Γιορτάζει φέτος τα 150 χρόνια από τη στιγμή που έγινε για δεύτερη φορά στην ιστορία της «φανερή», από τότε δηλαδή που η αρχαιολογική σκαπάνη άρχισε να φέρνει και πάλι κάτω από το λαμπερό φως του Αιγαίου ναούς και αγορές, πολυτελείς κατοικίες και μικρότερα ιερά – πολύτιμα ίχνη του ρόλου της ως του μεγαλύτερου πανελλήνιου ιερού του αρχαίου ελληνικού κόσμου, αλλά και της εξέλιξής της ως κορυφαίας παγκόσμιας αγοράς. Και μπορεί η Δήλος – ο βράχος που έγινε φανερός όταν ο Ποσειδώνας τον στερέωσε με κρυστάλλινες κολόνες στον βυθό για να βρει τόπο να γεννήσει η Λητώ τους καρπούς του Διός, Απόλλωνα και Αρτεμη – να γιορτάζει το γεγονός με δύο εκθέσεις (μία στη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή που ολοκληρώθηκε πρόσφατα και μία που θα εγκαινιαστεί προσεχώς στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μυκόνου), ωστόσο ο κώδων που κρούεται δεν έχει εορταστικό ρυθμό. Κάθε άλλο μάλιστα.
Κτίρια που πριν από μερικά χρόνια βρίσκονταν στη στεριά, σήμερα πλέον έχουν «καταληφθεί» από τη θάλασσα. Ειδικές πλατφόρμες έχουν επιστρατευθεί για την τοποθέτηση αρχιτεκτονικών μελών ώστε να μη βυθιστούν στη λάσπη. Και τα πιο χαμηλής στάθμης σημεία του νησιού, κοντά στην ακτή, μετατρέπονται σε λίμνη έπειτα από μια δυνατή νεροποντή. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι βάσει πρόσφατης μελέτης της Ακαδημίας Αθηνών βρίσκεται στη 14η θέση επί 244 κηρυγμένων στη Μεσόγειο ως μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO που βρίσκονται σε κίνδυνο λόγω της κλιματικής αλλαγής, των σεισμών και των ακραίων καιρικών φαινομένων.
«Μια Κάντιλακ που θα δουλεύει για τη Δήλο»
Η εικόνα αυτή που ταλανίζει τη γενέτειρα των δύο θεών είναι και ο λόγος που ετοιμάζεται να λάβει ένα ακόμη δώρο: ένα ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στο περιβάλλον και στα μνημεία της, που θα πραγματοποιηθεί από το Κέντρο Ερεύνης Φυσικής της Ατμόσφαιρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών με την υποστήριξη της Πρωτοβουλίας ’21 και πολλών ιδιωτικών φορέων, σε συνεργασία με ερευνητές από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και αρχαιολόγους.
«Μια Κάντιλακ που θα δουλεύει για τη Δήλο» χαρακτήρισε το πρόγραμμα που αναμένεται να ξεκινήσει στις αρχές του 2024 ο γενικός γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών και εθνικός εκπρόσωπος για την κλιματική αλλαγή Χρήστος Ζερεφός.
Στο πλαίσιο αυτό, η εμβληματική, όπως χαρακτηρίστηκε, πρωτοβουλία, που θα ολοκληρωθεί σε 24 μήνες από την έναρξή της (υπολογίζεται στο τέλος του 2025), θα απασχολήσει 16 επιστήμονες και θα κινηθεί σε πέντε πεδία: θα προχωρήσει σε κλιματολογική ανάλυση, σε ατμοσφαιρικές και θαλάσσιες μετρήσεις, σε τεκμηρίωση και αναγνώριση γεωδυναμικών κινδύνων, σε ανάπτυξη υπολογιστικών εφαρμογών και μοντέλων και τέλος στη διαχείριση και διάχυσή τους.
Στόχος μεταξύ άλλων είναι ο προσδιορισμός τρωτότητας και κινδύνου λαμβάνοντας υπόψη τόσο τους δείκτες κλιματικής επικινδυνότητας, όσο και τις ειδικές ιδιότητες των μνημείων και του τοπίου, όπως επί παραδείγματι η ακτογραμμή της Δήλου, ώστε να διαμορφωθεί ένα σχέδιο διαχείρισης και λύσεων.
Για τις ανάγκες του προγράμματος δε, στην έδρα του ΚΕΦΑΚ – το διαμέρισμα του ακαδημαϊκού Γεώργιου Αθανασιάδη Νόβα, επί της Βασιλίσσης Σοφίας – θα εγκατασταθεί ένας υπερυπολογιστής που θα ενσωματώνει τα δεδομένα που θα λαμβάνει σε πραγματικό χρόνο από τον αυτοματοποιημένο μετεωρολογικό σταθμό που τα τοποθετηθεί στη Δήλο και θα τα εντάσσει σε ειδική διαδικτυακή πλατφόρμα.
Παράλληλα στο λιμάνι του νησιού θα εγκατασταθεί παλιρροιογραφικός σταθμός για τη μακροπρόθεσμη παρακολούθηση της στάθμης της θάλασσας και του ύψους των κυμάτων.
Εργαλείο πρόληψης και διαχείρισης των κινδύνων
Μπορεί να λύσει τα προβλήματα που έχουν εδώ και χρόνια εμφανιστεί στη Δήλο από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής; «Πρόκειται για ένα πολύτιμο εργαλείο που έρχεται να προστεθεί ήδη σε όσα έχουμε εγκαταστήσει στη Δήλο, τα οποία όμως δεν είναι τόσο εξειδικευμένα και αφορούν μετρήσεις θερμοκρασίας, ταχύτητας του ανέμου, των μικροσωματιδίων του αέρα κ.λπ. Πολλά από όσα θα μάθουμε μέσω του προγράμματος τα γνωρίζουμε εμπειρικά. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι τα μνημεία διαβρώνονται από αλατονέφωση. Αρκεί να δείτε πόσο περισσότερο φθαρμένοι είναι οι Ναξιακοί Λέοντες, οι οποίοι έχουν μεταφερθεί στο μουσείο πριν από δύο και πλέον δεκαετίες, συγκριτικά με έναν εξ αυτών που εκλάπη από τους Βενετούς και βρίσκεται στο Αρσενάλε της πόλης. Δεν γνωρίζουμε όμως την ακριβή σύσταση της αλατονέφωσης. Με τα νέα δεδομένα οι συντηρητές μας θα είναι σε θέση να φροντίσουν καλύτερα τα μνημεία. Θα έχουμε στα χέρια μας ένα εργαλείο πρόληψης και διαχείρισης κινδύνων», εξηγεί στα «ΝΕΑ» στο περιθώριο της επίσημης παρουσίασης ο διευθυντής της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων Δημήτρης Αθανασούλης.
Εγκατάσταση δύο πρότυπων σεισμολογικών σταθμών
Αν και η Δήλος βρίσκεται στη χαμηλότερη ζώνη κινδύνου από σεισμό, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο διευθυντής Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Νίκος Μελής, προβλέπεται στο νέο πρόγραμμα η εγκατάσταση δύο πρότυπων σεισμολογικών σταθμών για την καταγραφή σεισμών, γεγονός που θεωρείται εξέχουσας σημασίας για δύο λόγους: πρώτον διότι ως τώρα δεν υπάρχουν ενόργανες μετρήσεις για την περιοχή και δεύτερον διότι θα δημιουργηθεί μια παρακαταθήκη, ένα εργαλείο, της σεισμικής εδαφικής κίνησης του νησιού.
«Είναι πολύ σημαντικό να μπορούμε να σχεδιάζουμε την προστασία των μνημείων μας όχι βάσει των σεισμών της Ιαπωνίας, αλλά της Ελλάδας, βάσει δηλαδή πραγματικών δεδομένων», προσέθεσε ο κ. Μελής και έφερε ως παράδειγμα τους 11 σεισμογράφους που έχουν ήδη τοποθετηθεί στους κίονες του Παρθενώνα από το 2008. Τα αποτελέσματά τους – ακόμη κι αν αφορούν σεισμούς της τάξης των 4,5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που γίνονται ακόμη και 150 χλμ. μακριά από την Αθήνα – συμβάλλουν σημαντικά στις εκτιμήσεις των αναστηλωτικών εργασιών.
Τέλος, τονίζεται ότι το έργο περιλαμβάνει και την παρακολούθηση της εξέλιξης της τρωτότητας και των κινδύνων που απειλούν τη Δήλο στις προσεχείς επτά δεκαετίες.
Τα ελληνικά μουσεία απέναντι στην κλιματική κρίση
Η κλιματική αλλαγή ωστόσο δεν πλήττει μόνο μνημεία που είναι εκτεθειμένα, αλλά προβληματίζει έντονα και τα μουσεία. Πέρυσι, την ίδια περίοδο, λόγω και της ενεργειακής κρίσης «ΤΑ ΝΕΑ» διερεύνησαν κατά πόσο οι μουσειακοί οργανισμοί είχαν ξεκινήσει λιγότερο ή περισσότερο να επιχειρούν να μειώσουν το κόστος των λογαριασμών τους, αλλά και το ενεργειακό τους αποτύπωμα. Εναν χρόνο αργότερα απευθυνθήκαμε ξανά σε έξι μεγάλα μουσεία της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης σχετικά με τις κινήσεις που σχεδιάζουν σχετικά με την κλιματική αλλαγή. Η Εθνική Πινακοθήκη και το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης μας ενημέρωσαν ότι θα ανακοινώσουν προσεχώς τον σχεδιασμό και τις δράσεις τους επί του θέματος.
Νικόλαος Σταμπολίδης, γενικός διευθυντής Μουσείου Ακρόπολης
Στο Μουσείο Ακρόπολης, ο κλιματισμός και ο φωτισμός ελέγχονται επί 24ώρου βάσεως με βασικό μέλημα την ελαχιστοποίηση της κατανάλωσης ενέργειας. Εχουμε επιλέξει να έχουμε σταθερή θερμοκρασία στους εκθεσιακούς χώρους και αποφεύγουμε τις αυξομειώσεις εάν δεν υπάρχει σοβαρός λόγος. Επίσης, ο φωτισμός προσαρμόζεται ανάλογα με τη φωτεινότητα του ήλιου, ενώ σε χώρους που δεν χρησιμοποιούν οι επισκέπτες υπάρχει σε λειτουργία μόνο επαρκής φωτισμός για λόγους ασφαλείας. Επιπρόσθετα, το εκπαιδευμένο προσωπικό του Μουσείου πραγματοποιεί προληπτικούς τακτικούς ελέγχους και συντηρήσεις στο κεντρικό σύστημα θέρμανσης/ψύξης, στα δίκτυα ύδρευσης, άρδευσης και αποχετεύσεων (ομβρίων και λυμάτων), ώστε να εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη λειτουργία τους και να αποφεύγονται διαρροές και προβλήματα. Τέλος, βάσει της τελευταίας νομοθεσίας, το Μουσείο έχει ορίσει υπεύθυνο Ενεργειακών Υποδομών/Εγκαταστάσεων, αρμόδιο για την εποπτεία των ενεργειακών καταναλώσεων του κτιρίου, καθώς και για την καλύτερη δυνατή εξοικονόμηση ενέργειας και πόρων.
Το Μουσείο έχει επίσης εγκαταστήσει στους εξωτερικούς του χώρους κάδους απορριμμάτων για την ανακύκλωση συσκευασιών, τόσο για τους επισκέπτες όσο και για το προσωπικό του.
Λαμβάνοντας υπόψη την υψηλή επισκεψιμότητα του Μουσείου, γίνεται συνειδητή προσπάθεια να μειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο η κατανάλωση χαρτιού. Το Μουσείο προωθεί την ηλεκτρονική έκδοση εισιτηρίων, ενώ προχώρησε στην πρωτοβουλία να πιστοποιήσει κατά FSC ® την έντυπη έκδοση του επίσημου αρχαιολογικού οδηγού. Γίνεται επίσης συστηματική προσπάθεια μείωσης της κατανάλωσης στα γραφεία και τους άλλους χώρους εργασίας του Μουσείου με κλείσιμο συσκευών και φωτιστικών όταν δεν χρησιμοποιούνται.
Αννα – Βασιλική Καραπαναγιώτου, γενική διευθύντρια Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου
Μας απασχολεί έντονα το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής εξού και έχουμε αναλάβει μια σειρά πρωτοβουλιών μεταξύ των οποίων είναι η προσπάθεια εξοικονόμησης ενέργειας. Για τον σκοπό αυτό το Μουσείο χρησιμοποιεί φυσικό αέριο και προγραμματίζει την εγκατάσταση συστήματος αντιστάθμισης, αντικαθιστά τα ενεργοβόρα παλαιάς τεχνολογίας κλιματιστικά και τους λαμπτήρες εσωτερικά και εξωτερικά του κτιρίου με νέους led. Παρακολουθούμε παράλληλα την ενεργειακή μας κατανάλωση και ελέγχουμε ώστε να μη μένουν σε λειτουργία υπολογιστές και φωτιστικά τις ώρες που δεν τα χρησιμοποιούν οι συνάδελφοι, ενώ προχωρήσαμε και σε συνολική μόνωση στα δώματα με παράλληλη εξυγίανση στο εσωτερικό των οροφών.
Γιώργης Μαγγίνης, επιστημονικός διευθυντής Μουσείου Μπενάκη
Η δραστηριοποίηση των μουσείων απέναντι σε περιβαλλοντικές προκλήσεις μπορεί να επιτελεσθεί διττά. Μία στρατηγική αποτελεί η επιμόρφωση του κοινού, δηλαδή εκθέσεις ή εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες που αποκαλύπτουν τις αιτίες και συστήνουν τρόπους αντιμετώπισης. Θα ήθελα να αναφέρω ενδεικτικά την πρόσφατη ομιλία του καθηγητή Γιάννη Τσίρου, διευθυντή του Εργαστηρίου Μετεωρολογίας στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Μουσείο Μπενάκη / Πειραιώς 138 με τίτλο «Κλίμα και βιοκλίμα στο σύγχρονο αστικό τοπίο και περιβάλλον» που διοργανώθηκε με αφορμή του έργο «Η θερμοκρασία ανά ώρα το 1968 στην Αθήνα» το οποίο εκτέθηκε στο πρώτο μέρος της έκθεσης «Γιώργος Χατζημιχάλης. Εργα από το 1966 έως το 2022». Θυμίζω επίσης τη θεματική ενότητα «Πράσινο Μουσείο» κατά τη 10η έκδοση του ετήσιου συνεδρίου Co-Museum το 2020. Μία δεύτερη στρατηγική είναι η αναπροσαρμογή της λειτουργίας των μουσείων καθαυτής ώστε αυτή να συνεισφέρει στην προσπάθεια μείωσης του ενεργειακού αποτυπώματός τους, π.χ. με τη χρήση νέας τεχνολογίας λαμπτήρων χαμηλότερης ενεργειακής κατανάλωσης ή με την αλλαγή των ωραρίων επίσκεψης ώστε να μην επιβαρύνονται τόσο το ενεργειακό δίκτυο όσο και η κυκλοφορία των ανθρώπων μέσα στην πόλη – και τα δύο βήματα αυτά έχουν γίνει εδώ και χρόνια από το Μουσείο Μπενάκη.
Επαμεινώνδας Χριστοφιλόπουλος – πρόεδρος MOMus – Μητροπολιτικoύ Οργανισμoύ Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης
Η βιομηχανία της τέχνης έχει σημαντικό αρνητικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα το οποίο σε μεγάλο βαθμό σχετίζεται με την ίδια τη φύση του κλάδου. Για παράδειγμα, τα μουσεία έχουν συνήθως σημαντικές απαιτήσεις σε ενέργεια, απαιτήσεις που σχετίζονται με τις ειδικές προδιαγραφές σταθερής μέτρησης θερμοκρασίας και υγρασίας στους χώρους που εκτίθενται ή αποθηκεύονται έργα τέχνης ή στο γεγονός ότι το μεγαλύτερο κομμάτι των μεταφορών γίνεται οδικώς ή αεροπορικώς εις βάρος άλλων περιβαλλοντικά φιλικότερων μέσων. Σε αυτήν την κατεύθυνση, της μείωσης του ενεργειακού αποτυπώματος μας στο MOMus, έχουμε θέσει αρχικά κάποιους στρατηγικούς άξονες και ολοκληρώνουμε ή υλοποιούμε δράσεις μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας με κυριότερη την τοποθέτηση αντλιών θερμότητας στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης που φιλοξενεί την συλλογή Κωστάκη. Είναι αυτό αρκετό; Οχι! Ο ρόλος ενός μουσείου, ενός οργανισμού στην περίπτωση του MOMus, είναι ευρύτερος και περιλαμβάνει την εκπαίδευση, την ανάδειξη θετικών συμπεριφορών και αξιών και ουσιαστικά την αλλαγή νοοτροπίας.
Η πολιτική βιωσιμότητας που επεξεργαζόμαστε, με την υποστήριξη του υπουργείου Πολιτισμού, αναπτύσσεται στους ακόλουθους πέντε άξονες: Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή: Ο σχεδιασμός των δράσεων και η λειτουργία των μουσείων του MOMus θα ελέγχεται σε σχέση με πιθανές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, προσαρμόζοντας κατάλληλα τις εγκαταστάσεις και τις πρακτικές μας. Εκπαίδευση και ενημέρωση: Το MOMus θα παρέχει πληροφορίες και εκπαίδευση σχετικά με την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις της στον πλανήτη μέσω εκθέσεων, εργαστηρίων και άλλων εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων. Βιώσιμες πρακτικές: Το MOMus θα λειτουργεί με βιώσιμο τρόπο, μειώνοντας τον άνθρακα και την κατανάλωση ενέργειας, ανακυκλώνοντας και επαναχρησιμοποιώντας υλικά όπου είναι δυνατόν και χρησιμοποιώντας βιώσιμα υλικά και προϊόντα. Συμμετοχή της κοινότητας: Το MOMus θα ενθαρρύνει τη συμμετοχή της κοινότητας, προσφέροντας ευκαιρίες για εθελοντισμό, εκπαίδευση και συμμετοχή σε προγράμματα που σχετίζονται με την κλιματική κρίση. Εταιρικές σχέσεις: Το MOMus θα συνεργάζεται με άλλους οργανισμούς, ερευνητικά ιδρύματα και εταιρείες για να προωθήσει την κατανόηση και τη δράση για την κλιματική αλλαγή.