Η απόσταση από τα γεγονότα, που μου επέβαλε ο Κόβιντ, με έκανε να αναθεωρήσω ορισμένες κρίσεις και προβλέψεις που είχα διατυπώσει εδώ σχετικά με τη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ. Το έργο δεν τελειώνει σαν κωμωδία του Μελ Μπρουκς, όπως νόμιζα με την αγαθή μου προαίρεση, παρά τα πλείστα όσα κωμικά στοιχεία της πλοκής και των ρόλων που παραπέμπουν ευθέως στο έργο του μεγάλου Μελ Μπρουκς. Μετά τη διάσπαση, που ακόμη είναι εν εξελίξει, το έργο μεταβάλλεται απότομα σε υπαρξιακό ψυχόδραμα, που καταπιάνεται με ερωτήματα όπως: ποιος είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, πού είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, τι είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και τα παρεμφερή.
Δεν έχουν σημασία όμως (πέραν της καλλιτεχνικής αξίας τους, ασφαλώς), για τον λόγο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον όπως τον ξέραμε τα τελευταία δέκα χρόνια, πέθανε. Καπούτ! «Εφυγε», όπως λέμε όταν δεν θέλουμε ρητή μνεία του θανάτου στον λόγο μας. Δεν μετρά ιδιαιτέρως αν ο Αλέξης Τσίπρας τοποθετείται στη μία ή την άλλη πλευρά, διότι αυτό που είχε δημιουργήσει και με το οποίο είχε ταυτιστεί δεν υπάρχει πια. Είναι «dead as a dodo», όπως θα έλεγε ο Γιούκλιντ.
Αν με καλούσαν να εκτιμήσω την αιτία του θανάτου, η γνωμάτευσή μου θα ήταν τρεις λέξεις: θάνατος από αυτοκτονία. Δεν φταίει ούτε ο Τσίπρας που τα παράτησε, ούτε ο Πολάκης που κυβερνά τον ΣΥΡΙΖΑ, ούτε πολύ περισσότερο ο Κασσελάκης που είναι η βιτρίνα, μολονότι ο καθένας από αυτούς έβαλε το χεράκι του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτοκτόνησε. Πώς; Λειτουργώντας ως ένα σύστημα, το οποίο επέτρεψε σε ένα πρόσωπο όπως ο Στέφανος Κασσελάκης να είναι υποψήφιος. Εκεί εντοπίζεται η αρχή του τέλους, εκεί βρίσκονται οι ευθύνες που βαρύνουν τους πάντες ανεξαιρέτως στα ηγετικά κλιμάκια του ΣΥΡΙΖΑ. Υπ’ αυτή την έννοια είναι αυτοκτονία ο θάνατος του ΣΥΡΙΖΑ. Τουλάχιστον όμως – και ελπίζω αυτό να είναι μια κάποια παρηγοριά στους θρηνούντες – ήταν μια ακούσια αυτοκτονία. Δεν ήθελε να μας αφήσει ο μακαρίτης, από απροσεξία και ερασιτεχνισμό πήγε. Δηλαδή, από υπερβολική δόση χαβαλέ και ελαφρότητας.
Οταν λοιπόν όλοι οι μεγαλοσχήμονες του ΣΥΡΙΖΑ ευθύνονται συλλογικά για την καταστροφή τους, δεν γίνεται να μην εκτιμήσω το χιούμορ της κυρίας Σίας Αναγνωστοπούλου, η οποία καταλογίζει στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ «έλλειψη αριστερής ευφυΐας». Χρειάζεται μεγάλο ηθικό σθένος για να αυτοσαρκάζεσαι στα δύσκολα, όπως η κυρία Αναγνωστοπούλου. Εύγε της! Προφανώς αστειεύεται, διότι είδαμε ή, μάλλον, θαυμάσαμε στην πλήρη μεγαλοπρέπειά της την «αριστερή ευφυΐα» στο καταστατικό του κόμματος των ευφυών, που επέτρεψε στον Στέφανο Κασσελάκη να γίνει πρόεδρος. Τι να λέμε τώρα; Ακόμη και ο ίδιος ο Στέφανος το ξέρει και τους λέει ευθέως: «Αν ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργούσε σωστά, εγώ δεν θα ήμουν εδώ»…
Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ
Επιτέλους κατάλαβα τι εννοεί ο πρόεδρος όταν μιλά για νοικοκυραίους και λέει ότι θέλει επιστροφή σε μια παλιά Ελλάδα, την οποία όμως αδυνατεί να περιγράψει, ώστε να καταλάβουμε και εμείς που κρεμόμαστε από τα χείλη του και ρουφάμε την κάθε λέξη του. Το κατάλαβα, όμως, βλέποντας πώς πέρασε στο Σαββατοκύριακό του. Ο πρόεδρος πήγε στις Σπέτσες (λες και χάθηκαν το Αγκίστρι, η Σαλαμίνα, η Γαύδος…) και το βράδυ φωτογραφίστηκε να σερβίρει σφηνάκια σε ένα μπαράκι.
Η μουσική υπόκρουση του θεάματος θα μπορούσε να ήταν το «υπάρχει καλύτερη Ελλάδα και τη θέλουμε», της ΝΔ του Κώστα Καραμανλή, από το μακρινό 2000. Η σκηνή ήταν σαν ριμέικ των αλησμόνητων εξόδων του Κώστα Καραμανλή στα μπαράκια της Θεσσαλονίκης, με τον Αρη και τη Νατάσα να σερβίρουν σφηνάκια πίσω από την μπάρα. Μάλλον αυτή είναι η παλιά Ελλάδα που νοσταλγεί ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Η Ελλάδα την οποία θυμάται την εποχή που ξενιτεύτηκε στην Αμέρικα. (Προσοχή: λέμε Αμέρικα και όχι Αμερική, διότι επρόκειτο για ξενιτεμό…)
ΠΟΙΩΝ ΒΕΤΕΡΑΝΩΝ;
Ο υπουργός Εθνικής Αμυνας ανακοίνωσε ότι εφεξής η 11η Νοεμβρίου ορίζεται ως Ημέρα των Βετεράνων, αλλά με την ευρεία έννοια. Οπως εξήγησε, «όχι μόνο βετεράνων πολεμιστών, αλλά και όσων υπηρέτησαν στις Ενοπλες Δυνάμεις». Ευτυχώς, η χώρα μας είχε την αγαθή μοίρα να μην εμπλακεί σε πολέμους από την εποχή τουλάχιστον του Πολέμου της Κορέας. (Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση). Επομένως, δεν υπάρχουν αληθινοί βετεράνοι, ειδάλλως θα είχαν ξεσηκωθεί με το ξεχείλωμα που υφίσταται ο όρος.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, στο Ισραήλ ή ακόμη και στο Ηνωμένο Βασίλειο μπορούν να έχουν Ημέρα των Βετεράνων, επειδή εκεί έχουν βετεράνους. Εμείς, χωρίς βετεράνους, γιατί δηλαδή πρέπει να την αποκτήσουμε; Αν βέβαια οι ιθύνοντες επιμένουν στην ωραία ιδέα τους, ας της δώσουν τουλάχιστον ένα καταλληλότερο όνομα. Να την πουν Ημέρα του Συνταξιούχου! Γιατί όχι; Αποδίδει πλήρως την πραγματικότητα.