Σε δύο βασικούς άξονες, τον περιορισμό της μικρομεσαίας εγκληματικότητας με ταυτόχρονη καταπολέμηση της ατιμωρησίας και την επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας κινούνται οι αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που παρουσίασε το απόγευμα ο υπουργός Δικαιοσύνης, Γιώργος Φλωρίδης.
«Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου για την αντιμετώπιση της μικρομεσαίας εγκληματικότητας, που ταλανίζει σήμερα την ελληνική κοινωνία οξύνοντας την ανασφάλεια των πολιτών, προκρίνει ως σημείο κλειδί την έκτιση των ποινών», όπως τόνισε ο υπουργός γεγονός που σημαίνει ότι δράστες εγκλημάτων, που κρίνονται ένοχοι ακόμα και για πλημμελήματα δεν θα εξακολουθούν να κυκλοφορούν τιμωρημένοι αλλά ελεύθεροι, αλλά θα οδηγούνται στη φυλακή εκτίοντας ένα μέρος της ποινής που τους επιβλήθηκε ανεξάρτητα από την βαρύτητα του ποινικού αδικήματος που τους οδήγησε στο εδώλιο. Σύμφωνα με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης με τη δέσμη των προωθούμενων αλλαγών αντιμετωπίζεται κατά βάση το ποινικό έλλειμμα στη μη εκτέλεση των ποινών, «διότι ειδικά για τα μικρομεσαία αδικήματα, οι προβλεπόμενες ποινές μέχρι τριών ετών, κατά κανόνα δεν εκτίονται. Εξ αιτίας αυτής της κατάστασης, αναπτύσσεται και το κύριο μέρος του διαβρωτικού αισθήματος της ατιμωρησίας που κυριαρχεί σήμερα στην ελληνική κοινωνία»,.
Η φιλοσοφία του νομοσχεδίου που τίθεται άμεσα σε δημόσια διαβούλευση , όπως προκύπτει , έχει κανόνα την έκτιση των ποινών και εξαίρεση την αναστoλή τους. Οι ποινές θα εκτίονται είτε μερικά είτε συνολικά.
Αναφορικά με την επιτάχυνση της ποινικής δίκης, το νομοσχέδιο ανάμεσα σε άλλα προτείνει συγκεκριμένες δράσεις, όπως η παραπομπή απευθείας στο ακροατήριο του ποινικού δικαστηρίου από τον εισαγγελέα, σε αρκετές περιπτώσεις χωρίς ν’ απαιτείται βούλευμα, η αύξηση των μονομελών συνθέσεων των δικαστηρίων αντί τριμελών, η αξιοποίηση του θεσμού της ποινικής διαπραγμάτευσης και πριν την άσκηση δίωξης. Ταυτόχρονα, παρέχεται η δυνατότητα και στον εισαγγελέα να κοινοποιήσει πρόταση ποινικής μεταχείρισης προς τον διωκόμενο, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε ποινική διαπραγμάτευση.
Τέλος, ειδικό κεφάλαιο στην αναμόρφωση των κωδίκων καταλαμβάνει η καταπολέμηση της δικομανίας, η οποία χαρακτηρίζει την κοινωνία μας. Αποτελεί διαχρονική παθογένεια η σώρευση χιλιάδων υποθέσεων που είναι προφανώς και προδήλως αβάσιμες. Η χωρίς λόγο απασχόληση και ταλαιπωρία ελεγκτικών, δικαστικών αρχών και πολιτών θα συνεπάγεται κόστος για όποιον την προκαλεί αβασάνιστα και αυθαίρετα. Θα υφίσταται την επιβολή χρηματικής ποινής με όρους εξόδων δικαστικής δαπάνης.
Το νέο πλέγμα μέτρων, της συντόμευσης της προδικασίας της ποινικής δίκης, της καθιέρωσης ολιγομελών συνθέσεων των ποινικών δικαστηρίων, της ενίσχυσης του θεσμού της ποινικής διαπραγμάτευσης και της καταπολέμησης της δικομανίας, αποτελεί το βασικό συστατικό επιτάχυνσης της ποινικής διαδικασίας, που θα ενταχθεί αποδοτικά στη γενικότερη μεταρρύθμιση ταχείας απονομής του δικαίου στη χώρα μας. .
Συγκεκριμένα το νέο νομοθετικό εγχείρημα αφορά:
Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας:
Στο νομοσχέδιο προωθούνται διατάξεις που διασφαλίζουν:
-Την αποτελεσματικότερη εξυπηρέτηση τόσο της πρόληψης του εγκλήματος όσο και του σωφρονιστικού χαρακτήρα της ποινής μέσω της έκτισής της, προσφέροντας παράλληλα εναλλακτικούς τρόπους μετατροπής της σε κοινωφελή εργασία ή χρηματική ποινή.
-Ποινές φυλάκισης έως ένα έτος θα μπορούν να ανασταλούν, αν οι αμετάκλητες καταδίκες στο ποινικό μητρώο δεν υπερβαίνουν το ένα έτος.
-Ποινές φυλάκισης άνω του ενός έτους και μέχρι δύο έτη, θα εκτίονται πρωτίστως με εναλλακτικούς τρόπους έκτισης ήτοι μετατροπής σε χρηματική ποινή ή σε κοινωφελή εργασία. Για το λόγο αυτό έχει προβλεφθεί η σύσταση και η λειτουργία πλατφόρμας για την ένταξη άνω των χιλίων πεντακοσίων φορέων που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για τον θεσμό της κοινωφελούς εργασίας.
-Ποινές φυλάκισης μέχρι τρία έτη θα μπορούν να εκτιθούν μερικώς σε σωφρονιστικό κατάστημα (από 30 ημέρες μέχρι 6 μήνες) με αναστολή του υπολοίπου της ποινής.
-Ποινές φυλάκισης άνω των 3 ετών θα εκτίονται πραγματικά σε σωφρονιστικό κατάστημα.
-Τον εξορθολογισμό των ποινικών κυρώσεων, ειδικά σε σοβαρά εγκλήματα με μείζονες εθνικές και κοινωνικές προεκτάσεις.
-Αποκαθίσταται η δογματική βάση του ποινικού συστήματος ώστε όλα τα κακουργήματα, όπως και αυτά που έχουν οικονομικό αντικείμενο (απάτη, υπεξαίρεση, τοκογλυφία, απιστία), να διώκονται αυτεπάγγελτα.
-Η μέγιστη ποινή της πρόσκαιρης κάθειρξης αυξάνεται από τα 15 στα 20 έτη για όλα τα κακουργήματα.
-Ειδικά για τα αδικήματα επιδείνωσης της κλιματικής κρίσης αυστηροποιείται η ποινική κύρωση για την εξ αμελείας πρόκληση δασικής πυρκαγιάς (από πλαίσιο ποινής 1-5 σε πλαίσιο 3-5 έτη), προβλέπονται υψηλές χρηματικές ποινές μέχρι του ποσού των 200.000 ευρώ για όλες τις περιπτώσεις εμπρησμού δάσους, ενώ προστίθεται η υποχρέωση τους δικαστηρίου να επιβάλλει την άμεση εκτέλεση της ποινής σε σωφρονιστικό κατάστημα χωρίς δυνατότητα μετατροπής ή αναστολής, αλλά και η επιβολή δήμευσης περιουσιακών στοιχείων του καταδικασθέντος, ανάλογη με την προκληθείσα βλάβη, για εμπρησμό δάσους. Νομοθετείται το αξιόποινο των προπαρασκευαστικών πράξεων εμπρησμού δάσους (κατοχή εμπρηστικών υλών ή άλλων αντικειμένων που καταδεικνύουν προετοιμασία για διάπραξη δασικού εμπρησμού). Παράλληλα, τα κακουργήματα εμπρησμού δάσους, όπως και όλα τα κοινώς επικίνδυνα, αλλά και τα εγκλήματα κατά των συγκοινωνιών θα εισάγονται άμεσα προς εκδίκαση μετά την ανάκριση, χωρίς την τήρηση της ενδιάμεσης διαδικασίας των δικαστικών συμβουλίων.
-Στις περιπτώσεις της υπό όρους απόλυσης, το δικαστικό συμβούλιο οφείλει να εξετάζει ουσιαστικά κριτήρια που συνδέονται με τη βαρύτητα του εγκλήματος, τα ατομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά του καταδικασθέντος καθώς και την τρέχουσα στάση του απέναντι στο έγκλημα ή στα εγκλήματα που διέπραξε.
-Την απεμπλοκή των ποινικών υποθέσεων από άσκοπες δικονομικές ενέργειες με σκοπό την επιτάχυνση των διαδικασιών επεξεργασίας και εκδίκασης υποθέσεων και απονομής της ποινικής δικαιοσύνης. Η αρχειοθέτηση προδήλως αβάσιμων μηνύσεων θα γίνεται με συνοπτική αιτιολογία.
-Ο αριθμός των αναβολών στις ποινικές δίκες από κάθε αιτία περιορίζεται σε μία ανεξαρτήτως αριθμού διαδίκων.
-Την πρόβλεψη κυρώσεων για την προστασία της ποινικής δικαιοσύνης από εκείνους που, με καταχρηστική και παρελκυστική άσκηση των δικαιωμάτων τους, παρακωλύουν την ταχύτητα απονομής της. Αύξηση του ποσού των επιβλητέων εξόδων προς εκείνους που εκ δόλου υποβάλλουν αναληθείς ή ανακριβείς μηνύσεις. Πρόβλεψη παραβόλου 100 ευρώ για τα αμιγώς κατ’ έγκληση αδικήματα με ειδική πρόβλεψη εξαίρεσης από την υποχρέωση για οικονομικά ασθενείς και ειδικές κατηγορίες παθόντων (π.χ θύματα ρατσιστικής βίας).
-Την ενίσχυση της αρμοδιότητας ολιγομελών δικαστικών συνθέσεων και την περιστολή της ενδιάμεσης διαδικασίας των δικαστικών συμβουλίων, με σκοπό την αποδέσμευση αριθμού δικαστών από πολυμελείς συνθέσεις και αποτέλεσμα την επιτάχυνση της ποινικής δίκης μέσω της παράλληλης διεξαγωγής περισσότερων δικών.
-Όλα τα πλημμελήματα θα δικάζονται από το μονομελές πλημμελειοδικείο πλην εκείνων που αφορούν τα υπηρεσιακά εγκλήματα (παράβαση καθήκοντος κλπ) και την ανθρωποκτονία εξ αμελείας, τα οποία θα δικάζονται από τριμελείς συνθέσεις.
-Ενισχύεται η αρμοδιότητα του Μονομελούς Εφετείου. Καταργείται το πολυπρόσωπο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων του οποίου την αρμοδιότητα (εκδίκαση κατ’ έφεση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων) θα ασκεί Τριμελές Εφετείο στο οποίο θα προεδρεύει Πρόεδρος Εφετών αρχαιότερος από τον πρωτοδίκως δικάσαντα και θα παρίσταται Εισαγγελέας Εφετών.
-Τη διευκόλυνση των προϋποθέσεων υπαγωγής των υποθέσεων σε εξωδικαστικούς θεσμούς, όπως της ποινικής διαπραγμάτευσης. Πλέον ο κατηγορούμενος, παραδεχόμενος την ενοχή του, θα μπορεί να αιτηθεί την υπαγωγή σε ποινική διαπραγμάτευση από το στάδιο της προδικασίας, θα του παρέχεται η δυνατότητα υποβολής αιτήματος σε προθεσμία μετά την επίδοση του εισαγωγικού της δίκης εγγράφου και, κυρίως, θα μπορεί ο εισαγγελέας, αν κρίνει πως η υπόθεση μπορεί να υπαχθεί σε διαπραγμάτευση, να καλεί προς τούτο τον κατηγορούμενο. Αλλαγές έρχονται και σε υποθέσεις ενοδοικογενειακής βίας . Για την αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων, που όλο και πιο συχνά αποτελούν μέρος της καθημερινότητας πολλών οικογενειών προβλέπεται η δημιουργία κατάλληλου υποστηρικτικού περιβάλλοντος για τα θύματα με την ενίσχυση των δημοσίων και ιδιωτικών δομών που τους παρέχουν οικονομική και ψυχολογική στήριξη.
Παράλληλα , στο προστατευτικό πλαίσιο της ενδοοικογενειακής βίας συμπεριλαμβάνεται, κάθε μορφής βίας ή απειλής σε βάρος προσώπου που δέχεται τις υπηρεσίες φορέα παροχής κοινωνικής μέριμνας στον οποίο ο δράστης εργάζεται. Επιπλέον, περιλαμβάνεται η θέσπιση ειδικής υποχρέωσης καταγγελίας για τους επαγγελματίες που αντιλαμβάνονται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Οι επαγγελματίες που θα αναφέρουν τέτοια περιστατικά (δάσκαλοι, καθηγητές, γιατροί, νοσηλευτές, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι κλπ), θα προστατεύονται απόλυτα από τις σε βάρος τους κακόβουλες μηνύσεις, αναφορές και πειθαρχικές διώξεις.
Τέλος θεσμοθετείται ο εμπλουτισμός δικονομικών μέσων καταναγκασμού που χρησιμοποιούν οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές για την προστασία του θύματος και την πρόληψη υποτροπής του δράστη.