Αν ήταν πιο καλοστημένο το σκηνικό, θα θύμιζε παράσταση. Η επιλογή της αίθουσας ήταν λάθος: μικρή, ορθογώνια, κακοφωτισμένη, με έναν μαύρο τοίχο-καθρέφτη στη μια πλευρά να αντανακλά τα πρόσωπα των μελών της Κεντρικής Επιτροπής. Οι «καλοί», δηλαδή οι φίλοι του προέδρου (πιο σκληροί και πιο μετριοπαθείς, ανάλογα με τη στάση που κράτησαν για το δημοψήφισμα και τις διαγραφές), κάθισαν απ’ τ’ αριστερά, στη μεριά που είχε στηθεί το πόντιουμ. Οι «κακοί», δηλαδή η Ομπρέλα και η ομάδα των 6+6 με αναφορά στην Εφη Αχτσιόγλου, κάθισαν στα δεξιά.
Τις δύο ώρες που περίμεναν τον Στέφανο Κασσελάκη να εμφανιστεί, οι βασικοί πρωταγωνιστές μπαινόβγαιναν. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και ο Αλέξης Χαρίτσης μιλούσαν με μέλη της Κεντρικής Επιτροπής στον έξω χώρο του ξενοδοχείου, ο Νάσος Ηλιόπουλος καθόταν στα μετόπισθεν με μέλη της (εσωκομματικά κλίνουσας) νεολαίας, ο Δημήτρης Τζανακόπουλος πάντα όρθιος, ο Νίκος Φίλης καθιστός, ενώ η Αχτσιόγλου συζητούσε, πότε στη μια πλευρά και πότε στην άλλη, με τον Διονύση Τεμπονέρα.
«Κουράστηκα να συζητάω για τις διαγραφές»
Ανεξαρτήτως ποιότητας, οι παραστάσεις θέλουν και ένα όνομα-κράχτη. Και όταν ο Στέφανος Κασσελάκης μπήκε στην αίθουσα και ανέβηκε στο βήμα, τα φώτα έσβησαν – από λάθος, από πρόθεση, κανείς δεν ξέρει. Πάντως τα πρώτα λεπτά της συνεδρίασης, το μόνο φωτισμένο σημείο μέσα στην αίθουσα ήταν ο Κασσελάκης και το μικρόφωνο, το ένα αλληλένδετο με το άλλο. Παράλληλα, με τη δράση στη σκηνή, το πίσω μέρος της πλατείας ζούσε το δικό της δράμα. «Αδιαμεσολάβητα», μέλη του ΣΥΡΙΖΑ με αναφορά στον πρόεδρο είχαν ενημερωθεί για τις διαδικασίες της Κεντρικής Επιτροπής και ήθελαν να μπουν για να τον παρακολουθήσουν – «ανοίξτε την πόρτα για τα μέλη».
Οι οργανωτές προσπαθούσαν μάταια να εξηγήσουν πως η συνεδρίαση είναι κλειστή –ένας άντρας γύρω στα σαράντα πέντε, με πράσινο μπλουζάκι και αλογοουρά έκανε μαθήματα στους παριστάμενους για τους υπονομευτές που πρέπει να φύγουν. Στο σκοτάδι όλοι, στοιβαγμένοι πίσω, ζητούσαν από τον Κασσελάκη να μιλάει «λίγο πιο δυνατά» για να τον χειροκροτούν ακόμα δυνατότερα. Τους έκανε το χατίρι.
«Κουράστηκα να συζητάω για τις διαγραφές»: όταν ο Κασσελάκης μπήκε στο ζουμί της ομιλίας του, στο ξεκαθάρισμα των λογαριασμών, οι πιο ψύχραιμοι από τα μέλη της Ομπρέλας κρατούσαν από τα μανίκια τους πιο θερμόαιμους – «ήρεμα, τελειώνουμε», «πάψε, θα φύγουμε σε λίγο» ήταν μόνο κάποιες από τις φράσεις που ψιθύριζαν ο ένας στον άλλο. Η ατμόσφαιρα άλλαξε όταν οι προσβολές μπούκωσαν στο πουμαρό: πότε δύναται ένας πρόεδρος να κατηγορεί ως «πέμπτη φάλαγγα» ανθρώπους με ιστορική διαδρομή στην Αριστερά επειδή του κάνουν κριτική; Οταν ένα τσούρμο κλακαδόροι στέκονται στην πόρτα, ουρλιάζοντας για «αντιδημοκρατικές διαδικασίες» (δηλαδή για κλειστή συνεδρίαση που η ηγεσία επέλεξε) και ζητούν να περάσουν μέσα για να τον αποθεώσουν. Πότε κάνει πραγματικά κουμάντο ο Παύλος Πολάκης; Οταν κάθεται ήρεμος, πέντε-έξι σειρές πίσω, αφήνοντας μπροστά τους πιο μετριοπαθείς να παρακολουθούν ανέκφραστοι τον Κασσελάκη που ανοίγει διάπλατα τα χέρια λέγοντας «δεύτε λάβετε φως» – τα πίσω φώτα είχαν ανάψει, ως διά μαγείας, λίγα λεπτά νωρίτερα.
Οι «καλοί», οι «κακοί» και ο Κασσελάκης
Οι «καλοί» είχαν πάρει από καιρό τις αποφάσεις τους για το ποιος φταίει που έχασε ο ΣΥΡΙΖΑ, ποιος είναι το μέλλον του, ποιος δεν έχει δικαίωμα να μιλάει. Οι «κακοί» ήξεραν ποιον ρόλο είχαν αναλάβει: χειροκροτούνταν από τα δεξιά, χλευάζονταν από τα αριστερά. «Τώρα έχουμε χώρο να απλώσουμε και τα πόδια μας», είπε μια εξ όσων παρέμειναν στην αίθουσα μετά τις αποχωρήσεις – όσο οι σύντροφοί τους έφευγαν από τη συνεδρίαση, γελούσαν και φώναζαν «αντίο». Την επόμενη μέρα το πρωί, ανάβοντας τσιγάρο δίπλα στον χώρο που είχαν στηθεί οι κάμερες, μια γυναίκα-μέλος της Κεντρικής Επιτροπής έλεγε στη φίλη της: «Αχ τι ήρεμα που είμαστε μόνοι μας σήμερα. Νιώθω μια ευτυχία».
Λίγο αργότερα, ο κύριος με την αλογοουρά (χωρίς πρόβλημα πια) χειροκροτούσε όρθιος το «κλείσιμο» του Κασσελάκη. Η μπροστινή του, νεαρή με λευκό σακάκι, δάκρυσε όταν άκουσε τον πρόεδρο να λέει πως από εδώ και πέρα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μόνο «τη δημοκρατική τάση της βάσης». Οχι ότι πίστευε κανείς ότι υπάρχει γυρισμός, είτε γι’ αυτούς που φεύγουν είτε γι’ αυτούς που μένουν.
Σκηνή από το μέλλον, για μια επόμενη παράσταση: στο κλείσιμο του Κασσελάκη, το χτύπημα ενός κινητού διακόπτει την ομιλία του. Ο ίδιος αναρωτιέται ποιος αφήνει το κινητό να χτυπάει. «Η Αχτσιόγλου είναι», φωνάζει κάποιος από το κοινό του. Η μισή αίθουσα ξέσπασε σε γέλια.