Τα χάρτινα καλαμάκια υπάρχουν πλέον σε όλα τα μπαρ, τα εστιατόρια και τις καφετέριες, καθώς οι επιστήμονες πίστευαν ότι είναι πιο φιλικά προς το περιβάλλον σε σύγκριση με εκείνα που κατασκευάζονται από πλαστικό. Ωστόσο φάνηκε στην πορεία ότι μάλλον δεν αποτελούν την καλύτερη επιλογή ούτε από πρακτικής άποψης αλλά ούτε και για την υγεία μας…
Το πρόβλημα με τα χάρτινα καλαμάκια
Πιθανότατα έχετε αντιμετωπίσει κι εσείς αυτό το πρόβλημα: παραγγέλνετε τον καφέ σας ο οποίος συνοδεύεται από ένα βιοδιασπώμενο χάρτινο καλαμάκι που μουλιάζει και σύντομα αρχίζει και αποσυντίθεται μέσα στο αγαπημένο σας ρόφημα.
Εκτός από το ότι αλλοιώνουν τη γεύση, δεν έχουν την ίδια ευελιξία με τα πλαστικά και μπορεί να καταλήξουν να… επιπλέουν στο ποτό σας, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Αμβέρσας, στο Βέλγιο εντόπισαν ότι περιέχουν μακράς διαρκείας και δυνητικά τοξικές χημικές ουσίες (PFAS).
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη μελέτη τους που δημοσιεύθηκε Food Additives & Contaminants, τα PFAS είναι γνωστά ως «παντοτινά χημικά» (forever chemicals) καθώς μένουν για χιλιάδες χρόνια στο περιβάλλον και έχουν συσχετιστεί με μια σειρά από προβλήματα υγείας, όπως χαμηλότερη απόκριση στα εμβόλια, χαμηλότερο βάρος γέννησης, νόσο του θυρεοειδούς, ορισμένες μορφές καρκίνου, κ.α.
Επιπλέον, ερευνητές από την Ταϊλάνδη υποστηρίζουν ότι, στην πραγματικότητα, τα βιοδιασπώμενα καλαμάκια που κατασκευάζονται από πολυγαλακτικό οξύ έχουν μεγαλύτερο αποτύπωμα άνθρακα σε σχέση με τα παραδοσιακά πλαστικά καλαμάκια, λόγω της έκτασης της γης που απαιτείται για την καλλιέργεια και τη συγκομιδή των φυσικών υλικών που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή τους.
Το πρόβλημα με τα πλαστικά καλαμάκια
Παρότι, δεν ήταν επιτυχημένη, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα χάρτινα καλαμάκια ήταν μια συνειδητή προσπάθεια να μειώσουμε το πλαστικό από τη ζωή μας.
Η σκληρή αλήθεια με το πλαστικό είναι ότι βρίσκεται παντού – από το ρουθούνι μιας θαλάσσιας χελώνας και το στομάχι ενός πιγκουίνου μέχρι την καρδιά ενός ανθρώπου.
Εκτιμάται ότι κάθε χρόνο παράγονται παγκοσμίως περίπου 380 εκατομμύρια τόνοι πλαστικών αποβλήτων, εκ των οποίων περίπου 23 εκατομμύρια τόνοι καταλήγουν στο περιβάλλον και τρυπώνουν σε κάθε γωνιά και οικοσύστημα του πλανήτη, από τα βάθη των ωκεανών μέχρι τους πάγους της Ανταρκτικής και τα σύννεφα στον ουρανό.
Σύμφωνα με μελέτες κάθε χρόνο καταλήγουν στη θάλασσα μεταξύ 4,8 και 12,7 εκατομμυρίων τόνων πλαστικών, ενώ ο ΟΗΕ αναφέρει ότι το 2017 υπήρχαν στις θάλασσες τρισεκατομμύρια μικροπλαστικά σωματίδια – 500 φορές περισσότερα από τα αστέρια του γαλαξία μας – τα οποία μέσω των ψαριών, καταλήγουν στο πιάτο μας και τελικά, στον οργανισμό μας.
Με απλά λόγια υπάρχουν πλαστικά, στον αέρα που αναπνέουμε, στη σκόνη, στο νερό που πίνουμε, στο φαγητό μας και αυτά μπορούν να εισέλθουν στον ανθρώπινο οργανισμό μέσω του στόματος, της μύτης και άλλων κοιλοτήτων.
Θραύσματα πλαστικού μικρότερα από 5 χιλιοστά (περίπου στο μέγεθος ενός σπόρου σουσαμιού) έχουν βρεθεί στα πιο απομακρυσμένα σημεία του πλανήτη και στα πιο οικεία μέρη του ανθρώπινου σώματος, συμπεριλαμβανομένου του αίματος, των πνευμόνων και του πλακούντα εγκύων γυναικών.
Παράλληλα, τα μικροπλαστικά και τα νανοπλαστικά σωματίδια μπορούν να εισέλθουν στον εγκέφαλό μας μόλις δύο ώρες μετά την κατάποσή τους.
Ποια είναι, τελικά, τα πιο ασφαλή;
Αν πρέπει να χρησιμοποιήσετε καλαμάκια, με βάση τα τρέχοντα στοιχεία, η καλύτερη στρατηγική είναι να επιλέξετε επαναχρησιμοποιούμενα μεταλλικά ή γυάλινα.
Τα μεταλλικά και γυάλινα καλαμάκια είναι πολύ πιο ασφαλή στη χρήση και αντέχουν περισσότερο στη φθορά από τα πλαστικά, αλλά έχουν μεγάλο κόστος για το περιβάλλον.
Ένα γυάλινο καλαμάκι είναι υπεύθυνο για 44 φορές περισσότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σε σύγκριση με ένα πλαστικό, ενώ τα καλαμάκια από ανοξείδωτο ατσάλι εκπέμπουν 148 φορές περισσότερα αέρια.
Τα καλαμάκια από μπαμπού είναι καλύτερα, αλλά εξακολουθούν να παράγουν 27 φορές περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα από το πλαστικό.
Ερευνητές στη Νότια Αφρική λένε ότι θα πρέπει να χρησιμοποιήσετε ένα γυάλινο καλαμάκι 23-39 φορές και ένα καλαμάκι από ανοξείδωτο ατσάλι 37-63 φορές για να αντισταθμίσετε τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο της κατασκευής και της πώλησής τους.
Πηγή Vita.gr