Δύο είναι τα δεδομένα μετά τις χθεσινές πρόωρες εκλογές στην Ολλανδία – την παραμονή των οποίων οι δύο στους τρεις πολίτες δήλωναν πως δεν είχαν αποφασίσει οριστικά τι θα ψηφίσουν: το πρώτο, ότι το ρίσκο που ανέλαβε με την παραίτησή του και την προσφυγή στις κάλπες ο Μαρκ Ρούτε ήταν πολύ μεγάλο και δεν τον δικαίωσε. Κι αυτό οδηγεί αυτομάτως στο δεύτερο: ο μεγάλος νικητής της αναμέτρησης είναι η Ακροδεξιά, καθώς το Κόμμα Ελευθερίας (PVV) του Γκέερτ Βίλντερς αναδείχθηκε νικητής με διαφορά, επιβεβαιώνοντας – σε μεγαλύτερο του αναμενομένου βαθμό – τις δημοσκοπικές τάσεις των τελευταίων ημερών.
Σύμφωνα με τα exit polls (τα οποία συνήθως δεν πέφτουν έξω στην Ολλανδία), το PVV καταφέρνει να διπλασιάσει τις έδρες του σε σύγκριση με το 2021, φτάνοντας από τις 17 που είχε στις 35, σε σύνολο 150. Με αυτόν δε τον εμφατικό τρόπο και εφόσον η εικόνα δεν αλλάξει με τα επίσημα αποτελέσματα, η Ακροδεξιά μοιάζει να «αλώνει» μία ακόμη χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μετά την Ιταλία της Τζόρτζια Μελόνι. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι κάθε άλλο παρά βέβαιο είναι πως ο Βίλντερς – που δηλώνει θαυμαστής και του Βίκτορ Ορμπαν – θα βρει τελικώς τους συμμάχους που απαιτούνται προκειμένου να διασφαλίσει την αναγκαία κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 76 (τουλάχιστον) εδρών και να σχηματίσει την επόμενη κυβέρνηση, καθώς τα περισσότερα από τα υπόλοιπα κόμματα έχουν διαμηνύσει προεκλογικά πως δεν πρόκειται να συνεργαστούν μαζί του ούτε να τον στηρίξουν.
Οι μεγάλοι ηττημένοι
Μεγάλος ηττημένος είναι, αντιθέτως, το Λαϊκό Κόμμα για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία (VVD), του επί 13 συνεχόμενα χρόνια πρωθυπουργού Ρούτε, το οποίο φέρεται ότι υποχωρεί από τις 34 στις 23 έδρες και να αναδεικνύεται τρίτο. Ετσι, η νέα ηγέτιδά του, η τουρκικής και κουρδικής καταγωγής Ντιλάν Γεσιλγκιόζ-Ζεγκέριους, βλέπει να απομακρύνεται το όνειρό της να γίνει η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της Ολλανδίας. Αλλωστε, αν και τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο με βάση τον κατακερματισμό που επικρατεί και στη νέα Βουλή, η Γεσιλγκιόζ δεν μπορεί να έχει τον πρώτο λόγο ούτε στην περίπτωση ενός δεξιού-ακροδεξιού συνασπισμού ούτε σε εκείνη ενός ο οποίος θα έχει πιο κεντρώα χαρακτηριστικά.
Από την πλευρά τους, τα άλλα δύο κόμματα που συμπληρώνουν την πρώτη τετράδα έχουν λόγους για να είναι τόσο ικανοποιημένα όσο και απογοητευμένα. Η συμμαχία Εργατικών και Πρασίνων, με επικεφαλής τον τέως αντιπρόεδρο της Κομισιόν, Φρανς Τίμερμανς, αναδείχθηκε δεύτερη, αυξάνοντας τις έδρες της από 17 σε 26, χωρίς ωστόσο να πετύχει τον στόχο που είχε θέσει και δεν ήταν άλλος από την πρωτιά. Οσο για το «νεαρό», με ηλικία μόλις τριών μηνών, Νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο (NSC), έλαβε μεν 20 έδρες στην παρθενική του εμφάνιση, όμως ο ηγέτης του Πίτερ Ομτσιγκτ είχε τοποθετήσει αρκετά πιο ψηλά τον πήχη.
Αναμφίβολα, πάντως, καθοριστικό ρόλο για τη διαμόρφωση του νέου πολιτικού χάρτη της Ολλανδίας – στον οποίο πρέπει να συνυπολογιστεί και το επίσης ακροδεξιό Κίνημα Αγροτών-Πολιτών που έλαβε 7 έδρες -έπαιξε το Μεταναστευτικό. Η δίδυμη κρίση σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή έχει αυξήσει ήδη τη ροή προς την Ευρώπη, αποτελώντας βούτυρο στο ψωμί του Βίλντερς, ο οποίος έσπευσε να δηλώσει μετά τον θρίαμβό του: «Οι ολλανδοί ψηφοφόροι μίλησαν και είπαν ως εδώ. Θα περιορίσουμε το τσουνάμι του ασύλου και τη μετανάστευση. Θα επιστρέψουμε τη χώρα στους Ολλανδούς».
Ταυτόχρονα, αξίζει να σημειωθεί ότι το PVV άντλησε επιρροή και ψήφους από μια ακόμη «δεξαμενή»: τον έντονο προβληματισμό για το μέλλον της ΕΕ, που μοιάζει να ενισχύει διαρκώς το στρατόπεδο του ευρωσκεπτικισμού. Κάτι που, προφανώς, αποτελεί ένα σαφές μήνυμα ενόψει και των επικείμενων ευρωεκλογών που θα γίνουν τον Ιούνιο του 2024 και υπονόησε ευθέως ο Ορμπαν στο συγχαρητήριο μήνυμά του, στο οποίο ανέφερε ότι «οι άνεμοι της αλλαγής είναι εδώ». «Παντού στην Ευρώπη, οι πολίτες θέλουν αλλαγή», αναφέρει στο δικό της μήνυμα και η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Οσο για τη Μαρίν Λεπέν, είναι βέβαιο πως ήδη τρίβει τα χέρια της από ικανοποίηση, όπως φάνηκε και από τη δήλωσή της: Πρόκειται για μια εντυπωσιακή επίδοση, η οποία επιβεβαιώνει την αυξανόμενη πίστη στην υπεράσπιση των εθνικών ταυτοτήτων».