Την εβδομάδα που μας πέρασε οι τιμές για τον χυμό πορτοκαλιού αυξήθηκαν διεθνώς στα υψηλότερα επίπεδα από το 1966. Ρεκόρ σχεδόν 60 ετών. Οι τυφώνες που χτύπησαν τη Φλόριντα όπου παράγεται το 90% της παραγωγής των ΗΠΑ, σε συνδυασμό με την ξηρασία στη Βραζιλία όπου παράγεται το 75% της παγκόσμιας παραγωγής πορτοκαλιού, έχουν οδηγήσει σε έκρηξη των τιμών σε επίπεδα που ουδείς φανταζόταν.
Θα πει κάποιος και τι μας νοιάζει, εδώ είναι Ελλάδα και παράγουμε πολλά πορτοκάλια. Μας νοιάζει και μας κόφτει κανονικά. Αφενός γιατί όλο μας το τουριστικό προϊόν στηρίζεται στο πρωινό με τη διάθεση χυμού πορτοκαλιού. Αφετέρου η παραγωγή μας επαρκεί μόνο για ένα μικρό χρονικό διάστημα του χειμώνα να καλύψει τις εγχώριες ανάγκες. Οι υπόλοιπες καλύπτονται με πολλαπλάσιες εισαγωγές παγοκολονών χυμού πορτοκαλιού που καλύπτουν τη μεγάλη καλοκαιρινή ζήτηση. Ο χυμός του πορτοκαλιού είναι το… ελαιόλαδο των επόμενων μηνών. Απλά μπορεί να κάνει μεγαλύτερη ζημιά. Το πρόβλημα σε αυτό το προϊόν είναι ότι χτυπάει τη βαριά μας βιομηχανία, δηλαδή τον τουρισμό. Επιπλέον ήδη ήμασταν ελλειμματικοί και κάναμε εισαγωγές σε αντίθεση με το ελαιόλαδο που τουλάχιστον ένα μέρος της οικονομίας επωφελείται σε σημαντικό βαθμό από τις εξαγωγές που κάνει στις σημερινές υψηλές τιμές.
Το είπε χθες εξαιρετικά ο επιχειρηματίας Σπύρος Θεοδωρόπουλος, στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών: Τα αστυνομικά και αγορανομικά μέτρα δεν αρκούν για να λύσουν το πρόβλημα, ανέφερε. Προφανώς δεν αναφερόταν μόνο στο πορτοκάλι, αλλά σε όλα τα προϊόντα που έχουν σημασία για την ελληνική οικονομία. Τι χρειάζεται; Προφανέστατα σχέδιο. Να δούμε, για παράδειγμα, αν πράγματι κρίνουμε ότι είναι σημαντικό, πώς θα επεκτείνουμε τη διάρκεια της εγχώριας παραγωγής του πορτοκαλιού με νέες ποικιλίες. Μπορεί να μην αλλάξει η τάση των τιμών των αγροτικών προϊόντων, αλλά τουλάχιστον θα συγκρατήσουμε το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας.
Δεν ξέρω αν το καταλάβατε, αλλά βιώνουμε μια από τις πιο περίπλοκες καταστάσεις με τα αγροτικά προϊόντα και μαζί τους «μολύνεται» το σύνολο της εφοδιαστικής αλυσίδας με ακρίβεια και ελλείψεις.
Το πρώτο πρόβλημα είναι η μειωμένη προσφορά σε μια σειρά από προϊόντα και όχι μόνο στο ελαιόλαδο και τον χυμό πορτοκαλιού. Πριν από μερικά χρόνια σε μια προσπάθεια να μειωθεί η ευρωπαϊκή υπερπαραγωγή αγροτικών προϊόντων επιδοτήθηκε η εγκατάλειψη πολλών καλλιεργειών. Τώρα το πληρώνουμε, καθώς η ζήτηση όχι μόνο δεν μειώθηκε αλλά αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια.
Το δεύτερο πρόβλημα είναι οι κλιματικές συνθήκες. Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει και μειώνει τις αποδόσεις. Σε περιπτώσεις ακραίων συνθηκών όπως με τις πλημμύρες φέτος στη Θεσσαλία, τις… εξαφανίζει. Οι απώλειες του βαμβακιού στον θεσσαλικό κάμπο ξεπερνάνε το 70%. Μπορεί να φανταστεί κάποιος πώς νιώθει ο βαμβακοπαραγωγός που βλέπει τον αφανισμό της καλλιέργειάς του; Ούτε λόγος για τις τιμές που θα πουλήσει. Χαμένος ο καταναλωτής. Χαμένος και ο αγρότης.
Αν προσθέσουμε και το πρόβλημα του κόστους παραγωγής τότε η κατάσταση ξεφεύγει. Τα πάντα ανέβηκαν, αλλά κυρίως τα εργατικά, καθώς εργάτες γης, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, αποτελούν εδώ και καιρό είδος προς εξαφάνιση.
Οι επιλογές είναι σαφείς. Είτε θα κοιτάμε τη μια κρίση μετά την άλλη να έρχεται σε κάθε αγροτικό προϊόν, είτε θα φτιάξουμε ένα σχέδιο προσαρμοσμένο στις ανάγκες και τα προβλήματά μας, ελπίζοντας ότι τα επόμενα επεισόδια κρίσεων θα μας βρουν πιο ισχυρούς να τα αντιμετωπίσουμε.