Η είδηση του συνεδρίου είναι ότι ο Κασσελάκης κέρδισε. Εφόσον οι τέσσερις προς διαγραφή αποχώρησαν μόνοι τους, το ζήτημα της διαγραφής τους παρέλκει. Εφυγαν μόνοι τους, τι να διαγράψει ο πρόεδρος; Οπως γνωρίζουμε, όμως, δεν ήταν καθόλου βέβαιο αν μπορούσε να οδηγήσει τους τέσσερις στην έξοδο. Για να το πετύχει, έφτασε στο σημείο να απειλήσει τους διαφωνούντες με τον απόλυτο εξευτελισμό ενός δημοψηφίσματος στη βάση. Διακινδύνευσε τον εκβιασμό της γελοιοποίησης και, είτε μας αρέσει είτε όχι, του βγήκε. Εκείνοι τους οποίους ήθελε να διαγράψει, αλλά κατά πάσα πιθανότητα δεν μπορούσε, του άδειασαν τη γωνιά μόνοι τους. Αυτός δεν ήταν εξαρχής ο σκοπός; Ε, λοιπόν, τον πέτυχε. Μπορεί να αποδειχθεί – και μάλιστα πολύ σύντομα – ότι η επιτυχία του ήταν πύρρεια και ότι τον αποδυνάμωσε. Πάντως, επικράτησε.
Τους αποχωρήσαντες από την Κεντρική Επιτροπή δεν νομίζω ότι θα τους κλάψει κανείς εκτός από τους φίλους τους που παρέμειναν στο όργανο. Πολιτικά, είχαν τελειώσει προ πολλού. Στην πραγματικότητα, η έλευση του Κασσελάκη τούς έδωσε μια προσωρινή παράταση ζωής και την ευκαιρία της ηρωικής εξόδου. Επίσης δεν θα τους έλεγες συμπαθείς, παρότι η «Ομπρέλα» είχε επικεφαλής τον Γιούκλιντ Τσαλακώτο, ένα σπουδαίο ταλέντο στην κωμωδία. Αντιπροσωπεύουν την καταθλιπτική Αριστερά που βιώνει τη μιζέρια ως τραγωδία και κάνει το ψυχολογικό πρόβλημα ιδεολογία.
Αν όμως τους αποχωρήσαντες δεν μπορείς να τους συμπαθήσεις με τίποτα, τους άλλους που κέρδισαν, τον Κασσελάκη και τους δικούς του, δεν μπορείς με τίποτα να τους πάρεις στα σοβαρά! Η ομιλία του προέδρου, συγκεκριμένα, ήταν παιδαριώδης και στο περιεχόμενο και στο ύφος. Ενα ύφος σχεδόν παιδικό, με απλές, σύντομες προτάσεις (υποκείμενο, ρήμα, αντικείμενο), διότι θα έχετε προσέξει ότι ο πρόεδρος έχει κάποιες δυσκολίες με τα ελληνικά και στο λεξιλόγιο και στο συντακτικό και στην προφορά.
Ούτε έχει το χάρισμα του προφορικού λόγου, τουλάχιστον στα ελληνικά.
Αυτό φάνηκε από το παράδειγμα της φέτας, που το έθεσε στο ακροατήριο του για να δείξει ότι δεν είναι σνομπ, αλλά το έκανε τόσο άχαρα, ώστε να ακούγεται σαν άσχετο αστείο που προκαλεί ρίγος αμηχανίας. Αν λοιπόν έπρεπε να τα συνοψίσω όλα αυτά, θα έλεγα ότι, στην ιστορική συνεδρίαση της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, ίσως την τελευταία του ΣΥΡΙΖΑ με τη μορφή που ξέραμε, οι αστείοι επικράτησαν των αντιπαθητικών.
Να κάνω μία διευκρίνιση εδώ, που τη θεωρώ απαραίτητη. Δεν υποτιμώ καθόλου το απλοϊκό ύφος του λόγου που χρησιμοποιεί ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Με ένα παρόμοιο ύφος και με τα θηριώδη ψέματά του ο Ντόναλντ Τραμπ έγινε πρόεδρος των ΗΠΑ και διατρέχουμε τον κίνδυνο να τον δούμε να γίνεται ξανά. Το απλό και λιτό ύφος, λοιπόν, όταν συνδυάζεται με πετυχημένα ψέματα, είναι το πιο επικίνδυνο όπλο του λαϊκιστή και δεν το υποτιμώ. Υποστηρίζω μόνο ότι ο κ. Κασσελάκης δεν έχει ούτε το ταλέντο ούτε και τη γλωσσική επάρκεια για να το χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά. Με άλλα λόγια, έχει στα χέρια του το σωστό όπλο, το πιο φονικό, δεν μπορεί όμως να το χρησιμοποιήσει – ευτυχώς για όλους μας, ας μου επιτραπεί να προσθέσω.
Στην υπόθεση αυτή, το συναρπαστικό (για τα δικά μου γούστα) ήταν η στενή συνύπαρξη του αβυσσαλέου μίσους με τη γελοιότητα της φάρσας, όπως φάνηκε στο επεισόδιο με το περίφημο τηλεφώνημα του προέδρου στην Εφη Αχτσιόγλου. Ο πρόεδρος κάλεσε την Εφη, μισή ώρα πριν από την προγραμματισμένη ώρα έναρξης της ομιλίας του. Η Εφη το αρνείται με αγανάκτηση. Ο πρόεδρος δίνει την ώρα του τηλεφωνήματος: ήταν στις 11.32. Η Εφη τότε απαντά ότι δεν ήταν ο γνώριμος αριθμός και γι’ αυτό δεν απάντησε στην κλήση. Αυτό το επεισόδιο είναι ο ορισμός του ξεκατινιάσματος. Συγχρόνως, όμως, εντυπωσιάζει και το βάθος του μίσους που αποκαλύπτεται μέσω του γελοίου. Αν ήθελε, π.χ., στ’ αλήθεια να συνεννοηθεί με την κ. Αχτσιόγλου ο πρόεδρος, θα την καλούσε την τελευταία στιγμή από άγνωστο αριθμό; Γιατί δεν της έστειλε ένα μήνυμα στο What’sUp; Μοιάζει προσχηματική η απόπειρα προσέγγισης, για να καταγραφεί η καλή πρόθεση του προέδρου. Από την άλλη, ο θυμός της κ. Αχτσιόγλου είναι τόσο πηγαίος, ακόμη και μέσα από την ξύλινη γλώσσα που χρησιμοποιεί, ώστε προδίδει αμέσως το βάθος των συναισθημάτων.
Επεται συνέχεια, διότι ο Κασσελάκης κέρδισε μεν το ζήτημα των διαγραφών, αλλά δεν κατέκτησε το κόμμα. Σύντομα, λοιπόν, θα έχουμε τα ίδια…