Στη συλλογιστική του υπουργείου για το νομοσχέδιο για την πάταξη της φοροδιαφυγής υπάρχει ένα πρόβλημα. Σε μια κοινωνία που έχει διαμορφώσει τις δικές της αξίες, αυτό έρχεται και τις ισοπεδώνει. Ισχυρίζεται ότι ο γιατρός και ο δικηγόρος έχουν το ίδιο εισόδημα κατ’ ελάχιστο με τον υδραυλικό, τον ηλεκτρολόγο και τον οδηγό ταξί. Δύσκολο να βρουν άλλο κοινό μεταξύ τους. Ολοι αυτοί και πολλοί άλλοι, από παντελώς διαφορετικούς χώρους, άλλο ενδεχομένως επίπεδο ζωής και μόρφωσης, θα φορολογηθούν σαν να είναι ένα πράγμα, με 10.920 ευρώ ετήσιο εισόδημα. Είναι περίεργο όπως και να το σκεφτεί κάποιος. Κάπου χάνεται η αίσθηση δικαίου, αν την είχαμε βρει ποτέ. Το πιο καλό επιχείρημα σε αυτή την κατεύθυνση το άκουσα από τον βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Παύλο Γερουλάνο. Φορολογούν, είπε, το εισόδημα που φαντάζονται (η κυβέρνηση) ότι υπάρχει, αλλά δεν ξέρουν ότι υπάρχει. Και αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια. Σίγουρα δεν περιμένει κανείς ότι θα το συναντήσει σε έναν χώρο, όπως η φορολογία.
Κι όμως, στη χωρία του φαντασιακού δεν ετοιμάζονται να εισέλθουν τώρα με το νομοσχέδιο της σημερινής κυβέρνησης. Βρίσκονταν επί δεκαετίες όλοι οι κλάδοι που τώρα λέμε ότι είναι φοροφυγάδες. Αυτοί υποκρίνονταν ότι πληρώνουν φόρους (κάποιοι έλεγαν αστειότητες ότι πληρώνουν τον παρακρατούμενο ΦΠΑ) και διαδοχικές κυβερνήσεις όχι απλά το δέχονταν, αλλά τους επιβράβευαν με συνεχείς αυξήσεις των επιδομάτων. Εδιναν οι κυβερνήσεις χρήματα, δικά μας των φορολογουμένων, ή παροχές με εισοδηματικά κριτήρια και πάντα ξεκινούσαν από αυτούς. Επίδομα στέγασης, πρώτα αυτοί. Κάθε είδους pass… επίσης σε αυτούς. Επίδομα τέκνων, στην υψηλότερη κλίμακα. Προτεραιότητα για τα παιδιά τους στους κρατικούς παιδικούς σταθμούς. Πάνω από 6.000 ελεύθεροι επαγγελματίες ήταν δικαιούχοι του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος που το κράτος παρέχει στους πιο φτωχούς συμπολίτες μας. Μην ξεχνάμε ότι η συντριπτική πλειονότητα ήταν στους δικαιούχους και της (μη) επιστρεπτέας προκαταβολής, της μεγαλύτερης κοινωνικής μεταβίβασης που δόθηκε σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα την περίοδο της πανδημίας, από καταβολής τους ελληνικού κράτους.
Ολα αυτά τα απολάμβαναν με το εισόδημα που το κράτος δεν ήταν σίγουρο ότι είχαν, αλλά επειδή δεν μπορούσε να αποδείξει το αντίθετο (ότι δεν το είχαν), δέχονταν ως σωστή τη δήλωσή τους. Το ίδιο χαμηλό για όλους. Και γιατί να είναι διαφορετικά, αφού μπορούσαν να το κάνουν. Και φόρους δεν πλήρωναν και τα επιδόματα έρρεαν.
Στην περίπτωσή τους, η αποτυχία ενός ολόκληρου κράτους προσωποποιημένη. Και προφανώς τα λάθη συνεχίζονται. Δύσκολα μπορεί να πει κανείς ότι βρέθηκε και με το νέο νομοσχέδιο η λύση στο πρόβλημα της φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών. Απλά θα πληρώνουν κάτι και θα στηθεί μια νέα γενιά λογιστικών «εξυπηρετήσεων» με συσσώρευση εισοδημάτων κοντά στο τεκμήριο. Η μεγαλύτερη ζημιά για αυτούς δεν θα είναι τελικά οι παραπάνω φόροι, θα είναι η απώλεια όλων των κρατικών παροχών. Αυτή θα είναι βέβαια και η πιο μεγάλη αδικία για όσους έχουν πραγματικά μειωμένο εισόδημα. Αλλά για αυτούς είπαμε ότι πρέπει να είναι ανοιχτή, γρήγορη και διάφανη η δυνατότητα αμφισβήτησης του φόρου που θα τους έχουν βάλει οι φορολογικές αρχές.