Πρόκειται για μία νόσο των οφθαλμών που οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε ακούσει. Παρ’ όλα αυτά δεν είναι καθόλου σπάνια, καθώς ένας στους δέκα νεαρούς Ελληνες πάσχει από αυτή την εκφυλιστική νόσο των ματιών, με αρκετούς από αυτούς να μην το γνωρίζουν καν, καθώς δεν έχουν υποβληθεί σε εξέταση. Είναι σημαντικό, δε, να σημειωθεί ότι υπάρχουν ενδείξεις πως είναι πολύ πιο συχνή στη χώρα μας συγκριτικά με το εξωτερικό.
Αυτός είναι ο λόγος που η επιστημονική κοινότητα επενδύει σε μια παγκόσμια εκστρατεία ενημέρωσης και εκπαίδευσης του κοινού για τον κερατόκωνο και τις επιπτώσεις της πάθησης αυτής στη ζωή των ασθενών και των οικείων τους. Μάλιστα, έχουν ορίσει τη 10η Νοεμβρίου ως Παγκόσμια Ημέρα Κερατόκωνου, δημιουργώντας ένα σταθερό χρονικό σημείο αναφοράς για να ξεδιπλώσουν το σημαντικό αυτό ιατρικό θέμα.
Στο πλαίσιο αυτό ο δρ Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, MD, χειρουργός-οφθαλμίατρος, καθηγητής Οφθαλμολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, παραθέτει στο κείμενο που ακολουθεί 10 βασικά δεδομένα για τον κερατόκωνο.
Ο κερατόκωνος είναι μια προοδευτικά εξελισσόμενη, εκφυλιστική πάθηση. Προκαλεί παθολογική λέπτυνση των ινών κολλαγόνου στον κερατοειδή χιτώνα του οφθαλμού. Η λέπτυνση προκαλεί αστάθεια και αλλαγή στο σχήμα του κερατοειδούς, ο οποίος από σφαιρικός γίνεται κωνικός. Ο κωνικός κερατοειδής έχει το μισό σχεδόν πάχος από το φυσιολογικό και σημαντικά παραμορφωμένη πρόσθια και οπίσθια επιφάνεια. Το επακόλουθο είναι να αποκτά ο κερατοειδής σημαντικά αυξημένη κυρτότητα, κυρίως στο κέντρο του, με συνέπεια να επηρεάζει δραματικά την όραση.
Η ακριβής αιτία του κερατόκωνου είναι άγνωστη, αλλά το πιθανότερο είναι πως οφείλεται σε συνδυασμό παραγόντων, με κυριότερο τη γενετική προδιάθεση (έχουν εντοπιστεί τουλάχιστον 16 γενετικοί τόποι που συνδέονται με τον κερατόκωνο), σε συνδυασμό με αλλεργίες. Ο κερατοειδής χιτώνας είναι επίσης εύκολο να παραμορφωθεί από τραύμα ή από το συνεχές και δυνατό τρίψιμο των ματιών.
Παγκοσμίως η συχνότητα του κερατόκωνου υπολογίζεται σε 1 περιστατικό ανά 1.000 ή 2.000 άτομα του γενικού πληθυσμού. Υπάρχουν όμως ενδείξεις ότι είναι πολύ πιο συχνός στην Ελλάδα, με συχνότητα που ενδεχομένως φθάνει και σε 1 κρούσμα ανά 10-20 άτομα, σύμφωνα με μελέτες της ομάδας του δρος Κανελλόπουλου. Ωστόσο οι περισσότεροι ασθενείς δεν γνωρίζουν ότι πάσχουν, διότι έχουν ήπια μορφή και δεν έχουν εξεταστεί ποτέ για αυτόν.
Ο κερατόκωνος προσβάλλει κυρίως νέους (τα συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται κατά την εφηβεία), εξελίσσεται γρήγορα τις πρώτες δεκαετίες της ζωής (συνήθως μέχρι τα 35 έτη) και στη συνέχεια επιβραδύνεται έως τα περίπου 45 χρόνια. Από κει και πέρα κατά κανόνα μένει σε μεγάλο βαθμό στάσιμος.
Ορισμένες πληθυσμιακές ομάδες τον εκδηλώνουν με αυξημένη συχνότητα. Περισσότερα από 20 σύνδρομα έχουν συνδεθεί με αυτόν, όπως το σύνδρομο Down και διάφορες νόσοι του συνδετικού ιστού, όπως το σύνδρομο Marfan. Από τους πάσχοντες από σύνδρομο Down, για παράδειγμα, το 5%-15% έχουν κερατόκωνο, γι’ αυτό είναι σημαντικό να ελέγχονται προληπτικά κατά την εφηβεία και κατά τα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής.
Ο κερατόκωνος συνήθως προκαλεί παραμορφωμένες εικόνες, συνεχή αύξηση της μυωπίας και του αστιγματισμού (οι ασθενείς αλλάζουν συχνά τη συνταγή των διορθωτικών γυαλιών τους), θολές εικόνες και μονόφθαλμη διπλωπία (οι ασθενείς βλέπουν διπλά είδωλα από το ένα μάτι). Αλλα συμπτώματα είναι ευαισθησία στο φως και άλως γύρω από τα φώτα το βράδυ. Τα συμπτώματά αυτά συχνά είναι πιο έντονα στο ένα μάτι.
Η διάγνωση του κερατόκωνου είναι δύσκολη, κυρίως στα πρώτα στάδιά του, γιατί οι κλασικές οφθαλμολογικές εξετάσεις δεν αποκαλύπτουν πάντοτε τις αδιόρατες αρχικά αλλοιώσεις του κερατοειδούς και επειδή τα συμπτώματα των ασθενών θα μπορούσαν να σχετίζονται και με άλλα προβλήματα στα μάτια. Η πιο σημαντική εξέταση για τη διάγνωσή του είναι η τοπογραφία κερατοειδούς. Είναι μια εξελιγμένη, μη επεμβατική απεικονιστική εξέταση, κατά την οποία γίνεται χαρτογράφηση της καμπυλότητας σε όλη την επιφάνεια του κερατοειδούς. Στις πιο σοβαρές περιπτώσεις, το κωνικό σχήμα του κερατοειδούς γίνεται αντιληπτό και με γυμνό μάτι. Η ακριβής διάγνωση είναι πολύ σημαντική, διότι αν δεν γίνει εγκαίρως αντιληπτός ο κερατόκωνος ώστε να αντιμετωπιστεί σωστά, ο ασθενής μπορεί να φτάσει στο σημείο να χρειαστεί μεταμόσχευση κερατοειδούς.
Στους περισσότερους ασθενείς, οι οπτικές διαταραχές που προκαλεί ο κερατόκωνος μπορούν να αντιμετωπιστούν συντηρητικά (με διορθωτικά γυαλιά ή ειδικούς φακούς επαφής). Οι πιο σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να χρειαστούν χειρουργική επέμβαση, για να σταθεροποιηθεί η εξέλιξή του. Μετά την επέμβαση μπορεί να χρειάζεται ακόμα οπτική διόρθωση με γυαλιά ή φακούς επαφής, αλλά είναι πιο εύκολη. Οι επεμβατικές τεχνικές που μπορεί να εφαρμοστούν είναι ποικίλες και επιλέγονται με βάση κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Μία διεθνώς διαδεδομένη τεχνική είναι το «πρωτόκολλο της Αθήνας», που ανέπτυξε και πρωτοεφάρμοσε η ομάδα του δρος Κανελλόπουλου. Η τεχνική συνδυάζει τη διασύνδεση κερατοειδούς με τη μερική, επιφανειακή, τοπογραφικά κατευθυνόμενη σμίλευση του κερατοειδούς με laser. Ο στόχος είναι η εξομάλυνση και η σταθεροποίηση του κερατόκωνου, με παράλληλη μείωση της μυωπίας και του ανώμαλου αστιγματισμού, ώστε να αποκατασταθεί η ομαλή όραση.
Μια συχνή παρανόηση με τους ειδικούς φακούς επαφής που χορηγούνται στους ασθενείς με κερατόκωνο είναι ότι μπορούν να σταματήσουν την εξέλιξή του. Στην πραγματικότητα, οι φακοί βελτιώνουν την όραση ενόσω η πάθηση εξελίσσεται. Ωστόσο αν οι φακοί επαφής δεν ταιριάζουν καλά στον παραμορφωμένο κερατοειδή, μπορεί να τον επιδεινώσουν, επειδή αυξάνουν τον ρυθμό ανάπτυξης ουλώδους ιστού σε αυτόν.
Η πρόγνωση για τους ασθενείς είναι καλή, γιατί ο ρυθμός της εξέλιξης μειώνεται ή και μηδενίζεται μετά τα 45 χρόνια. Η πάθηση πολύ σπάνια εκδηλώνεται μετά την ηλικία των 40 ετών, ενώ μπορεί να σταματήσει η εξέλιξή της οποιαδήποτε στιγμή. Αν όμως συνεχίσει να επιδεινώνεται, μπορεί να φτάσει έως την ανάγκη για μεταμόσχευση κερατοειδούς.
«Ο κερατοειδής χιτώνας είναι υπεύθυνος για τη σωστή εστίαση του φωτός στο εσωτερικό του οφθαλμού και οποιαδήποτε παραμόρφωσή του έχει σοβαρές συνέπειες στην όραση» τονίζει ο δρ Κανελλόπουλος. «Για τους ασθενείς έχει ζωτική σημασία η έγκαιρη διάγνωση από εξειδικευμένο οφθαλμίατρο. Εξίσου σημαντικό όμως είναι να μην τρίβουν τα μάτια τους, διότι η επίμονη τριβή μπορεί να προκαλέσει αλλά και να επιδεινώσει την οφθαλμοπάθεια. Αν λοιπόν τρίβετε συχνά τα μάτια σας, συμβουλευθείτε τον οφθαλμίατρό σας» καταλήγει ο ειδικός.