Μία από τις μεγαλύτερες διαχρονικές εμμονές των Ελλήνων είναι ότι για όλα φταίνε οι τράπεζες. Προφανώς φταίνε για πολλά και κυρίως γιατί έχουν και αυτές μια… εμμονή, να ζητάνε πίσω τα χρήματα που μας δανείζουν. Το πρόβλημα ωστόσο γίνεται ξανά μεγάλο. Η συγκεκριμένη αντίληψη, σε βαθμό στερεότυπου πεποιθήσεως, αναπτύχθηκε στον μέγιστο βαθμό τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης. Οι τράπεζες θεωρήθηκαν για πολλούς λόγους, κυρίως λόγω της ηθελημένης παραπλάνησης από αυτούς που ευθύνονται για τη χρεοκοπία της χώρας, ως υπεύθυνες για κάθε δεινό που έπληξε αυτή τη χώρα.
Κάποιοι ακόμα όμως πιστεύουν ότι αυτές μας χρεοκόπησαν και όχι τα οικονομικά του κράτους που έσκασαν στα βράχια. Αυτό που πάει να γίνει νέα πεποίθηση σε αναλύσεις είναι ότι σε κάθε περίπτωση, εμείς ως φορολογούμενοι τις βοηθήσαμε και αυτές ενώ δεν μας βοηθάνε, μας φόρτωσαν, λένε, και με τεράστιες ζημιές. Για το πρώτο θέμα των ελλιπών χρηματοδοτήσεων η στήλη έχει ασκήσει έντονη κριτική προς τις σημερινές διοικήσεις των τραπεζών. Πράγματι θα περίμενε κανείς ότι όταν θα πατούσαν τα πόδια τους και θα έχτιζαν τόσο σημαντική καταθετική βάση, θα αύξαναν το ρίσκο, θα χαλάρωναν τα κριτήρια των νέων δανείων. Οι όψιμοι επικριτές λένε όμως και κάτι άλλο. Οτι τα χρήματα των ανακεφαλαιοποιήσεων της προηγούμενης δεκαετίας είναι πολύ περισσότερα από αυτά που παίρνουμε πίσω τώρα, στη διαδικασία αποεπένδυσης που βρίσκεται σε εξέλιξη από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Πρόκειται για τη μισή και ακόμα λιγότερο αλήθεια. Αυτή την αλήθεια προσπάθησε να αποκαταστήσει με την παρέμβασή του, την Τρίτη, διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας.
Πράγματι από τα ποσοστά που έχει το Δημόσιο στις τράπεζες, θα λάβει από την πώληση των μετοχών του σε αυτές το πολύ 5 δισ. ευρώ. Είναι επίσης αλήθεια ότι οι ανακεφαλαιοποιήσεις ενίσχυσαν τις τράπεζες με κεφάλαια ύψους 51,7 δισ. ευρώ. Το Δημόσιο ωστόσο έδωσε τα 32 δισ. (62% του συνόλου), τα υπόλοιπα 19,7 δισ. (38%) δόθηκαν από ιδιώτες επενδυτές. Γιατί χρειάστηκαν όμως όλα αυτά τα λεφτά οι τράπεζες; Την περίοδο 2010 – 2015 κατέγραψαν ζημιές, λόγω κόκκινων δανείων (χρεοκοπία νοικοκυριών) και PSI (χρεοκοπία κράτους), συνολικού ύψους άνω των 70 δισ. ευρώ. Ζημιές που δεν είχαν προηγούμενο στον κλάδο. Αρα στους υπολογισμούς της συνεισφοράς των τραπεζών στα ταμεία του κράτους δεν μπορεί να μη συμπεριληφθεί η ζημιά που κατέγραψαν αυτές, από το όφελος που είχε το κράτος από το κούρεμα του ελληνικού χρέους (PSI). Μόνο το PSI είχε άμεσες και καταστροφικές επιπτώσεις στις τράπεζες προκαλώντας στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα ζημιές ύψους 37,7 δισ. ευρώ και «εξαϋλώνοντας» την κεφαλαιακή βάση τους. Το έκαναν μάλιστα μόνο αυτές, όταν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές τράπεζες πωλούσαν ελληνικά κρατικά ομόλογα και αυτές αγόραζαν. Και προφανώς ζημιώθηκαν. Αλλωστε ποιος θα περίμενε να χρεοκοπήσουν οι πάντες σε μια χώρα και να μην είχαν πρόβλημα οι τράπεζες. Αλλά δεν προκάλεσαν αυτές το πρόβλημα.
Επιπλέον το τραπεζικό σύστημα, μέσω του ειδικού μηχανισμού ρευστότητας (ELA) που ως σανίδα σωτηρίας τής είχε δοθεί το επίμαχο διάστημα, συνεισέφερε στη μεγάλη κερδοφορία της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία με τη σειρά της, λόγω της κερδοφορίας που πετύχαινε, απέδωσε μερίσματα στο ελληνικό Δημόσιο που ξεπερνούν τα 5,5 δισ. ευρώ.
Αθροίζοντας τη συνεισφορά στο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους (37,7 δισ.), τα μερίσματα της ΤτΕ και την πώληση των ποσοστών του ΤΧΣ υπερκαλύπτεται η ταμειακή ζημιά του κράτους. Καιρός είναι για να προχωρήσουμε και να μπορούμε να ασκούμε αξιόπιστη κριτική στις σημερινές τράπεζες, να αποκαταστήσουμε και την ιστορική αλήθεια.