«Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα που δεν μπορούμε να επιλύσουμε με την Ελλάδα» δήλωσε ακόμα μία φορά ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Κατά την επιστροφή του από το Βερολίνο, μιλώντας σε τούρκους δημοσιογράφους, επαναβεβαίωσε την αποφασιστικότητά του να κρατήσει χαμηλούς τόνους απέναντι στην Ελλάδα, κάτι που προσπαθεί να αποδείξει ήδη από τον περασμένο Φεβρουάριο, αμέσως μετά τους καταστροφικούς σεισμούς στην Τουρκία. Ακόμα και αν οι θέσεις των δύο πλευρών δεν αλλάζουν, επιχειρούν να αποφεύγουν τη ρητορική που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένταση.
Ο Ερντογάν αναφέρθηκε στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ενόψει και του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, που προγραμματίζεται να γίνει στις 7 Δεκεμβρίου στην Αθήνα και όχι στη Θεσσαλονίκη, σημειώνοντας την ευχή του για την έναρξη, όπως είπε, μιας νέας διαδικασίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας που επειδή είναι δύο σημαντικές χώρες στην περιοχή, τα συμφέροντά τους είναι φυσικό να είναι προς την ίδια κατεύθυνση. Υποστήριξε δε ότι οι δύο πλευρές μπορούν να επιλύσουν τις διαφωνίες τους με προτεραιότητα στον διάλογο, ένας διάλογος που όπως έχει υπογραμμίσει αρκετές φορές ο τούρκος πρόεδρος πρέπει να γίνεται χωρίς παρεμβάσεις τρίτων χωρών.
«Θέλουμε να μειώσουμε τους εχθρούς και να αυξήσουμε τους φίλους» επανέλαβε ο τούρκος πρόεδρος για να υποστηρίξει ότι «ως χώρες της περιοχής, αν αποκλείσουμε από τη διαδικασία τρίτες χώρες που προσεγγίζουν το θέμα με τη λογική του κέρδους και του παζαριού, δεν έχουμε κανένα πρόβλημα που δεν μπορούμε να επιλύσουμε».
Για την Αθήνα είναι σαφές ότι εμφανίζεται καλό κλίμα στις σχέσεις των δύο χωρών αυτή την περίοδο, η πραγματική πρόοδος θα εξαρτηθεί όμως από τις θέσεις που θα πάρουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων επί της διαφοράς των θαλασσίων ζωνών. Επιμένουν στο ένα βήμα τη φορά και σημειώνουν ότι τα προβλήματα δεν λύνονται από τη μια μέρα στην άλλη. Ωστόσο και η ελληνική διπλωματία επενδύει στο καλό κλίμα, το οποίο και θέλει να διατηρήσει όσο το δυνατόν περισσότερο, ακόμα και αν οι λύσεις δεν καταστούν άμεσα εφικτές.
Επιθετική ρητορική από τον τούρκο αρχηγό ΓΕΝ
Ενδεικτικό του γεγονότος ότι η Τουρκία εμμένει στις πάγιες θέσεις της, οι οποίες εμπεριέχουν τις γκρίζες ζώνες και την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, είναι ότι στρατιωτικοί εν ενεργεία, όπως ο αρχηγός του Πολεμικού Ναυτικού Ερτζουμέντ Τατλίογλου, επανέρχονται κατά καιρούς σε αυτά και δημόσια, επιβεβαιώνοντας ότι και η Αγκυρα δεν έχει σκοπό να παραιτηθεί από τις διεκδικήσεις της.
Ο Τατλίογλου επιτέθηκε στην Ελλάδα για το εξοπλιστικό της πρόγραμμα, αναφερόμενος τόσο στην απόκτηση των φρεγατών Bell@ara, στα Rafale, αλλά και στη Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας με τις ΗΠΑ, σημειώνοντας ότι επί ελληνικού εδάφους υπάρχουν τρεις μεγάλες αμερικανικές βάσεις. Υποστήριξε ότι η Ελλάδα στρατιωτικοποιεί νησιά που έπρεπε να είναι αποστρατιωτικοποιημένα, ενώ αναφέρθηκε σε «νησίδες και βραχονησίδες, των οποίων η κυριαρχία και η κυριότητα αμφισβητείται. Προσπαθούν να τα κάνουν δικά τους, πραγματοποιώντας επισκέψεις σε αυτά σαν να είναι δικά τους νησιά».
Ακόμα και στο ήρεμο κλίμα ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία οι εν λόγω «παραφωνίες» έχουν τον δικό τους ρόλο να υπενθυμίζουν ότι η Αγκυρα δεν έχει εγκαταλείψει τις θέσεις της, την ίδια στιγμή που και η Αθήνα υπογραμμίζει ότι εμμένει στις δικές της κόκκινες γραμμές.
Ο παράγοντας Μπαχτσελί
Το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας χαρακτηρίζεται ως το επόμενο ορόσημο στις επαφές των δύο πλευρών, που θα καθορίσει και τα επόμενα βήματα, ενώ τόσο η Αθήνα όσο και η Αγκυρα θέλουν να καταλήξει με την υπογραφή συγκεκριμένων συμφωνιών που θα ενισχύουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο πλευρών. Με ένα από τα ερωτήματα να είναι τι ρόλο θα θελήσει να παίξει ο Ντεβλέτ Μπαχτσελί – ο ακροδεξιός εταίρος του Ερντογάν και επικεφαλής του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης – στον ελληνοτουρκικό διάλογο και αν θα θελήσει να τον δυναμιτίσει, έμμεσα ή άμεσα, στα γρανάζια της κρατικής μηχανής.