Αποχή από όλες τις δίκες συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου και των ΝΠΔΔ του στενού και ευρύτερου δημοσίου τομέα, ενώπιον πολιτικών, ποινικών και διοικητικών δικαστηρίων από την Πέμπτη 9 Nοεμβρίου 2023 μέχρι την ψήφιση του νομοσχεδίου για τη φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών, χωρίς να αποκλείεται νέος κύκλος περαιτέρω κινητοποιήσεων, αποφάσισε το Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΣΑ αντιδρώντας στα νέα μέτρα.
Ολόκληρη η ανακοίνωση του ΔΣΑ έχει ως εξής :
Η Κυβέρνηση με την εισαγωγή τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος, στο όνομα της δήθεν καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, στην πραγματικότητα «κλείνει το μάτι» στην φοροδιαφυγή των μεγάλων εισοδημάτων, υιοθετώντας την πρακτική «καλύτερα λίγα από πολλούς, παρά πολλά από λίγους». Στην κατεύθυνση αυτή, χαρακτηρίζει, συλλήβδην, ως φοροφυγάδες το σύνολο των ελευθέρων επαγγελματιών και επιστημόνων και πλήττει αποφασιστικά την μεσαία τάξη, τον κορμό της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Προφανώς, ζήλεψε τη δόξα του «νόμου Κατρούγκαλου» μεταθέτοντας τον τομέα της παρέμβασής της από το ασφαλιστικό στο φορολογικό πεδίο, χωρίς να ξεχνάμε την πρόσφατη υπέρογκη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών από την παρούσα κυβέρνηση.
Η φορολόγηση με βάση τεκμαρτό εισόδημα, για εισόδημα δηλαδή που δεν έχει αποκτηθεί, δεν καταπολεμά την φοροδιαφυγή αλλά οδηγεί σε επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης και σε αφανισμό δυναμικών κλάδων της ελληνικής οικονομίας.
Η επίκληση ότι τα τεκμήρια είναι μαχητά, προφανώς απευθύνεται σε αδαείς αφού είναι γνωστό από την εμπειρία του παρελθόντος, ότι οι όποιες προσπάθειες αμφισβήτησης έχουν αποδειχθεί, ατελέσφορες. Όπως επίσης, αδόκιμη και εκ του πονηρού είναι και η προσπάθεια ταύτισης των ελεύθερων επαγγελματιών με τους μισθωτούς, δεδομένου ότι οι ελεύθεροι επαγγελματίες είναι διαφορετική κατηγορία από αυτή των μισθωτών ούτε αφορολόγητο εισόδημα έχουν ούτε τις εκπτώσεις και τις απαλλαγές των μισθωτών. Περαιτέρω δε, χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος, όχι ο καθαρός φορολογητέος μισθός του μισθωτού αλλά ο μικτός μισθός, συνυπολογιζομένων και των ασφαλιστικών εισφορών.
Η Κυβέρνηση δείχνει ότι αγνοεί την πραγματικότητα που βιώνει η πλειοψηφία των ελευθέρων επαγγελματιών και επιστημόνων και μάλιστα μετά από τη δεκαετή μνημονιακή περίοδο, την υγειονομική κρίση λόγω της πανδημίας, την ενεργειακή κρίση και την αύξηση των τιμών και του πληθωρισμού. Σήμερα, η πλειοψηφία των ελευθέρων επαγγελματιών και επιστημόνων αδυνατεί να ανταποκριθεί σε βασικές υποχρεώσεις, κάτι που αποδεικνύεται αναμφισβήτητα και από τα στοιχεία των φορολογικών και ασφαλιστικών οφειλών και τον αριθμό όσων έχουν υπαχθεί στις 120 δόσεις, στοιχεία που είναι γνωστά στην Κυβέρνηση. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΦΚΑ, το 33% περίπου των δικηγόρων βρίσκονται σε ρύθμιση οφειλών, ενώ ιδιαίτερα μεγάλος είναι και ο αριθμός των δικηγόρων που έχουν οφειλές εκτός ρύθμισης.
Εάν η Κυβέρνηση ήθελε πράγματι να πατάξει την φοροδιαφυγή θα έβαζε στο κέντρο του ενδιαφέροντός της τα μεγάλα εισοδήματα και συμφέροντα, τα οποία όμως δεν αγγίζει, ευρισκόμενη προφανώς σε μία διαρκή αλληλεπίδραση μαζί τους. Τα φορολογικά έσοδα δεν αυξάνονται λυσιτελώς με την φορολόγηση των εισοδημάτων των 10.000 ευρώ αλλά εκείνων των εκατοντάδων χιλιάδων και εκατομμυρίων ευρώ.
Ειδικά για εμάς, τους δικηγόρους, τα νέα φορολογικά μέτρα, και μάλιστα χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε διάλογος, συνιστούν τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της οργής και της αγανάκτησης. Έρχονται να προστεθούν ιδίως στην κυβερνητική αδιαφορία για την στήριξη του δικηγορικού επαγγέλματος, κατά την περίοδο της πανδημίας, στην αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, στην κατάργηση της υποχρεωτικής παράστασης στα συμβόλαια, στην μη μείωση του ΦΠΑ στις δικαστηριακές υπηρεσίες, στην μη επέκταση της απαλλαγής από τον ΦΠΑ για εισοδήματα μέχρι 25.000 ευρώ, τη μόνη μνημονιακή υποχρέωση που δεν υλοποιήθηκε -για το όριο απαλλαγής δε, πρέπει να διευκρινιστεί ρητώς ότι δεν θίγεται από το τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα-, στις καθυστερήσεις καταβολής