Οι πρώτες ενδείξεις ότι οι τρομοκράτες της Χαμάς είχαν διαπράξει πράξεις ακραίας σεξουαλικής βίας κατά την επίθεσή τους στο Νότιο Ισραήλ εμφανίστηκαν στα σόσιαλ μίντια νωρίς το πρωί εκείνου του «Μαύρου Σαββάτου», σε βίντεο που ανέβασαν οι ίδιοι. Το πρώτο απεικόνιζε μια νεαρή γυναίκα, που αργότερα κατονομάστηκε ως Σάνι Λουκ, να κείται ημίγυμνη και αναίσθητη, σαν τσακισμένη κούκλα, στην καρότσα ενός ημιφορτηγού, στους δρόμους της Γάζας, ενώ άνδρες έφτυναν και κακοποιούσαν το κορμί της αλαλάζοντας. Το δεύτερο έδειχνε τη 19χρονη ισραηλινή στρατιωτίνα Να΄άμα Λέβι να σύρεται έξω από ένα τζιπ, με τα χέρια δεμένα πισώπλατα και μια μεγάλη κηλίδα αίματος ανάμεσα στα πόδια της, ενώ παλαιστίνιοι άνδρες τη γιούχαραν. Η 22χρονη Γερμανο-ισραηλινή Σάνι Λουκ συμπεριλαμβάνεται πλέον στους 1.200 ανθρώπους που δολοφονήθηκαν εκείνη τη μέρα. Η Λέβι, στους περισσότερους από 240 ομήρους που πήρε μαζί της η Χαμάς στη Γάζα.
Τις ημέρες που ακολούθησαν κατέστη σαφές πως η σεξουαλική βία ήταν μέρος του σχεδίου της. Στοιχεία που υποδήλωναν σεξουαλικά εγκλήματα έγιναν αμέσως αντιληπτά από εκείνους που ανέλαβαν να περισυλλέξουν και να ταυτοποιήσουν τα πτώματα. O Σίμτσα Γκρέινιμαν, επικεφαλής ομάδας εθελοντών, είπε πως στο κιμπούτζ Κφαρ Αζά βρήκε το πτώμα μιας γυναίκας γυμνής από τη μέση και κάτω, μπρούμυτα πάνω σε ένα κρεβάτι, με μια σφαίρα πίσω στο κεφάλι. Ενας διοικητής της Εθνικής Μονάδας Διάσωσης του Ισραήλ, ο Γκόλαν Βακ, είπε πως στο κιμπούτζ Μπε’ερί βρήκε δύο δολοφονημένες γυναίκες γυμνές, δεμένες μαζί πάνω σε ένα κρεβάτι. Ενας στρατιώτης μονάδας των ισραηλινών ειδικών δυνάμεων που στάλθηκε σε ένα κιμπούτζ να ψάξει για επιζώντες είπε πως βρήκε σε ένα δωμάτιο τα πτώματα δύο έφηβων κοριτσιών – το ένα ήταν ριγμένο στο έδαφος, μπρούμυτα, ημίγυμνο, με υπολείμματα σπέρματος στην πλάτη.
«Ναι, είδαμε βιασμούς» δήλωσε η Σάρι, μια έφεδρος της Τσαχάλ που στάλθηκε να στηρίξει το έργο των ιατροδικαστών στο νεκροτομείο της Σούρα. «Βίασαν από παιδιά μέχρι ηλικιωμένες. Βίαια, σε σημείο να τους σπάσουν τα κόκαλα. Είδαμε επίσης ακρωτηριασμένα γεννητικά όργανα» πρόσθεσε. «Μπορώ να πω πως είδα πολλά σημάδια κακοποίησης στην περιοχή των γεννητικών οργάνων» προσυπέγραψε μια άλλη έφεδρος, η Μααγιάν, στο ίδιο νεκροτομείο. «Είδαμε πόδια και λεκάνες σπασμένες, εσώρουχα μέσα στα αίματα και γυναίκες γυμνές από τη μέση και κάτω».
Και εντούτοις, όπως επισημαίνει η ισραηλινή «Haaretz», «είτε ήταν μια προσπάθεια να προστατευτούν τα θύματα και οι οικογένειές τους από την εμπειρία του “δεύτερου βιασμού”, μια ανικανότητα να διαχειριστούν τις φριχτές λεπτομέρειες, είτε απλώς μία από τις πολλές συστημικές αποτυχίες της ισραηλινής ηγεσίας τις πρώτες ημέρες μετά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου, το πλήρες εύρος των σεξουαλικών θηριωδιών που διαπράχθηκαν δεν καταγράφηκε ή τεκμηριώθηκε λεπτομερώς ώστε να γίνουν πρωτοσέλιδα σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο. Κι έτσι χάθηκε η ευκαιρία να εξασφαλιστεί ένας μεγαλύτερος βαθμός αναγνώρισης και συμπάθειας από τις διεθνείς οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα όσον αφορά την κλίμακα της βαρβαρότητας της επίθεσης της Χαμάς».
Στην πραγματικότητα, και σύμφωνα με τους «Times of Israel», η πλειονότητα όσων ανέλαβαν να περισυλλέξουν σορούς και ανθρώπινα υπολείμματα από το Νότιο Ισραήλ δεν ήταν εκπαιδευμένοι στη συλλογή τεκμηρίων ή την προστασία των σκηνών εγκλημάτων. Σε ένα πλαίσιο πολέμου, και επείγουσας ανάγκης ταυτοποίησης των νεκρών, λήφθηκε από τα κεντρικά η απόφαση να μη χρησιμοποιηθούν στους τόπους αυτούς τα χρονοβόρα πρωτόκολλα έρευνας για την τεκμηρίωση των περιπτώσεων βιασμού. Η ίδια ανάγκη ταυτοποίησης των δολοφονημένων, τα σώματα των οποίων είχαν συχνά ακρωτηριαστεί και καεί, έκανε τις υπηρεσίες των ισραηλινών νεκροτομείων να μην περισυλλέξουν από τα πτώματα καμία φυσική απόδειξη σεξουαλικής επίθεσης.
Το κενό που άφησε η ισραηλινή κυβέρνηση προσπάθησε να καλύψει η κοινωνία των πολιτών, συγκροτώντας την Επιτροπή Πολιτών για τα Εγκλήματα της 7ης Οκτωβρίου από τη Χαμάς εναντίον Γυναικών και Παιδιών – μια ομάδα γυναικείων οργανώσεων, νομικών και ακτιβιστών που ανέλαβαν να συλλέξουν στοιχεία και να διοργανώνουν δημόσιες ενημερώσεις, εντός και εκτός Ισραήλ. H κυβέρνηση έσπευσε να ανακτήσει το χαμένο έδαφος έναν μήνα μετά. Στις 8 Νοεμβρίου, η ισραηλινή αστυνομία αποσφράγισε και παρουσίασε στοιχεία που έχει συγκεντρώσει – ανάμεσά τους, η κατάθεση αυτόπτη μάρτυρα του ομαδικού βιασμού, ακρωτηριασμού και της δολοφονίας μιας νεαρής γυναίκας στο φεστιβάλ Supernova. Και την περασμένη εβδομάδα, εν όψει της Παγκόσμιας Ημέρας για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών, στις 25 Νοεμβρίου, το ισραηλινό υπουργείο Εξωτερικών ξεκίνησε στα σόσιαλ μίντια μια εκστρατεία υπό το hashtag #BelieveIsraeliWomen – Πιστέψτε τις Ισραηλινές Γυναίκες.
Αυτή η στήλη δεν ενδιαφέρεται πραγματικά καθόλου ούτε για τους απανταχού αρνητές των εγκλημάτων της Χαμάς ούτε για τον πόλεμο που έχει κηρύξει η κυβέρνηση Νετανιάχου στον ΟΗΕ αρνούμενη να δεχθεί την οποιαδήποτε κριτική για τη συλλογική τιμωρία που επιβάλλει στους Παλαιστίνιους στη Γάζα. Αρκετά επίπονη είναι ήδη, 46 ημέρες τώρα, η προσπάθεια να διατηρήσει κανείς την ηθική του πυξίδα ακέραιη. Σε ό,τι αφορά, ωστόσο, τη (σεξουαλική ή όποια άλλη) βία κατά των γυναικών, δεν χωράει η παραμικρή αμφιβολία: ακόμα και τα ακατονόμαστα πρέπει να λέγονται.