Κάνει άριστα το «Δίκτυο» της Αννας Διαμαντοπούλου που τιμά τον Κώστα Σημίτη και, στο πρόσωπό του, τον εκσυγχρονισμό του κράτους και της κοινωνίας, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, την ευρωπαϊκή διαδρομή της χώρας και ιδίως τη στρατηγική ανάγκη ένταξής της στον σκληρό πυρήνα του ευρώ.
Υπήρξε πρωθυπουργός σε μια από τις ευτυχέστερες στιγμές της σύγχρονης Ελλάδας, έπειτα από περίοδο μεγάλης ηθικής και πολιτικής κρίσης. Η θητεία του συνδυάστηκε με μια εποχή ευημερίας, έργων, εξωστρέφειας και κοινωνικής ανόδου. Στα χρόνια του η Ελλάδα μπήκε στην ΟΝΕ, ενώ στρατηγικής σημασίας ήταν η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση – ασχέτως αν η ίδια η κυπριακή πολιτική ηγεσία, συνεπικουρούμενη από τους πολιτικούς διαδόχους του Κώστα Σημίτη, ακύρωσε το σπουδαίο ευρωπαϊκό πλεονέκτημα μιας μόνιμης, βιώσιμης και δίκαιης λύσης του Κυπριακού. Επίσης, στα χρόνια του, η Ελλάδα διοργάνωσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, μια διοργάνωση που στόχευε να συμβολίσει την άνοδο της μοντέρνας και σίγουρης ευρωπαϊκής δημοκρατίας (δεν τα κατάφερε, αλλά ήδη η εποχή Σημίτη είχε παρέλθει).
Η περίοδος Σημίτη άλλαξε την Ελλάδα. Ηρεμα, χωρίς εξάρσεις, με τη συστηματικότητα του «λογιστή» (χαρακτηρισμό που του τον προσήπταν ως κατηγορία), ο πρώην πρωθυπουργός συνέχισε την πολιτική του Κωνσταντίνου Καραμανλή («ανήκομεν εις την Δύσιν») και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (προσπάθεια εξυγίανσης, νοικοκυρέματος και μείωσης του κράτους), ανταποκρινόμενος στα αιτήματα του καιρού του. Δυστυχώς, η ελληνική κοινωνία θεώρησε ότι η ευμάρεια χωρίς μεγάλη προσπάθεια ήταν αναπόφευκτη εξέλιξη – και ο κρατισμός, το πελατειακό πνεύμα και τα δίκτυά του πήραν τη ρεβάνς αμέσως μετά τη θητεία Σημίτη, οδηγώντας τη χώρα στη χειρότερη περιπέτειά της της μεταπολιτευτικής περιόδου.
Το τι συνέβη, ας το δούμε διατυπωμένο από τον ίδιο τον πρώην πρωθυπουργό: «Το δημόσιο χρέος έφτασε από 93,28 δισ. ευρώ το 1996, τα 146,01 δισ. ευρώ το 2010. Αυξήθηκε, από το 2009 ώς το 2010, κατά 20 δισ. περίπου, ένα ποσό-ρεκόρ […]. Παρόμοια αρνητική εξέλιξη δεν υπήρξε άλλη φορά, μετά τη Μεταπολίτευση. Βεβαίως, ούτε επί των κυβερνήσεών μου. Το έλλειμμα της κυβέρνησης ήταν το 1996, το πρώτο έτος της διακυβέρνησής μου, -6,31% του ΑΕΠ, και -5,52% του ΑΕΠ το 2003, τον τελευταίο χρόνο της διακυβέρνησής μου. Μειώθηκε, δηλαδή. Στο τέλος του 2008 ήταν -9,8%. Το 2009, έπειτα από δέκα μήνες διακυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας και δύο μήνες διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ υπό τον Γ. Παπανδρέου, έφτασε το -15,25% του ΑΕΠ, ένα απόλυτο ρεκόρ» (Κώστας Σημίτης. «Υπάρχει Λύση;», συνέντευξη με τον Γιάννη Πρετεντέρη, Πόλις 2016, σ. 11-12).
Πριν η διακυβέρνηση Κώστα Καραμανλή προετοιμάσει το έδαφος της χρεοκοπίας, είχε ηττηθεί κατά κράτος σε δύο περιπτώσεις η διακυβέρνηση Σημίτη. Στην κρίση του Χρηματιστηρίου, που έδειξε τη χωρίς αρχές βουλιμική μανία της ελληνικής κοινωνίας. Και κατά την υποχώρηση στην ασφαλιστική μεταρρύθμιση Γιαννίτση, ενδεικτική της δυναμικής άρνησης κάθε αλλαγής από τις συντεχνίες και τα κόμματα.
Αυτή η δυναμική άρνηση κάθε αλλαγής είναι, και σήμερα, ισχυρή τάση της ελληνικής κοινωνίας και, μαζί, του πολιτικού συστήματος. Σαν να μη μας έμαθε τίποτα η δεκαετία της χρεοκοπίας. Οσο για την αδυναμία του Σημίτη να αρθεί υπεράνω του ανορθολογισμού που οδήγησε στη χρεοκοπία («Ο,τι θέλει ο λαός»), δείχνει αναλογικά τον κίνδυνο που αντιμετωπίζει σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος λίγο-πολύ έχει έρθει υπηρετώντας το ίδιο αίτημα εκσυγχρονισμού της κοινωνίας, με τις ίδιες ανορθολογικές δυνάμεις μέσα και έξω από το κόμμα του απέναντί του.
Πολιτικοί ή ψυχοπονιάρηδες;
Ευτυχώς που η πολιτική των ΗΠΑ στο Ισραήλ είναι σαφής και ανεξάρτητη από τον εύκολο, μελό δήθεν ανθρωπισμό όσων απλώς πιστεύουν πού να μπλέκεις. Ο Αντονι Μπλίνκεν, σαφώς, λέει ότι «το Ισραήλ έχει δικαίωμα να υπερασπίσει τον εαυτό του» κι ότι όσο υπάρχει η Αμερική θα στηρίζει το Ισραήλ απέναντι στους δολοφόνους της Χαμάς στόχος της οποίας είναι «να καταστρέψει το Ισραήλ και να δολοφονήσει τους Εβραίους».
Αντιθέτως, στην Ελλάδα, η αντιπολίτευση αλλά και μεγάλο μέρος νεοδημοκρατών, κρατούν μια ψευτοανθρωπιστική στάση δήθεν ίσων αποστάσεων για την παγκόσμια ειρήνη.
Ως φαίνεται, ακόμα και κορυφαία κυβερνητικά στελέχη αφήνουν μόνο του τον Μητσοτάκη να βγάζει το φίδι από την τρύπα, προτιμώντας μια ψυχοπονιάρικη ρητορική (όπως π.χ. ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, που καταδικάζει «κάθε τρομοκρατική δράση, κάθε βίαιη ενέργεια, κάθε απάνθρωπη μεταχείριση», δηλαδή τη Χαμάς, και αμέσως μετά βάζει στον ισολογισμό τους αμάχους της Γάζας).
Εχουμε πήξει στους ψυχοπονιάρηδες (που ξεχνούν τους ομήρους, ή την ανάγκη να εκλείψει ο εξτρεμισμός ο οποίος θέλει να εξαλείψει τους Ισραηλινούς, επειδή αν δεν εκλείψει θα είναι συνεχώς απειλητική η παρουσία τους). Λείπει το πολιτικό θάρρος που λύνει προβλήματα. Κι αυτή τη στιγμή, μόνο η αμερικανική στάση αντιμετωπίζει το πρόβλημα της Χαμάς – όχι οι ψυχοπονιάρηδες και πολιτικά λουφαδόροι Ευρωπαίοι.