Ηταν μέσα της δεκαετίας του ’70, έναρξη Μεταπολίτευσης, κι εμείς τα πρωτάκια της Νομικής δεν είχαμε ιδέα από όλα αυτά. Ερχόμασταν φρέσκοι-φρέσκοι από τα 6ετή Γυμνάσιά μας παραζαλισμένοι από το μπούκωμα των εισαγωγικών, το υποχρεωτικό 10ωρο διάβασμα-αποστήθιση, την υποχρεωτική παρακολούθηση μαθημάτων. Τώρα, τίποτε υποχρεωτικό. Τώρα μπορούσαμε να πίνουμε καφέ εκεί στη Σόλωνος ανάμεσα στα μαθήματα, ή κι ενώ γίνονταν τα μαθήματα χωρίς εμάς. Ο χρόνος αποκτούσε άλλη σημασία, ήταν ελεύθερος να τον κάνουμε ό,τι θέλουμε.
Και μετά άρχισαν οι Συνελεύσεις.
Ξεκινούσαν πρωί, και μια-δυο ώρες αργότερα ήμασταν ήδη σαν ζαλισμένα κοτόπουλα. Μέσα στο πηχτό σύννεφο καπνού (όλοι, μα όλοι κάπνιζαν) κοιταζόμασταν με μάτια θολά κι ανήσυχα: υπήρχε λοιπόν και εδώ κάτι υποχρεωτικό. Επρεπε να μάθουμε ν’ αναγνωρίζουμε τις φωνές που εναλλάσσονταν στο βάθρο και τα πρόσωπα που μπαινόβγαιναν. Επρεπε να μάθουμε τι πρέσβευαν, τι στήριζαν και τι καταδίκαζαν, με ποιους συμμαχούσαν και με ποιους μισιούνταν θανάσιμα. Επρεπε να μάθουμε τις ορολογίες, τις λέξεις και τη μετάφρασή τους – και γρήγορα, γιατί αλλιώς πώς θα πορευόμασταν; Με το Πολυτεχνείο ακόμα ολόφωτο σαν εικόνισμα μέσα μας, έπρεπε ν’ αποφασίσουμε με ποιους «ήμασταν». Καθισμένοι στα τριζάτα ξύλινα έδρανα παρακολουθούσαμε τους καινούργιους ήρωές μας να εναλλάσσονται στο πόντιουμ, και τα λόγια τους έπεφταν πάνω μας σαν φλογοβόλα. Λόγια μη-κατανοητά, φράσεις-κλειδιά που ήταν η καινούργια υποχρεωτική μας αποστήθιση ώστε να μπορούμε κι εμείς, μετά, να τις επαναλαμβάνουμε.
«Επί του διαδικαστικού». Η φωνή ήταν πάντα βραχνή γιατί τα σύννεφα καπνού στη μεγάλη αίθουσα δεν διαλύονταν ποτέ (τα παράθυρα παρέμεναν ερμητικά κλειστά υπακούοντας στην προεπαναστατική ηχώ αμέτρητων μητρικών προειδοποιήσεων για φονικά ρεύματα). «Θεσμικά, σύντροφοι, για σοβαρό θέμα λειτουργίας, με βάση χθεσινές δηλώσεις του συνάδελφου». «Δεν είναι διαδικαστικό ζήτημα σύντροφε» φώναζε κάποιος, «είναι πολιτικό, και αυτό το νόημα έχει η άμεση συνεδρίασή μας, μέχρι αύριο. Καλούμε τους συντρόφους και τις συντρόφισσες να μιλήσουν ειλικρινά, να πουν ό,τι έχουν να πουν. Ηρεμα κι απλά, χωρίς κόλπα». Κοιταζόμασταν: τι σ’ όλα αυτά ήταν ήρεμο κι απλό, χωρίς κόλπα; Η βραχνή φωνή ανέβαινε μια σκάλα: «Οι σύντροφοι αποχώρησαν από τη διαδικασία για διαδικαστικούς λόγους. Και οι δημοκρατικές λειτουργίες σήμερα καταπατήθηκαν βάναυσα με προτάσεις βαθιά αντιδημοκρατικές, αντικαταστατικές σε κάθε περίπτωση και οπωσδήποτε προσβλητικές και άκρως διχαστικές». Βοή. Μετά, μια άλλη φωνή: «Συνάδελφοι, υπ’ αυτήν την έννοια είναι ένα υπαρξιακό ζήτημα και για μας και για την ίδια τη συλλογική μας λειτουργία».
Οι ώρες περνούσαν. Κάποιοι είχαν φέρει μαζί τους σάντουιτς και τα καταβρόχθιζαν διακριτικά, άλλοι κοιτούσαν ενοχικά τα ανέγγιχτα πανεπιστημιακά τους εγχειρίδια. Λίγοι τολμούσαν να σηκωθούν όρθιοι και να διασχίσουν το αχανές πεδίο ως την πόρτα υπό το βλέμμα όλων των υπολοίπων. Απ’ έξω (εκείνο το «έξω» που φάνταζε σαν άλλη χώρα) διαχεόταν το γαλάζιο φως του δειλινού. «Να γίνει μια αμιγώς διαδικαστική ψηφοφορία συνάδελφοι, για να μπορέσουμε να συζητήσουμε τα υπό ψηφοφορία θέματα». «Δεν μπορούμε με την παρουσία μας να νομιμοποιήσουμε αυτή τη διαδικασία!» ούρλιαζε κάποιος. «Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να συνεδριάσουμε το αμέσως επόμενο διάστημα» απαντούσε κάποιος άλλος, από πίσω. «Δεν μπορούν αυτά ν’ απαντηθούν με συζητήσεις επί της διαδικασίας, να τελειώσουν οι πρωτολογίες για να μπούμε στην ουσία».
Ηταν μια γλώσσα. Δεν την καταλαβαίναμε αλλά έπρεπε να τη μάθουμε. Και τη μάθαμε.
Οι ώρες περνούσαν, οι μέρες περνούσαν. Το φθινόπωρο γύριζε σε χειμώνα κι ο ορίζοντας της Σόλωνος, τα σούρουπα, γινόταν τριανταφυλλένιος. Κι όταν επιτέλους ξεχυνόμασταν έξω στα σκαλιά, νύχτα πια, παίρναμε μεγάλες ανάσες φρέσκου αέρα και κοιταζόμασταν περήφανοι: είχαμε αντέξει και τη σημερινή μέρα. Είχαμε κοπιάσει με τον τρόπο μας για να μπούμε, κάποια στιγμή, στην ουσία. Τι κι αν οι περαστικοί ολόγυρά μας, βυθισμένοι στα δικά τους, αυτή την ουσία την αγνοούσαν; Τι κι αν δεν τους ένοιαζε, τι κι αν δεν τους αφορούσε; Μας αφορούσε εμάς. Κι αύριο θα ξημέρωνε μια καινούργια μέρα, για νέες αγωνιστικές διαδικασίες.