Στο Μέγαρο Μαξίμου δεν έχουν προτιμήσεις για όσα συμβαίνουν στο αντιπολιτευτικό στερέωμα, ούτε ανησυχίες. Η χαώδης απόσταση από εκείνον που έπεται επιτρέπει να συνεχισθεί η καλοκαιρινή νιρβάνα, έστω κι αν παράλληλα καταγράφεται ότι η κυβέρνηση αρχίζει να πιέζεται από τον εαυτό της. Με εξαίρεση ίσως την πρώτη μεταπολιτευτική κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, δεν είναι μια συνηθισμένη κατάσταση – και οι περισσότεροι υπουργοί την απολαμβάνουν. Αλλά για τον Κυριάκο Μητσοτάκη δεν είναι μια κατάσταση που πρέπει να συνεχισθεί, όπως έχει και ο ίδιος επισημάνει στις τελευταίες πρωινές συσκέψεις. Ο Πρωθυπουργός έχει σημάνει ήδη αφύπνιση του μηχανισμού. Ο εφησυχασμός διαρκείας χαλαρώνει υπουργούς, βουλευτές και κομματικά στελέχη –και τα απρόοπτα μπορεί να προκαλέσουν μεγαλύτερο αιφνιδιασμό σε μια ομάδα που θα δείχνει απροετοίμαστη. Στις ευρωεκλογές το μεγάλο ακροατήριο προφανώς θα σταθεί στην «ψαλίδα» ανάμεσα στον πρώτο κι εκείνον που ακολουθεί, αλλά δεν θα προσπεράσει το ποσοστό στην κορυφή. Τον προσεχή Ιούνιο η κυβερνητική δυναμική πρέπει να δείχνει αλώβητη.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό, ο Πρωθυπουργός έχει ήδη ζητήσει σε Μαξίμου και Πειραιώς να αρχίσουν να κινούνται με εκλογικό βηματισμό. Η δική του περιοδεία στη Φθιώτιδα αποτελεί στην πραγματικότητα την αφετηρία ενός εξάμηνου πλάνου που θα φτάσει στις ευρωκάλπες. Ολοι θα παραμείνουν σε κίνηση. Μετά η κυβέρνηση θα έχει μπροστά της έναν τριετή καθαρό ορίζοντα, απαλλαγμένο από εκλογικές δοκιμασίες. Σε αυτό το διάστημα και με την αντιπολίτευση – μείζονα και ελάσσονα – σε προφανή αδυναμία να πλήξει το κυβερνητικό αφήγημα, η κυβέρνηση σκοπεύει να ξεδιπλώσει κάθε σχέδιο που θα προκαλεί αναταραχή και θα συντηρεί ένα μεταρρυθμιστικό προφίλ. Το συγκρουσιακό κλίμα και οι πολωτικές συνταγές, άλλωστε, αυξάνουν τη συσπείρωση – και η κυβέρνηση πρέπει να παραμείνει κοντά στο δικό της ταβάνι, όπως διαμορφώθηκε στην κάλπη του καλοκαιριού. Οι μάχες στη Βουλή για τα Τέμπη και η συνεχιζόμενη αντιπαράθεση για τις υποκλοπές, επίσης λειτουργούν ως διαχωριστικές γραμμές και στεγανοποιούν τις δεξαμενές. Με τη βεβαιότητα αυτή κινήθηκε χθες στην Ολομέλεια της Βουλής και ο Μάκης Βορίδης, αναλύοντας την κυβερνητική θέση κατά της προανακριτικής, πολύ περισσότερο όταν για τα Τέμπη έχει συγκροτηθεί με ευρεία πλειοψηφία εξεταστική επιτροπή. Σε αυτή τη φάση, τα ντεσιμπέλ από ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ θα είναι καλοδεχούμενα.
Δίπλα στο κεντρικό πλάνο, η αλήθεια είναι ότι στο Μαξίμου έχουν στραμμένο το βλέμμα και στα τεκταινόμενα στην Κουμουνδούρου – έστω και από περιέργεια, που περισσεύει και στο πολιτικό προσωπικό. Την εβδομάδα μεταξύ του α’ και του β’ γύρου των εσωκομματικών εκλογών στον ΣΥΡΙΖΑ, το άλμα Κασσελάκη προκάλεσε έναν προβληματισμό, αλλά πλέον – μέσα και από μια σειρά μετρήσεων – στο πρωθυπουργικό επιτελείο έχουν καταλήξει ότι ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να ανακατέψει την πολιτική τράπουλα. Η πολλαπλή διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, εξάλλου, ενισχύει τη βεβαιότητα ότι μέχρι τις ευρωεκλογές στην Κουμουνδούρου περισσότερο από τις κάλπες θα ασχολούνται με τα δικά τους. Για την περίπτωση του Νίκου Ανδρουλάκη, η βασική εκτίμηση ότι το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να περάσει σε υψηλές στροφές, είχε προηγηθεί – κρατώντας και τους διαύλους κλειστούς.
Σε έναν μακροπρόθεσμο ορίζοντα, αν καταγράφεται μια ανησυχία στο πρωθυπουργικό γραφείο, αυτή έχει να κάνει με τα αυτογκόλ και την κόπωση του εκλογικού σώματος. Μια κατακερματισμένη αντιπολίτευση δεν αποκλείει και μια κυβερνητική βουτιά. Σε μια τέτοια εξέλιξη, αργά ή γρήγορα κάποιοι θα αρχίσουν να μετρούν κέρδη, βουτώντας στις δεξαμενές των αναποφάσιστων που θα αρχίσουν να γεμίζουν. Αυτή δεν είναι μια ασυνήθιστη κατάσταση και ο Μητσοτάκης θέλει να έχουν σφραγιστεί εγκαίρως οι στρόφιγγες δεξιότερα της ΝΔ. Ο Μάκης Βορίδης δεν περιορίζεται στη Βουλή σε έναν ρόλο αναχώματος απέναντι στις επιθέσεις από ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ – είναι ένα από «κλειδιά» σε ένα πλάνο τετραετίας και το επιβεβαιώνει και με την αντίδρασή του για τη θεσμοθέτηση του γάμου ομόφυλων ζευγαριών. Ο υπουργός Επικρατείας γνωρίζει ότι η ψήφος κατά συνείδηση δεν θα αποκλείσει τους υπουργούς – συνεπώς, δεν θα βρεθεί αντιμέτωπος με το δίλημμα της παραίτησης. Στο τέλος της ημέρας, περισσότερο από τη ΝΔ ο επίμαχος νόμος μπορεί να δοκιμάσει την αντιπολίτευση.