Τρεις εικόνες, όλη η σημερινή κατάσταση στην ελληνική οικονομία. Από τη μια ευφορία λόγω της εκτόξευσης της αγοράς ακινήτων, από την άλλη η δύσκολη αντιμετώπιση του κόστους στέγασης για τους ενοικιαστές και του ιδιωτικού χρέους για όσους έχουν οφειλές. Χθες η Τράπεζα της Ελλάδος ανακοίνωσε ότι η αγορά τρέχει με αύξηση των τιμών των διαμερισμάτων κατά 11,9%. Πέρυσι είχαν αυξηθεί με παρόμοιο ποσοστό κοντά στο 12% και το 2021 είχαν επίσης κινηθεί ανοδικά κατά 7,6%. Ενδεχομένως αν πάμε πιο πίσω, θα δούμε ότι έχει συντελεστεί μια εντυπωσιακή επιστροφή της αγοράς ακινήτων στην Ελλάδα μετά την καταστροφή της προηγούμενης δεκαετίας.
Μπορεί οι ιδιοκτήτες να πανηγυρίζουν, το κόστος στέγασης ωστόσο αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για όσους δεν έχουν σπίτι και είναι υποχρεωμένοι να νοικιάζουν, τη στιγμή που ο πληθωρισμός συνεχίζει να τρέχει με υψηλούς ρυθμούς σε είδη πρώτης ανάγκης και ο ρυθμός χορήγησης νέων στεγαστικών δανείων παραμένει αναιμικός.
Στην εξίσωση συμμετέχει και μια τρίτη εικόνα. Είναι αυτοί που είτε έχουν αγοράσει σπίτι είτε το εξυπηρετούν πληρώνοντας κάθε μήνα τις αυξημένες έως και 30% δόσεις είτε δεν το εξυπηρετούν ή το εξυπηρετούν με προβλήματα και καλούνται να τα βρουν κατά κύριο λόγο με τους περίφημους διαχειριστές κόκκινων δανείων.
Για τους τελευταίους από χθες έχουμε τα αποκαλυπτήρια ενός νέου πλαισίου αντιμετώπισης από τις συγκεκριμένες εταιρείες. Πρόκειται για την πολλοστή προσπάθεια τα τελευταία χρόνια να βρεθεί ένας τρόπος όλο αυτό το βουνό των κόκκινων δανείων, άνω των 90 δισ., που μεταφέρθηκαν από τις τράπεζες στους servicers, να αρχίσει να μειώνεται. Ολες οι προηγούμενες είτε υπολειτουργούν είτε απέτυχαν και παραμένουν ανενεργές είτε χρησιμοποιούνται και απέδωσαν μόνο προς όφελος των συγκεκριμένων εταιρειών. Μην ξεχνάμε ότι προς όφελός τους λειτουργεί και η μεγάλη αύξηση των τιμών των ακινήτων.
Ωστόσο για την ώρα παρατηρείται μια δυσκολία αυτό το όφελος να το επιμερίσουν και στους προβληματικούς δανειολήπτες, πάντα με τρόπο που δεν θα πλήττει την ηθική των πληρωμών. Οσοι επικρίνουν τις εν λόγω εταιρείες βάζουν από την πλευρά τους και άλλα ζητήματα ηθικής, που ξεκινούν από θέματα που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν οι ρυθμίσεις της κυβέρνησης, όπως η επικοινωνία και η διαφάνεια, και φτάνουν μέχρι του προφανούς και ανομολόγητου κινήτρου ότι από την αποτυχία μιας ρύθμισης το όφελος από τον πλειστηριασμό ή την πώληση ενός ακινήτου στα σημερινά υψηλά επίπεδα τιμών είναι μεγάλο για αυτές.
Η διάταξη στο σχέδιο Χατζηδάκη, με το οποίο επιχειρείται να αλλάξει η πορεία των πραγμάτων, είναι αυτή της υποχρεωτικής ρύθμισης για τους ευάλωτους από πλευράς των servicers. Αγνωστο αν θα αποδώσει και αυτή. Παράλληλα βάζει σε εφαρμογή μια ακόμα παραλλαγή του σχεδίου «Ηρακλής», στην τρίτη του έκδοση, με στόχο τη μεταφορά δανείων από τους ισολογισμούς των τραπεζών, βάζοντας αυτή τη φορά στο παιχνίδι (όφελος) και τις μικρότερες, τις μη συστημικές τράπεζες. Το δέλεαρ παραμένει το ίδιο για τους επενδυτές (funds) που στη συνέχεια παραχωρούν τη διαχείριση των δανείων στους servicers και είναι η… σούπερ εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου με την έκδοση κρατικών ομολόγων για ένα μεγάλο μέρος των δανείων που μεταφέρονται.
Δεδομένου ότι από τη διαδικασία είναι εξασφαλισμένο το όφελος για τις τράπεζες, τα funds και τους servicers, η επιτυχία ή αποτυχία και αυτής της νέας προσπάθειας θα κριθεί στο αν θα καταφέρει να φτάσει κάποιο όφελος στο πραγματικά αδύναμο «κόκκινο» δανειολήπτη..