Επτά κρατούμενοι σε φυλακή της Βρετανίας έδωσαν τέλος στη ζωή τους, αφού η κυβέρνηση αρνήθηκε να αναθεωρήσει την ποινή τους.
Η υπηρεσία επιτήρησης των φυλακών έχει ξεκινήσει έρευνες εν μέσω μιας «ανησυχητικής αύξησης» των εν λόγω περιστατικών, τα οποία αφορούν φυλακισμένους για ασήμαντα εγκλήματα όπως η κλοπή ποδηλάτου.
Σύμφωνα με τον Independent, για τα τραγικά συμβάντα ευθύνεται η απόφαση να μην καταργηθούν αναδρομικά οι ποινές που επιβλήθηκαν με το νόμο IPP (Imprisonment for Public Protection).
Ο νόμος «Φυλάκιση για τη Δημόσια Ασφάλεια» ήταν ένα μέτρο που έλαβε η βρετανική κυβέρνηση το 2005 υπό τον ισχυρισμό πως θα βοηθούσε με την αμεσότερη αντιμετώπιση της ελάσσονος εγκληματικότητας. Το μέτρο προέβλεπε την απόδοση ποινών με ένα ελάχιστο διάστημα κάθειρξης, το οποίο έπρεπε οπωσδήποτε να εκτίσει ο εκάστοτε κατάδικος προτού κάνει αίτημα μείωσης ή ακύρωσης της ποινής του σε μία επιτροπή αναστολών.
Το 2012 οι ποινές που επιβλήθηκαν βάσει του νόμου IPP καταργήθηκαν, όχι όμως αναδρομικά, γεγονός που κατέστησε σχεδόν 3.000 κρατουμένους «εγκλωβισμένους» στη φυλακή, δίχως καμία ξεκάθαρη εικόνα της αποφυλάκισής τους.
16 χρόνια για ένα ποδήλατο
Σημειώνεται ότι σχεδόν οι 700 από αυτούς έχουν εκτίσει περισσότερα από 10 χρόνια επιπλέον της αρχικής ποινής τους.
Ορισμένα παραδείγματα των «θυμάτων» του νόμου είναι:
- Ο Γουέιν Μπελ, ο οποίος φυλακίστηκε για τουλάχιστον δύο χρόνια επειδή έκλεψε ποδήλατο το 2007. Είναι ακόμα φυλακισμένος μετά από περισσότερα από 16 χρόνια και η οικογένειά του φοβάται ότι δεν θα απελευθερωθεί ποτέ.
- Ο Τόμας Γουάιτ καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο ετών για κλοπή κινητού τηλεφώνου το 2012, αλλά μετά από περισσότερα από 11 χρόνια στη φυλακή, δεν αφέθηκε ποτέ ελεύθερος.
- Ο Άαρον Γκράχαμ, ο οποίος γρονθοκόπησε έναν άνδρα σε έναν καυγά, καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο ετών και 124 ημερών το 2005, αλλά έχει εκτίσει σχεδόν 20 χρόνια, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου κράτησης.
«Κάποιες από αυτές τις ζωές θα μπορούσαν να είχαν σωθεί»
Ο Sir Bob Neill, πρόεδρος της Επιτροπής Δικαιοσύνης που προέτρεψε την κυβέρνηση να αναθεωρήσει τις ποινές των κρατουμένων, περιέγραψε τους τελευταίους θανάτους ως «τραγικούς και ανησυχητικούς», προσθέτοντας ότι ήταν «πιθανό» κάποιες από αυτές τις ζωές να είχαν σωθεί.
Ακόμα και ο άνθρωπος που εισήγαγε το μέτρο, ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Ντέιβιντ Μπλάνκετ, δήλωσε στον Independent πως μετανιώνει την απόφασή του: «Όσο περισσότερο μένουν μέσα, τόσο περισσότερο ιδρυματοποιούνται και χειροτερεύει η ψυχική τους υγεία. Φυσικά και πρέπει να παρέχουμε βοήθεια σε αυτούς τους ανθρώπους».
Μία από τους συγγενείς των θυμάτων, η Ντόνα Μούνεϊ, της οποίας ο αδελφός αυτοκτόνησε έγκλειστος το 2015, αντιπροσωπεύει τώρα δύο από τις εφτά οικογένειες των πρόσφατων θυμάτων μέσω της οργάνωσης United Group for Reform of IPP.
«Είμαστε και εμείς θύματα αυτής της ποινής, χωρίς να έχουμε διαπράξει ποτέ έγκλημα», δήλωσε. Κάλεσε ακόμα τον νυν υπουργό Δικαιοσύνης, Άλεξ Τσοκ, να παρέμβει για να δικαιωθούν οι φυλακισμένοι και οι οικογένειές τους, μέσω της αναθεώρησης των ποινών.
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως η αναθεώρηση τω ποινών θα είχε σώσει ζωές. Μέχρι να γίνουν σημαντικές αλλαγές, νομίζω αυτά θα συνεχίσουν να συμβαίνουν. Και είναι φρικιαστικό, γιατί η κυβέρνηση απλά αφήνει ανθρώπους να πεθαίνουν» επισήμανε.
Τον επόμενο μήνα, θα συμπληρωθούν 11 χρόνια από την κατάργηση των ποινών IPP στη Βρετανία αφού το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων διαπίστωσε ότι ήταν «θεμελιωδώς άδικες».