Τη σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν οι άμαχοι και οι οικογένειες που έχουν εγκλωβιστεί στη Λωρίδα της Γάζας, περιέγραψε μία νεαρή γυναίκα που μόλις έξι ημέρες αφότου έφερε στον κόσμο το πρώτο της παιδί, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σπίτι της στη βόρεια Γάζα για να γλιτώσει από τους ανηλεείς βομβαρδισμούς του Ισραήλ και να αναζητήσει καταφύγιο στο κεντρικό σημείο του παλαιστινιακού θύλακα, όπου αυτή και ο σύζυγός της μένουν τώρα σε ένα μικρό διαμέρισμα μαζί με άλλα 43 άτομα.
Εκτοπισμένη, φοβισμένη και με κακή υγεία, η Σάλμα Ράντι (το όνομα έχει αλλαχθεί κατόπιν δικού της αιτήματος), αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σπίτι της και πλέον αγωνίζεται να φροντίσει το μωρό, τον Ομάρ, που απέκτησε μετά από δύο προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης, ενώ πλέον οι βομβαρδισμοί του Ισραήλ και η ανυπόφορη ανθρωπιστική κατάσταση στη Λωρίδα της Γάζας, την έχουν κάνει να μετανιώνει τη στιγμή που αποφάσισε να γίνει μητέρα.
Η Ράντι ακόμα περίγραψε τον καθημερινό «Γολγοθά» για τους γονείς στον παλαιστινιακό θύλακα, οι οποίοι αδυνατούν να ταΐσουν τα παιδιά τους, ενώ ακόμα και λίγο ψωμί είναι δυσεύρετο, καθώς όσοι φούρνοι δεν έχουν βομβαρδιστεί δεν έχουν καύσιμα και ρεύμα για να λειτουργήσουν.
«Αιμορραγούσα ακόμη μετά τον τοκετό, όταν κουβάλησα τον γιο μου»
«Αιμορραγούσα ακόμη πολύ μετά τον τοκετό, όταν αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε το σπίτι μας, αφήνοντας τα πάντα πίσω μας. Κουβάλησα τον γιο μου και μία τσάντα και έτρεξα με τον σύζυγό μου στο σκοτάδι για περίπου μία ώρα μέχρι να βρούμε ένα ταξί», δήλωσε η 28χρονη Ράντι στο Middle East Eye.
Πριν ξημερώσει, στις 4 π.μ., εκείνη την ημέρα, το ζευγάρι είχε λάβει ένα ηχογραφημένο τηλεφωνικό μήνυμα από τον ισραηλινό στρατό, που τους διέταζε να εκκενώσουν την πόλη ενόψει επικείμενων βομβαρδισμών στην πόλη της Γάζας.
«Αρχίσαμε να τρέχουμε γύρω από το σπίτι χωρίς να ξέρουμε τι να κάνουμε. Πήραμε τα επίσημα χαρτιά μας και τα χρήματά μας και αφήσαμε όλα τα άλλα πίσω, τους σωρούς από κονσέρβες τροφίμων που είχαμε αγοράσει στην αρχή του πολέμου, τα ρούχα μας, την όμορφη κρεβατοκάμαρα και τα πράγματα που είχαμε αγοράσει για τον Ομάρ τον τελευταίο χρόνο», είπε ακόμα Ράντι.
Η Ράντι είχε αρχίσει να θηλάζει τον γιο της, ωστόσο λίγες ημέρες μετά τον εκτοπισμό τους το μωρό σταμάτησε να παίρνει το μητρικό γάλα. «Άρχισε να κλαίει υστερικά κάθε φορά που προσπαθούσα να τον θηλάσω. Έφτυνε το γάλα και αρνιόταν να το πάρει. Παρέμεινε περίπου μια ολόκληρη ημέρα χωρίς φαγητό. Δεν ήξερα τι να κάνω ή γιατί αρνιόταν να θηλάσει», εξιστόρησε ακόμα.
«Μετανιώνω που απέκτησα ένα μωρό και νιώθω ένοχη που το έφερα σε αυτόν τον κόσμο»
Μετά από πολλές προσπάθειες τηλεφωνικών κλήσεων εξαιτίας των σοβαρών και εκτεταμένων καταστροφών στα δίκτυα επικοινωνίας, η Ράντι κατάφερε τελικά να επικοινωνήσει με τον γιατρό της. Της είπε ότι το άγχος και ο φόβος αλλάζουν τη γεύση και την υφή του μητρικού γάλακτος και γι’ αυτό το μωρό της το αρνιόταν.
«Επίσης, δεν τρώω καλά και έτσι δεν μπορώ να παράγω αρκετό γάλα. Ειλικρινά, τα τελευταία χρόνια λαχταρούσα να αποκτήσω παιδί. Έκλαιγα και προσευχόμουν μέρα και νύχτα, ώστε ο Θεός να μου χαρίσει ένα μωρό. Αλλά τώρα μετανιώνω για αυτό. Πλέον μετανιώνω που απέκτησα ένα μωρό και νιώθω ένοχη που το έφερα σε αυτόν τον κόσμο όπου ήδη υποφέρει και θα συνεχίσει να υποφέρει για το υπόλοιπο της ζωής του όσο είναι Παλαιστίνιος. Δεν το λέω αυτό στον σύζυγό μου, αλλά πραγματικά μετανιώνω για όλες τις ημέρες που προσευχόμουν να αποκτήσω παιδί», είπε ακόμα η γυναίκα.
Όταν το Ισραήλ εξαπέλυσε τον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας ως απάντηση στην επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, ο σύζυγος της Ράντι, Μαχμούντ, έσπευσε στο σούπερ μάρκετ για να προμηθευτεί τρόφιμα, ψωμί, πόσιμο νερό και φάρμακα. Αλλά όταν αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους, δεν κατάφεραν να πάρουν τίποτα από αυτά μαζί τους.
Σήμερα, η Ράντι και ο σύζυγός της δεν μπορούν να επιστρέψουν στο σπίτι τους για να πάρουν τα απαραίτητα τρόφιμα που είχαν αγοράσει, αφού το Ισραήλ απέκοψε τη βόρεια Λωρίδα της Γάζας και την πόλη της Γάζας από τις κεντρικές και νότιες περιοχές του παλαιστινιακού θύλακα βομβαρδίζοντας τους δρόμους που τις συνδέουν.
Δεν υπάρχει ασφαλής δρόμος για το σπίτι
«Ο μόνος δρόμος που μας έχει απομείνει για να πάμε στο σπίτι μας τώρα είναι η οδός αλ-Ρασίντ, στον παραλιακό δρόμο, αλλά όποιος οδηγεί εκεί γίνεται στόχος ισραηλινών πολεμικών πλοίων και των τανκς», υπογράμμισε.
Την Παρασκευή, οι ισραηλινές δυνάμεις έβαλαν στο στόχαστρο μια ομάδα εσωτερικά εκτοπισμένων Παλαιστινίων που οδηγούσαν στην οδό αλ Ρασίντ, πηγαίνοντας προς τη νότια Λωρίδα της Γάζας, στην οποία ο ισραηλινός στρατός είχε προειδοποιήσει τους ανθρώπους να μετακινηθούν για την «ασφάλειά» τους.
Τουλάχιστον οκτώ άνθρωποι, μεταξύ των οποίων και παιδιά, σκοτώθηκαν. Λίγες ώρες αργότερα, μια ομάδα ασθενοφόρων που μετέφερε έναν αριθμό τραυματιών στο συνοριακό πέρασμα της Ράφα στα νότια, έγινε επίσης στόχος στον ίδιο δρόμο, παρόλο που το παλαιστινιακό υπουργείο Υγείας είχε συντονίσει μαζί με τον Ερυθρό Σταυρό τη μεταφορά τους εκ των προτέρων.
Ένας οδηγός ασθενοφόρου τραυματίστηκε και τα ασθενοφόρα επέστρεψαν στο νοσοκομείο αλ Σίφα στην πόλη της Γάζας.
Παντοπωλεία και αρτοποιεία χωρίς προμήθειες
Τουλάχιστον 9.448 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί, συμπεριλαμβανομένων 3.900 παιδιών και 2.500 γυναικών, από τότε που το Ισραήλ ξεκίνησε την πιο επιθετική του εκστρατεία βομβαρδισμών στη Γάζα.
Με το Ισραήλ να έχει διακόψει τις προμήθειες νερού και τροφίμων στη Γάζα, οι ιδιοκτήτες των παντοπωλείων λένε ότι δεν θα μπορέσουν να γεμίσουν τα ράφια που αδειάζουν μέχρι το Ισραήλ να άρει την πολιορκία του ήδη αποκλεισμένου θύλακα.
Στον προσφυγικό καταυλισμό Νουσαϊράτ, μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές στην κεντρική Λωρίδα της Γάζας, δεκάδες χιλιάδες κάτοικοι έχουν αναζητήσει καταφύγιο από τους βομβαρδισμούς στην πόλη της Γάζας και τη βόρεια Λωρίδα της Γάζας.
Με λίγες αγορές και αρτοποιεία να είναι ακόμη ανοιχτά, οι κάτοικοι και οι εκτοπισμένοι αγωνίζονται να προμηθευτούν τρόφιμα και ψωμί.
«Περιμένεις δύο – τρεις ώρες στην ουρά για μία σακούλα ψωμί»
«Με περίπου 44 άτομα, εκ των οποίων τα μισά παιδιά, να μένουν μαζί σε ένα σπίτι, χρειαζόμαστε συνεχώς τρόφιμα και τρεχούμενο νερό. Τα παιδιά τελειώνουν το πρωινό τους και 30 λεπτά αργότερα αρχίζουν να ζητούν μεσημεριανό γεύμα ή σνακ, επειδή δεν παίρνουν αρκετή τροφή σε κάθε γεύμα», περιέγραψε η Ράντι.
Πρόσθεσε ότι τα παιδιά, που συνήθως χρειάζονται ένα ψωμί για πρωινό, τώρα παίρνουν μόνο το ένα τέταρτο αυτού και μερικά κομμάτια αγγούρι.
«Για να πάρουμε μια σακούλα ψωμί, πρέπει να ξυπνήσουμε τα ξημερώματα και να περπατήσουμε περίπου 60 λεπτά για να φτάσουμε στον μοναδικό φούρνο που δεν έχει ακόμη βομβαρδιστεί στην περιοχή μας», είπε.
«Δεν περιμέναμε να το ζήσουμε αυτό στους χειρότερους εφιάλτες μας»
«Περιμένουμε σε μια ουρά όπου στέκονται εκατοντάδες άνθρωποι, οι οποίοι έχουν έρθει από όλες τις περιοχές της Λωρίδας, και μετά από περίπου δύο ή τρεις ώρες παίρνουμε τελικά μια σακούλα ψωμί», προσέθεσε.
«Ο χειρότερος εφιάλτης μας»
Λόγω της έλλειψης αλεύρου, νερού και καυσίμων που απαιτούνται για τη λειτουργία των μηχανημάτων και το ψήσιμο του ψωμιού, οι ιδιοκτήτες των αρτοποιείων πωλούν πλέον σε κάθε άτομο μόνο μία σακούλα ψωμί για να καλύψουν τις ανάγκες όσο το δυνατόν περισσότερων οικογενειών.
Οι οικογένειες που χρειάζονται περισσότερα από ένα σακουλάκι πρέπει να στείλουν πολλά μέλη να σταθούν στην ουρά έξω από το αρτοποιείο και να αγοράσουν από ένα σακουλάκι ο καθένας.
«Φυσικά, δεν μαγειρεύουμε γιατί δεν έχουμε αέριο για μαγείρεμα, αρκετό νερό και λαχανικά. Έτσι βασιζόμαστε κυρίως σε κονσέρβες τροφίμων. Αλλά οι κονσέρβες χρειάζονται πολύ ψωμί, οπότε βρισκόμαστε πάντα σε ένα ατελείωτο δίλημμα σκεπτόμενοι τι να φάμε και τι να ταΐσουμε τα παιδιά», δήλωσε ακόμα η Ράντι.
«Και φυσικά, επειδή δεν υπάρχει νερό, κάνουμε μπάνιο τα παιδιά μόνο με υγρά μαντηλάκια. Έχουν αρχίσει να έχουν αλλεργίες και δερματικές μολύνσεις λόγω της έλλειψης συνθηκών υγιεινής. Κάθε μέρα λέμε ότι αυτό θα τελειώσει σύντομα, αλλά γίνεται όλο και χειρότερο. Κάθε μέρα λέμε ότι δεν θα στοχεύουν μέρη γύρω μας, αλλά βομβαρδίζουν περισσότερα σπίτια στη γειτονιά μας», συμπλήρωσε.
«Δεν περιμέναμε να το ζήσουμε αυτό στους χειρότερους εφιάλτες μας», κατέληξε.
«Τρώμε ένα γεύμα τη μέρα, πίνουμε βρώμικο νερό»
Παρόμοια εικόνα παρουσίασε μιλώντας στο BBC και η Σουχέρ Αλ Λουχ, μητέρα επτά παιδιών, που όπως είπε πίνουν βρώμικο νερό και τρώνε ένα γεύμα κάθε μέρα, κυρίως τόνο ή φασόλια από κονσέρβες.
«Μερικές φορές μαγειρεύω λίγες φακές σε μια παλιά ξυλόσομπα. Έχουμε φωτοβολταϊκά στη στέγη για να μπορούμε να φορτίζουμε τα τηλέφωνά μας», είπε χαρακτηριστικά.