Μπορεί η συζήτηση για τις ανατιμήσεις στα είδη πρώτης ανάγκης να δίνει και να παίρνει, κοστίζοντας στην οικονομία με μια αξιοσημείωτη μείωση της κατανάλωσης, αντίθετα, η τάση για τα «ακριβά» διαρκή αγαθά αλλά και για μείζονες αγορές όπως αυτές των κατοικιών είναι έντονα ανοδική. Και από ό,τι φαίνεται θα παραμείνει σε ανοδική πορεία. Και αυτό είναι καλό νέο, αν θέλουμε ο στόχος για ανάπτυξη 3% που έχει συμπεριλάβει στον νέο προϋπολογισμό ο υπουργός Οικονομικών να επιτευχθεί. Μόνο η διψήφια αύξηση των επενδύσεων, κυρίως λόγω του Ταμείου Ανάκαμψης, δεν αρκεί για την επίτευξη των στόχων του 2024.
Σε μια ανάλυσή της η Alpha Bank επισημαίνει κάτι σημαντικό σε αυτή την κατεύθυνση: Οτι αλλάζει το μείγμα των αγορών με την αύξηση του μεριδίου των διαρκών αγαθών, το οποίο παρατηρείται εδώ και καιρό και αναμένεται να συνεχιστεί το επόμενο διάστημα. Αυτό δείχνει η αύξηση των πωλήσεων των αυτοκινήτων, αλλά φαίνεται και από τη βελτίωση των προθέσεων των καταναλωτών για την πραγματοποίηση μείζονων αγορών όπως τα έπιπλα ή οι ηλεκτρικές συσκευές (ψυγεία, κουζίνες κ.λπ.) που συνιστούν πρόδρομο δείκτη διατήρησης της δυναμικής της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Οι αναλυτές της Alpha Bank παρατηρούν ότι τη διετία πριν από την οικονομική κρίση 2007-2008 αυτού του είδους οι καταναλώσεις διαρκών αγαθών αντιπροσώπευε κατά μέσο όρο το 7,6% της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών. Υποχώρησε στο 3% στο τρίτο τρίμηνο του 2015, των capital controls για να ανακάμψει έκτοτε και να φτάσει εντός του 2023 στο 6,7%. Η εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί, λόγω της συνεχιζόμενης ανόδου της απασχόλησης κατά 1,6%, της αναμενόμενης αύξησης των μισθών, αλλά και την αύξηση των χρηματοδοτήσεων των τραπεζών για καταναλωτικούς σκοπούς.
Παρόμοια τάση διαπιστώνει και για την αγορά κατοικιών η Τράπεζα της Ελλάδος, στην έκθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα που έδωσε στη δημοσιότητα επίσης την εβδομάδα που μας πέρασε.
Η κεντρική τράπεζα εκτιμά ότι οι τιμές των κατοικιών στην Ελλάδα απέχουν ακόμη από το ιστορικό υψηλό που είχε καταγραφεί πριν από τη δημοσιονομική κρίση. Βραχυπρόθεσμα εκτιμά ότι το επενδυτικό περιβάλλον θα παραμείνει έντονο, ειδικά για συγκεκριμένες προνομιακές θέσεις στο λεκανοπέδιο της Αττικής και για περιοχές με τουριστικά χαρακτηριστικά. Ομως και μεσοπρόθεσμα βλέπει προοπτικές, μέσω των προγραμμάτων στήριξης των νοικοκυριών όπως το «Σπίτι μου», αλλά και αντίστοιχες πρωτοβουλίες για την ανακαίνιση παλαιών κατοικιών, που συμβάλουν στη βελτίωση του κτιριακού αποθέματος.
Αυτές είναι οι τάσεις της αγοράς. Προφανώς μια εξωγενής κρίση μπορεί να αλλάξει προς το χειρότερο την κατάσταση. Από την άλλη μια σειρά από παρεμβάσεις, στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων και της έμμεσης συγκράτησης των απωλειών στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, μπορεί να συμβάλει μαζί με τις ακριβές αγορές διαρκών αγαθών, που προφανώς θα κάνουν συγκριτικά οι λιγότεροι, να δούμε και μια έκπληξη ανθεκτικότητας από την κατανάλωση ειδών πρώτης ανάγκης από την πλειονότητα των πολιτών…