παρακολουθώ. Ας πούμε, το «10» το είχα ρουφήξει και «Το νησί» το ίδιο. Οπως σήμερα θα έβλεπα το «Milky Way».
Εκτός από το «Milky Way» θα κάνετε κάτι άλλο φέτος στο θέατρο ή στον κινηματογράφο;
Σκηνοθετώ στο Κρατικό Βορείου Ελλάδος τους «Ληστές» του Σίλερ τον Φλεβάρη. Ξεκινάω σ’ έναν μήνα πρόβες και έχω πρεμιέρα στις 15 Φλεβάρη.