Οι «Αγαμοι Θύται» επιστρέφουν ύστερα από έξι χρόνια παύσης και συμμετέχετε κι εσείς. Επίσης είστε για δεύτερη χρονιά στον «Αμπιγιέρ». Πώς μπορεί ν’ ανανεώνεται το ενδιαφέρον ενός ηθοποιού για μια παράσταση;

Οσο καλά προετοιμασμένος και αν ήσουν στην εκκίνηση διαπιστώνεις και μετά από έναν χρόνο ότι υπάρχουν μονοπάτια και κατευθύνσεις που δεν φανταζόσουν. Για παράδειγμα και σε ό,τι αφορά τον ρόλο, το πώς θα χειριστώ αυτό το λεπτό ζήτημα της εξουσίας, αλλά και το ποιος είναι ο εξουσιαστής και ποιος ο εξουσιαζόμενος σε αυτή τη σχέση. Ο αμπιγιέρ δεν έχει ζωή χωρίς τον σερ και ο σερ δεν μπορεί να χειριστεί με τίποτα τον εαυτό του αν δεν έχει τον αμπιγιέρ δίπλα του. Το πώς θα διατηρηθούν αυτές οι ισορροπίες είναι ένα εύθραυστο σημείο και κάθε μέρα ανακαλύπτω – προσπαθώ τουλάχιστον – να ανακαλύπτω καινούργιους δρόμους.

Το θέμα της εξουσίας είναι ένα αέναο ζήτημα στις ανθρώπινες σχέσεις. Ολα βρίσκονται κάτω από αυτό το εκκρεμές.

Αυτό που περιγράφεις είναι η πηγή των περισσότερων δεινών της ανθρωπότητας – ακόμη και μετά από τόσα χρόνια πολιτισμού και προσπάθεια ανόρθωσης και εξευγενισμού του ανθρώπου. Είναι τόσο δυνατή αυτή η απόλαυση και η εφήμερη ικανοποίηση του «έχω και υπάρχω μέσα από αυτό».

Εχετε υπάρξει σε αυτή τη θέση εξουσίας;

Ναι και πρέπει να πω ότι – για μένα – αυτό το συναίσθημα της εξουσίας, της ηδονής που προκαλεί σε κάποιους, είναι πολύ μικρότερο και δεν καλύπτει τη χαρά της συνδημιουργίας, η οποία έχει ένα μεγαλείο.

Εχετε δεχθεί κύματα εξουσίας;

Βεβαίως. Οχι στον βαθμό που να αναγκαστώ να φύγω από μια δουλειά. Επέλεξα όμως να μη συνεργαστώ ξανά με συγκεκριμένους ανθρώπους. Αλλοτε πάλι επέλεγα υπογείως – ό,τι κάνει και ο Νόρμαν που υποδύομαι στην παράσταση – να αντιστρέψω και να υπονομεύσω αυτή την κατάσταση. Στην ουσία να πάρω ένα κομμάτι εξουσίας μόνο και μόνο για να μπω στη διαδικασία του συναποφασίζουμε. Και αυτό αφορά κυρίως τους ανθρώπους που προσπάθησαν να μου επιβάλουν την εξουσία αλλά προϋπήρχε αγάπη. Οπότε δεν ήθελα να διαταράξω επώδυνα τη σχέση μας.

Στο περιβάλλον όπου μεγαλώσατε υπήρχε το στοιχείο της εξουσίας;

Μεγάλωσα στην Πάτρα σε ένα δύσκολο περιβάλλον με την έννοια ότι οι γονείς μου χώρισαν όταν ήμουν τεσσάρων περίπου ετών. Δεν θυμάμαι τον χωρισμό. Για αρκετά καλοκαίρια πήγαινα στον πατέρα μου σε ένα παραθαλάσσιο χωριό κοντά στην Πάτρα όπου μας φιλοξενούσε μια θεία μου. Μέχρι που στα έντεκα σταμάτησε και αυτό.

Γιατί;

Δεν άντεχα να ακούω από τον πατέρα μου ό,τι έλεγε για τη μητέρα μου. Μεγαλώνοντας σε μια διαλυμένη οικογένεια μου δημιουργήθηκε η επιθυμία να κάνω τη δική μου. Είναι μια δική μου ερμηνεία στο πώς, αν θέλεις, «έγραψε» μέσα μου αυτή η πολεμική κατάσταση. Από την άλλη μεγάλωσα μέσα σε ένα περιβάλλον άπειρης αγάπης – με την μητέρα μου, τον παππού μου και τη γιαγιά. Φτωχά αλλά με πάρα πολλή αγάπη. Δεν ένιωσα ότι μου λείπει κάτι.

Ούτε την απουσία του πατέρα σας;

Οχι, δεν αισθάνθηκα την έλλειψή του ποτέ. Μου ήταν βάρος να πηγαίνω να τον βλέπω. Από ένα σημείο και έπειτα, μου ήταν βάρος να τον συναντώ και διέκοψα κάθε σχέση. Η αλήθεια είναι ότι δεν διεκδίκησε κι εκείνος την παρουσία μου στη ζωή του. Θεωρώ ότι το έκανε και λίγο από αγγαρεία.

Τον διευκολύνατε, αν μου επιτρέπετε. Επίσης είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι η απουσία ενός γονιού δεν αποτυπώνεται με κάποιον τρόπο στη ζωή ενός παιδιού.

Δεν είμαι σίγουρος αν έχει καθρεφτιστεί κάπου αλλού που δεν το έχω συνειδητοποιήσει. Είχα μια μητέρα «βράχο» πάντα παρούσα, η οποία είχε αναλάβει και τους δύο ρόλους, άνετη και πολύ μπροστά από την εποχή της και δεν ένιωσα ποτέ την έλλειψή του.

Δεν τον ξαναείδατε ποτέ;

Από τα 11 μου χρόνια – περίπου – τον ξαναείδα όταν ήμουν περίπου τριάντα πέντε που ήρθε στην προβολή της ταινίας «Βαλκανιζατέρ» η οποία έγινε στην Πάτρα.

Επιλέξατε ένα επάγγελμα που έχει προβολή και αναγνωρισιμότητα. Ηταν ένας τρόπος να επικοινωνήσετε με τον πατέρα σας;

Ισως αυτό να είναι μια ερμηνεία. Δεν είχα όμως τέτοιες τάσεις. Εγώ έγινα ηθοποιός σχεδόν τυχαία. Ηθελα να μπω στην αρχιτεκτονική σχολή, δεν πέρασα και ήθελα να πάρω αναβολή για τον στρατό. Ετσι έδωσα εξετάσεις στη σχολή υποκριτικής της Ευγενίας Χατζίκου.

Μείνατε όμως. Τι σας κράτησε; Τι σας γοήτευσε;

Ανακάλυψα έναν μαγικό κόσμο. Μου άλλαξε τη ζωή. Εβλεπα με άλλα μάτια τα πάντα γύρω μου. Αισθανόμουν την επιθυμία να ανακαλύπτω τους χαρακτήρες, τους ανθρώπους, τις σχέσεις. Η υποκριτική δημιούργησε ένα ιδανικό πλαίσιο για να εξερευνήσω το «μέσα μου». Με ενθουσίαζε η διαδικασία που απαιτείται όταν δουλεύεις πάνω σε έναν ρόλο. Υπάρχει χαρά, δημιουργία, παιχνίδι. Μέσα από τους ρόλους τρέφω το παιδί που υπάρχει μέσα μου.