Ο Άλμπερτ Κουράντ κινηματογραφιστής γεννημένος στο Άμστερνταμ το 1928 και δημοσιογράφος από το 1955, ήταν το πρόσωπο στο οποίο οφείλουμε αυτές τις ιστορικές στιγμές.
Είναι το άτομο που με το συνεργείο του γύρισε τα 35 δευτερολέπτα της εισβολής του τανκ στο Πολυτεχνείο, τον Νοέμβριο του 1973.
Ένα φιλμ χωρίς το οποία σήμερα θα διακινδυνεύαμε να αντιμετωπίζουμε ακόμα περισσότερους αναθεωρητές της ιστορίας.
Ο Άλμπερτ Κουράντ στην Αθήνα
Γεννήθηκε το 1928 στο Άμστερνταμ και εργαζόταν ως δημοσιογράφος από το 1955. Παντρεμένος με ελληνίδα, την Ελένη Νικολοπούλου, το 1965 εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα και εργάστηκε ως ανταποκριτής ξένου τύπου στην Αθήνα.
Οι ανταποκριτές ξένου τύπου ήταν λίγο «πιο τυχεροί» από τους Έλληνες συναδέλφους τους καθώς κινδύνευαν λιγότερο από το καθεστώς των συνταγματαρχών. Βέβαια αυτή δεν ήταν η ιστορία του Άλμπερτ Κουράντ που κυνηγούσε την τύχη του, ο οποίος σε αντίθεση με συναδέλφους του, κατέγραφε τα βασανιστήρια των αντιφρονούντων στην Ελλάδα.
Η χούντα τον απέλασε δυο φορές από την χώρα, με τον ίδιο -επίμονος- να επανέρχεται πάντα κάτω από κινηματογραφικές συνθήκες. Στην πρώτη από τις δύο του επιστροφές, μπόρεσε να καταγράψει την ιστορική στιγμή, από ένα γωνιακό δωμάτιο του πρώτου ορόφου στο ξενοδοχείο Ακροπόλ.
Τα περισσότερα από όσα καταμαρτυρούνται για τα γεγονότα από την οπτική του Άλμπερτ Κουράντ προέρχονται από μια συνέντευξη στο Στέλο Κούλογλου. Συνέντευξη πολύ σημαντική όπου αναφέρεται ο ρόλος του και το γεγονός πως ήταν old school δημοσιογράφος που δεν φοβόταν να ρωτήσει για τα καυτά ζητήματα που απασχολούσαν την κοινή γνώμη.
Όμως ο Κουράντ το έκανε σε επίπεδο πέραν της δικής του ασφάλειας. Έπαιρνε ρίσκα, ρίσκα που τον κατατάσσουν ως δημοκράτη αλλά και αγωνιστή.
Ο Άλμπερτ Κουράντ περιέγραψε ανέκδοτες στιγμές, χαμένες στην ιστορική λήθη, όπως την γελοιοποίηση του Παπαδόπουλου από μαθητές Γυμνασίου, που δεν τον άφηναν να μιλήσει φωνάζοντας διαρκώς συνθήματα της Χούντας.
Οι μαρτυρίες του για την κατάληψη της Νομικής και τον ξυλοδαρμό φοιτητών στα κρεβάτια των νοσοκομείων είναι πολύτιμες, καθώς και το γεγονός πως είχε να το λέει πως δεν ήταν ουδέτερος ως όφειλε, δεν έμενε στην καταγραφή αλλά βοηθούσε βασανισμένους αγωνιστές οικονομικά ή όπως μπορούσε. Φοιτητές τον συνόδευαν από και προς το σπίτι του το 1973 για ασφάλεια, στις εποχές που εύκολα μπορούσες να εξαφανιστείς σε ένα κρατητήριο.
Το βράδυ της 17ης Νοέμβρη
Το επίμαχο βράδυ θυμόταν πως οι σφαίρες έπεφταν βροχή και πως στο δωμάτιο των Ολλανδών ανταποκριτών είχαν φυγαδέψει πολλούς κυνηγημένους. Όμως αυτό που είχε την μεγαλύτερη αξία είναι πως μετέφερε το ρεπορτάζ του στην Ολλανδία, στο Βέλγιο και σε όλο τον κόσμο. Βλέπετε τότε οι κινηματογραφιστές ήταν δημοσιογράφοι και δεν υπήρχε τόσο μεγάλη εξειδίκευση, τα έκαναν όλα. H κάμερα για αυτούς ήταν ακόμα ένα εργαλείο της δουλειάς.
Τι φιλμ φυγαδεύτηκε δύο μέρες μετά με διπλωματικό αυτοκίνητο από την Ολλανδική πρεσβεία. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Στις αρχές του 1974 τον απείλησαν πως αν δεν φύγει θα συλληφθεί. Δεν έφυγε μέχρι που τον ανάγκασαν με τελεσίγραφο. Επέστρεψε στην Ελλάδα για δεύτερη φορά κρυφά.
Πηγές: TVXS και πληροφορίες από μάρτυρες