Το ενοχλητικότερο στην περίπτωση της οριζόντιας φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών είναι η ηθική διάσταση του θέματος. Το ψιλικατζίδικο του χαρακτήρα της συναλλαγής, δηλαδή η ευτέλειά της. Αφού δεν μπορώ να σε πιάσω, εσένα που δεν πληρώνεις Εφορία και ζεις εις βάρος όλων των υπόλοιπων, έλα να συμφωνήσουμε να δώσεις κάτι και θα πατσίσουμε. Αυτή είναι η λογική που διέπει τη συναλλαγή. Είτε για λόγους απροθυμίας είτε για λόγους πραγματικής αδυναμίας του κράτους να εντοπίσει τους φοροφυγάδες (π.χ., μέσω τεκμηρίων διαβίωσης), καταφεύγει σε ένα είδος συμβιβασμού. Οι μεν παράνομοι νομιμοποιούνται δίνοντας κάτι συμβολικό, το δε κράτος κάτι εισπράττει, υποτίθεται για να το επιστρέψει με μορφή υπηρεσιών στους φορολογουμένους. Και οι δύο πλευρές κάτι χάνουν και κάτι κερδίζουν. Οι φοροφυγάδες συνεχίζουν να ζουν εις βάρος των υπολοίπων, αφού η προβλεπόμενη πρόσοδος για το κράτος είναι ένα μικρό ποσοστό της φοροδιαφυγής, αλλά, τέλος πάντων, κάτι γίνεται.
Είναι αρκετό αυτό το κάτι που γίνεται; Μπορώ να είμαι ικανοποιημένος; Το θέτω σε πρώτο πρόσωπο, γιατί με απασχόλησε προσωπικά το θέμα. Αρχικά με θύμωσε, μετά ο θυμός έγινε απογοήτευση, τέλος, η απογοήτευση έδωσε τη θέση της σε μια πιο ισορροπημένη θεώρηση του ζητήματος, την οποία ανέπτυξα στην προηγούμενη παράγραφο. Και μετά, ήρθε ο πρόεδρος Στέφανος Κασσελάκης… Ηρθε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και η δήλωσή του με την οποία δεσμεύτηκε ότι θα καταργήσει το συγκεκριμένο ημίμετρο (ας το πω έτσι για την οικονομία του λόγου), οπότε κάθε προβληματισμός μου εξαερώθηκε. Αν η επιλογή καταλήγει να είναι μεταξύ ημίμετρων ή καθόλου μέτρων, επιλέγω το πρώτο και δεν το συζητώ. Αν μάλιστα η απάτη της φοροδιαφυγής εξωραΐζεται, εξαίρεται ως «κοινωνική ανάγκη» και «δικαιοσύνη», όπως στις δηλώσεις του κ. Κασσελάκη, τότε η ανοχή της φοροδιαφυγής περνά σε ένα ανώτερο στάδιο και γίνεται αποδοχή της φοροδιαφυγής.
Ημίμετρο είναι επίσης ο νόμος για τη διαδικασία πρόσληψης διοικητών στους μεγάλους κρατικούς οργανισμούς. Οχι επειδή στο τέλος θα επιλέγει ο υπουργός το έναν από τους τρεις που θα προκρίνονται. Αυτό είναι ως ένα βαθμό λογικό, αφού ο ίδιος ο υπουργός θα πρέπει να συνεργαστεί στενά με τον διοικητή. Είναι ημίμετρο, αφενός επειδή εκ του νόμου οι μισθοί είναι αστείοι εν σχέσει με το βάρος των ευθυνών και, αφετέρου, επειδή υπάρχουν οργανισμοί, όπως π.χ. τα νοσοκομεία, που δεν έχουν καν ισολογισμούς. Μπορεί να είναι ωραία και σωστά σχεδιασμένο το μέτρο, δεν είναι όμως ο κρίκος μιας αλυσίδας που οδηγεί κάπου. Είναι ένας κρίκος μόνος του. Συνεπώς, μεγάλη μεταρρύθμιση δεν το λες, γιατί δεν είναι.
Ισως το καλύτερο στοιχείο της διαδικασίας που θεσπίζει ο συγκεκριμένος νόμος είναι ότι εισάγει εμμέσως περιορισμούς ποιοτικού χαρακτήρα στην ελευθερία επιλογής του υπουργού. Εφόσον ο υπουργός θα πρέπει να διαλέξει τον έναν από τους φιναλίστ, που πληρούν τις ποιοτικές προϋποθέσεις όπως τις ορίζει ο νόμος, παύει πλέον να έχει το δικαίωμα να διορίσει σε θέση διοικητή νοσοκομείου τον ιδιοκτήτη του αγαπημένου του βενζινάδικου. Για να είμαι ακριβής και πάλι θα μπορεί ο υπουργός να διορίσει τον βενζινά της αρεσκείας του ή τον περιπτερά του, υπό την προϋπόθεση όμως ότι ο βενζινάς έχει, λ.χ., πτυχίο ιατρικής, σοβαρή επαγγελματική εμπειρία στις υπηρεσίες υγείας και καταφέρνει να περάσει στον τελικό. Πράγμα κομμάτι δύσκολο, όπως καταλαβαίνετε, αλλά όχι εντελώς απίθανο. Επειδή όμως δεν είναι απίθανο είναι και δημοκρατικό, εφόσον δεν αποκλείει κατ’ αρχήν τον βενζινά για την επαγγελματική ιδιότητά του. Θεωρητικά, μπορεί να είναι κάποιος πολύ καλός γιατρός ή διακεκριμένος αστροφυσικός και, συγχρόνως, να έχει χόμπι το βουλκανιζατέρ και να διατηρεί σχετικό κατάστημα! Θα τον αποκλείσουμε δηλαδή τον άνθρωπο επειδή μας ξενίζει το χόμπι του;
Ως προς τις μεταρρυθμίσεις, λοιπόν, η εντύπωσή μου είναι ότι μέχρι στιγμής βολευόμαστε με αποχρώσεις του γκρίζου. Δεν υπάρχει όμως άλλη επιλογή. Οι άλλες είναι αποχρώσεις του μαύρου.