Τον περασμένο χειμώνα, οι Ευρωπαίοι αντιμετώπισαν μεγάλους λογαριασμούς ενέργειας καθώς η Γηραιά Ηπειρος προσπαθούσε να απογαλακτιστεί γρήγορα από το ρωσικό αέριο. Φέτος η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι καλύτερα προετοιμασμένη, αλλά πλέον ένας δεύτερος πόλεμος απειλεί να αναστατώσει τις ενεργειακές αγορές. Είναι ο πρώτος μεταπολεμικός χειμώνας με δύο πολέμους στη γειτονιά της Ευρώπης – ένας στο έδαφός της στα βόρεια, και ένας άλλος στα νότια με κίνδυνο εξάπλωσης.
Η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς απειλεί να διαταράξει τις σχέσεις της Ευρώπης με τη Μέση Ανατολή ή ακόμη και να φέρει το Ιράν σε άμεση αντιπαράθεση με το Ισραήλ και τους δυτικούς εταίρους του, γράφει το Politico. Ενώ οι αγορές είναι σχετικά ήρεμες προς το παρόν, οποιοδήποτε από αυτά τα σενάρια θα μπορούσε να προκαλέσει χάος.
Οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι θεωρούν πως η προετοιμασία που έχει γίνει είναι επαρκής. Η εσθονή επίτροπος Ενέργειας Κάντρι Σίμσον επιμένει ότι η Ευρώπη είναι «εξοπλισμένη για να αντιμετωπίσει τη στενότητα της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου και ντίζελ». Στις Βρυξέλλες, λέει, οι αξιωματούχοι έχουν διδαχθεί από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και εργάζονται για να οικοδομήσουν «μια κατανόηση όλων των τρωτών μας σημείων για την καλύτερη αντιμετώπισή τους και για το πώς μπορούμε να είμαστε προετοιμασμένοι για τυχόν περιστατικά ή έκτακτες ανάγκες».
Πολλές συναντήσεις
Η ισπανική εφημερίδα «El Pais» αποκάλυψε σωρεία συναντήσεων ευρωπαίων αξιωματούχων με υπουργούς από πετρελαιοπαραγωγά κράτη τις τελευταίες εβδομάδες – τόσο από την Ευρώπη όπως η Νορβηγία όσο και από αναδυόμενους εταίρους όπως η Αλγερία και η Νιγηρία – για να προλάβουν τυχόν αναταραχές στην ενεργειακή αγορά.
«Μετά την εξέλιξη της κρίσης στη Γάζα, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με δύο συγκρούσεις στην ευρωπαϊκή γειτονιά. Η Ανατολική Μεσόγειος αποτελεί σημαντικό σημείο για την ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια, καθώς η ενεργειακή μετάβαση της Ευρώπης εξακολουθεί να είναι μπλεγμένη σε γεωπολιτικές αβεβαιότητες», είπε η Σίμσον, αποδίδοντας τη σχετική ηρεμία που επικρατεί μέχρι στιγμής στις αγορές «στην ετοιμότητα και τη διαχείριση κρίσεων που έθεσε σε εφαρμογή η ΕΕ για να απαντήσει στον ενεργειακό εκβιασμό της Ρωσίας».
Γεωπολιτικές προκλήσεις για την ΕΕ
Οι ανησυχίες βέβαια δεν έχουν να κάνουν μόνο με την ενεργειακή επάρκεια αλλά και με την κατάσταση που επικρατεί στο εσωτερικό της ΕΕ. Παρά τις φιλοδοξίες της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να διαμορφώσει την Ευρωπαϊκή Ενωση σε μια «γεωπολιτική» δύναμη, οι δύο συγκρούσεις δοκιμάζουν τα όρια της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, ειδικά καθώς οι ευρωπαίοι ηγέτες δυσκολεύονται να ευθυγραμμίσουν τις θέσεις τους για το Ισραήλ – οι περισσότεροι εξ αυτών επισκέφθηκαν αυτές τις ημέρες τη Μέση Ανατολή, αλλά κοινή ευρωπαϊκή γλώσσα δύσκολα βρίσκεται. Και αυτό δεν αφορά μόνο την Ουκρανία και το Ισραήλ με τη Γάζα αλλά και άλλες περιοχές με ένταση, όπως η κατάσταση μεταξύ Κοσσυφοπεδίου και Σερβίας, για να μην ξεχνάμε και τη σύγκρουση Αρμενίας – Αζερμπαϊτζάν. Ο χειμώνας θα είναι δύσκολος και σε διπλωματικό επίπεδο για την Ευρώπη.
Βέβαια, δεν είναι λίγοι εκείνοι που διαπιστώνουν πως οι αγορές κατάφεραν να αποφύγουν, μέχρι στιγμής, την επανάληψη του 1973, όταν ο πόλεμος του Γιομ Κιπούρ μεταξύ του Ισραήλ και των γειτόνων του ώθησε τους μεγάλους άραβες παραγωγούς, με επικεφαλής τη Σαουδική Αραβία, να επιβάλουν εμπάργκο των εξαγωγών τους στους συμμάχους του Ισραήλ. Οι σχέσεις των χωρών του Κόλπου με το Ισραήλ έχουν βελτιωθεί αισθητά τα τελευταία 50 χρόνια: τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν αναγνώρισαν τα κυριαρχικά του δικαιώματα βάσει των Συμφωνιών του Αβραάμ του 2020, ενώ η Σαουδική Αραβία βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για να κάνει το ίδιο.
Ο κίνδυνος του Ιράν
Οσο η σύγκρουση δεν επεκτείνεται, οι προμήθειες πετρελαίου θα παραμείνουν λίγο – πολύ σταθερές, υποστηρίζει ο Βίκτορ Κατόνα, επικεφαλής αναλυτής στην εταιρεία ενεργειακών πληροφοριών Kpler. Διευκρινίζει ότι ο κίνδυνος πηγάζει περισσότερο από το Ιράν. Στη χειρότερη περίπτωση, μια επέκταση της σύγκρουσης θα μπορούσε να οδηγήσει το Ιράν να διακόψει τη ναυσιπλοΐα από τις αραβικές χώρες του Κόλπου μέσω των Στενών του Ορμούζ. Το ιρανικό αργό πετρέλαιο, ενώ υφίσταται κυρώσεις από τη Δύση, εξάγεται σε μεγάλες ποσότητες στην Κίνα. «Εάν το Ισραήλ αρχίσει να χτυπά το ιρανικό έδαφος και ως συνέπεια το Ιράν χρειάζεται να εξάγει λιγότερα, τότε η Κίνα δεν θα έχει αρκετό αργό πετρέλαιο και θα πρέπει να αγοράσει από κάπου αλλού», εκτοξεύοντας τις παγκόσμιες τιμές, εξηγεί ο Κατόνα. «Είναι μια ολόκληρη αλυσίδα που πυροδοτείται αμέσως».
Οι αγορές φυσικού αερίου αισθάνθηκαν πιο άμεσα τον αντίκτυπο από τον πόλεμο. Το Ισραήλ έκλεισε τις βρύσες στο υπεράκτιο κοίτασμα φυσικού αερίου Tamar μετά την αιφνιδιαστική επίθεση της Χαμάς, εν μέσω αναφορών ότι ήταν στόχος επιθέσεων με ρουκέτες. Ενώ το Ισραήλ παράγει μόνο σχετικά μικρές ποσότητες φυσικού αερίου – περίπου 21 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα πέρυσι, σε σύγκριση με τα 618 δισεκατομμύρια της Ρωσίας –, είναι βασικός εξαγωγέας στη γειτονική Αίγυπτο και ο χρόνος διακοπής της λειτουργίας επιδείνωσε τις τακτικές διακοπές ρεύματος εκεί. Εκτοτε, η ροή επανήλθε, αν και σε μικρότερες ποσότητες.
Οποιαδήποτε κλιμάκωση με το Ιράν θα μπορούσε να επηρεάσει τις αγορές φυσικού αερίου καθώς και πετρελαίου, παρατηρεί η «Monde», δεδομένου ότι το 1/3 του παγκόσμιου υγροποιημένου φυσικού αερίου και το 1/6 του πετρελαίου διακινούνται μέσω των Στενών του Ορμούζ. «Εάν τα πράγματα παραμείνουν ως έχουν, δεν υπάρχει πρόβλημα, αλλά εάν υπάρξει πόλεμος με τη συμμετοχή του Ιράν και μπλοκαριστεί το εμπόριο μέσω του Ορμούζ, τότε οι τιμές θα ανέβουν σίγουρα», σχολιάζει διπλωμάτης της ΕΕ στη «Repubblica». Ωστόσο, προσθέτει, «όλοι οι μεγάλοι παίκτες θέλουν να αποφύγουν την κλιμάκωση όπως και το Ιράν» λόγω της απειλής και άλλων κυρώσεων.
Μείωση κατανάλωσης
Χωρίς αυτό το εφιαλτικό σενάριο, ο αντίκτυπος στις αγορές φυσικού αερίου της ΕΕ είναι πιθανό να είναι περιορισμένος, λέει στο Politico ο Τομ Μαρζέκ – Μανσέρ, επικεφαλής ανάλυσης αερίου στην εταιρεία πληροφοριών εμπορευμάτων ICIS – κυρίως λόγω της σύγκρουσης στην Ουκρανία. «Από την οπτική της ευρωπαϊκής τιμολόγησης φυσικού αερίου, εξακολουθούμε να φαινόμαστε σχετικά εντάξει και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αδύναμη ζήτηση. Πολλοί βιομηχανικοί καταναλωτές συνεχίζουν να χρησιμοποιούν σημαντικά λιγότερο φυσικό αέριο από ό,τι πριν από την ενεργειακή κρίση πέρυσι, επομένως η κατανάλωση στην Ευρώπη παρέμεινε χαμηλά», εξηγεί.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα κράτη – μέλη μείωσαν συλλογικά σχεδόν 20% τη χρήση φυσικού αερίου πριν από τον περασμένο χειμώνα, με τη βιομηχανία να επιβραδύνει την παραγωγή, και την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές να παίζει πολύ μεγαλύτερο ρόλο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Παρ’ όλα αυτά, η κατανάλωση στην πραγματικότητα αυξήθηκε τον Οκτώβριο για πρώτη φορά από την έναρξη του πολέμου, σε ένα πρώιμο σημάδι ότι οι επιχειρήσεις θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να αποκαταστήσουν τη χαμένη παραγωγικότητα.
Καλά και κακά νέα
Ομως, παρόλο που τα αποθέματα φυσικού αερίου του μπλοκ είναι πληρωμένα κατά περισσότερο από 99% νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα, οι τιμές εξακολουθούν να παραμένουν πεισματικά υψηλές σε όλη την ήπειρο σε σύγκριση με άλλες περιοχές. Αυτό σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι κινδυνεύουν περισσότερο από βραχυπρόθεσμες αιχμές στο κόστος της ενέργειας, με τη βιομηχανία ενδεχομένως να πρέπει να επιβραδύνει ξανά εάν οι λογαριασμοί καταστούν δυσβάσταχτοι.
Την ίδια στιγμή, ο χειμώνας στην Ευρώπη δεν είναι αυτός που ήταν. Θερμοκρασίες – ρεκόρ καταγράφηκαν σε όλη την υδρόγειο τους τελευταίους τέσσερις μήνες, σύμφωνα με την υπηρεσία της ΕΕ Copernicus, και ο περασμένος χειμώνας ήταν ο δεύτερος θερμότερος που καταγράφηκε ποτέ στην ήπειρο. Ενώ αυτά μπορεί να είναι καλά νέα για τις προμήθειες ορυκτών καυσίμων που είναι επιρρεπείς σε συγκρούσεις βραχυπρόθεσμα, είναι πιθανώς άσχημα νέα για σχεδόν όλους τους άλλους λόγους.