Oι πληροφορίες λένε ότι το γκάλοπ που όλοι περιμένουν έχει ήδη γίνει και τα αποτελέσματά του θα ανακοινωθούν τις επόμενες ημέρες. Το ποσοστό στο οποίο συναντώνται ο ΣΥΡΙΖΑ (κατά την κάθετη πτώση του) και το ΠΑΣΟΚ (κατά την τεμπέλικη αναμονή του) είναι 13%. Από την άποψη της φυσικής, δεν αποκλείεται φυσικά η πτώση να ανακοπεί, ακόμη και να αντιστραφεί: αυτό γίνεται, ας πούμε, στο τραμπολίνο. Πολιτικά, όμως, αναρωτιέται κανείς τι είναι αυτό που θα εμποδίσει τον ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη να δει να τον προσπερνά όχι μόνο το ΠΑΣΟΚ, αλλά και το ΚΚΕ.
Ο αρχηγός χαμογελάει, και θα εξακολουθήσει να χαμογελάει: ως εδώ όλα καλά, λέει στον εαυτό του κατά το γνωστό ανέκδοτο. Η αλήθεια είναι ότι δεν χρειάζεται να ζοριστεί. Οποτε βαρεθεί, τα μαζεύει και γυρίζει στην Αμερική. Η οικονομική του επιφάνεια είναι τόσο μεγάλη, ώστε δεν έχει ανάγκη κανέναν. Πριν από αυτό, όμως, δείχνει αποφασισμένος να δώσει δύο μάχες: τη μάχη για την ενότητα της Αριστεράς (εξ ου και η χθεσινή του συνάντηση με τον Ανδρουλάκη) και τη μάχη για την εξυγίανση της πολιτικής ζωής (εξ ου και οι χθεσινές του συναντήσεις με Ράμμο και Μενουδάκο). Καμιά από τις δύο δεν είναι πραγματικά «δική του» και τίποτα δεν δείχνει ότι θα κερδίσει πόντους από αυτές.
Ισως να ήταν πιο έξυπνο, πιο παραγωγικό και εν τέλει πιο χρήσιμο για τον ίδιο και τις φιλοδοξίες του, να έχει περάσει αλλιώς τη χθεσινή του ημέρα. Θα μπορούσε να έχει κάνει μια πρώτη στάση στη Μεγάλη Βρεταννία και να παρακολουθήσει την παρέμβαση του Τάσου Γιαννίτση στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών. Θα μάθαινε έτσι τι σημαίνουν οι λέξεις συνέπεια και ευθύνη. Κι αν με την ευκαιρία διάβαζε λίγο τη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, θα καταλάβαινε ότι τα μεγάλα προβλήματα της χώρας δεν αντιμετωπίζονται με λαϊκιστικά συνθήματα περί «τίμιων ελεύθερων επαγγελματιών που βαφτίζονται φοροφυγάδες», αλλά με, συχνά αντιδημοφιλείς, ρήξεις και τομές.
Θα είχε μεταβεί στη συνέχεια στο Μέγαρο Μουσικής για να ακούσει την ομιλία του Κώστα Καραμανλή στη μνήμη της Μαριέττας Γιαννάκου. Και ενδεχομένως να αντλούσε διδάγματα από την εικόνα ενός αποτυχημένου πρωθυπουργού που προσπαθεί να σώσει την υστεροφημία του προσεταιριζόμενος την επιτυχία μιας παθιασμένης εκσυγχρονίστριας με την οποία είχε την τύχη να συνεργαστεί.
Κι ύστερα θα είχε καταλήξει στον Ταύρο και θα είχε ανακατευτεί με το πλήθος που πήγε να τιμήσει τον Σημίτη. Εκεί δεν θα είχε απλώς την ευκαιρία να σφίξει το χέρι ενός διανοούμενου πολιτικού. Αλλά και να ακούσει έναν σύγχρονο, μεστό, ουσιαστικό πολιτικό λόγο από ανθρώπους σαν τον Στουρνάρα, τον Βούλγαρη, τη Διαμαντοπούλου, τον Γιούνκερ, τον Πρόντι.
Το μεγαλύτερο λάθος του Κασσελάκη ίσως εν τέλει να είναι πως πίστεψε ότι η Αριστερά, και η χώρα, έχουν ανάγκη από αυτόκλητους σωτήρες.