Οι διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα με στόχο να βρεθεί μια «κοινά αποδεκτή λύση» για τα Γλυπτά του Παρθενώνα δεν έχουν διακοπεί, δήλωσε χθες στα «ΝΕΑ» ο εκπρόσωπος της διοίκησης του Βρετανικού Μουσείου, στον απόηχο του διπλωματικού επεισοδίου που προκάλεσε η απόφαση του βρετανού πρωθυπουργού Ρίσι Σούνακ να ματαιώσει στο παρά πέντε τη συνάντησή του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο Λονδίνο.
«Η θέση του Μουσείου παραμένει αμετάβλητη. Οι συζητήσεις με την Ελλάδα σχετικά με μια ‘σύμπραξη για τον Παρθενώνα’ συνεχίζονται και είναι εποικοδομητικές», τόνισε ο εκπρόσωπος του λονδρέζικου ιδρύματος, αναφερόμενος στις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται από τον Νοέμβριο του 2021 μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του προέδρου του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Οσμπορν.
Σύμφωνα με πηγές του Μουσείου, το οποίο εδρεύει στο Μπλούμσμπερι του Κεντρικού Λονδίνου, η διπλωματική και επικοινωνιακή «κόντρα» που ξέσπασε σε ανώτατο επίπεδο μεταξύ Ελλάδας και Βρετανίας δεν πρόκειται να επηρεάσει την εξέλιξη των συζητήσεων. Μάλιστα, οι πηγές αυτές εξέφραζαν χθες το βράδυ την «ελπίδα» μια συμφωνία μεταξύ Λονδίνου – Αθήνας να κλειστεί «στο προσεχές μέλλον», αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο Οσμπορν θα εξακολουθήσει να αναζητά λύση με τον Μητσοτάκη.
«Πιστεύουμε ότι μια μακροχρόνια συνεργασία αυτού του είδους θα επιτύχει τη σωστή ισορροπία έτσι ώστε αφενός να μοιραζόμαστε τα σπουδαιότερα αντικείμενά μας με κοινά σε όλο τον κόσμο και αφετέρου να διαφυλάξουμε την ακεραιότητα της μοναδικής συλλογής που διαθέτουμε στο Μουσείο», πρόσθεσε ο εκπρόσωπος του Μουσείου, αναφερόμενος, εμμέσως, σε «λύση» δανεισμού των Γλυπτών.
Στην εξίσωση έχει, πλέον, προστεθεί δυναμικά και ο ηγέτης της βρετανικής αξιωματικής αντιπολίτευσης σερ Κιρ Στάρμερ, ο οποίος προχθές το απόγευμα συναντήθηκε με τον Μητσοτάκη. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο αρχηγός του Εργατικού Κόμματος – και πρωθυπουργός εν αναμονή – διαβεβαίωσε τον συνομιλητή του ότι εάν, όπως όλα δείχνουν, γίνει πρωθυπουργός, είναι πρόθυμος «να αναζητήσει δρόμους» που θα οδηγήσουν στην επανένωση των αριστουργημάτων της κλασικής αρχαιότητας, οι οποίοι δεν θα περνούν, κατ’ ανάγκη, μέσα από την ατραπό της αλλαγής της βρετανικής νομοθεσίας.
Ο έλληνας Πρωθυπουργός και η κυβερνητική αποστολή που τον συνόδευε προσγειώθηκαν χθες στην Ελευσίνα τέσσερις ώρες νωρίτερα από το προγραμματισμένο, εφόσον το ραντεβού με τον Σούνακ δεν έγινε και η συνάντηση με τον αναπληρωτή πρωθυπουργό της Βρετανίας Ολιβερ Ντάουντεν που αντιπρότεινε το Λονδίνο απορρίφθηκε. «ΤΑ ΝΕΑ» είδαν έναν εμφανώς εκνευρισμένο Μητσοτάκη το βράδυ της Δευτέρας, λίγα λεπτά μετά την επιβεβαίωση της ματαίωσης της συνάντησης.
Χθες το μεσημέρι, ο εκπρόσωπος του Σούνακ κατηγόρησε τον έλληνα Πρωθυπουργό ότι «αθέτησε» την «υπόσχεση» που είχε δώσει ότι δεν θα μετέτρεπε την επίσκεψή του σε «δημόσια πλατφόρμα» για να ζητήσει την επιστροφή των Γλυπτών. Η Αθήνα διαψεύδει κατηγορηματικά ότι είχε δοθεί τέτοια υπόσχεση. Σε επιστολή που απέστειλε το Φόρεϊν Οφις προς το διπλωματικό γραφείο του Μητσοτάκη αναφέρεται ότι «ο χρόνος και το ύφος» της συνέντευξης Μητσοτάκη στο BBC ήταν «ιδιαιτέρως εξοργιστικά».
Κύκλοι των Συντηρητικών υποστήριξαν ότι ο Σούνακ ενοχλήθηκε από το γεγονός ότι ο έλληνας Πρωθυπουργός συναντήθηκε με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης – μολονότι το ραντεβού αυτό ήταν από καιρό γνωστό στην Ντάουνινγκ Στριτ. Παράλληλα, αποκάλεσαν τον Στάρμερ «επιπόλαιο» διότι φέρεται να υποστηρίζει τη σύναψη συμφωνίας για τα Γλυπτά. Εκπρόσωπος του Εργατικού Κόμματος χαρακτήρισε «αξιοθρήνητη» τη στάση του Σούνακ. «Το γεγονός ότι τσακώνεται με έναν σύμμαχό μας στο ΝΑΤΟ για χάρη ενός πρωτοσέλιδου δείχνει πόσο αδύναμος είναι».
Συνάντηση Γεραπετρίτη με Κάμερον
Σε ό,τι αφορά το μέλλον των ελληνοβρετανικών σχέσεων στον απόηχο του διπλωματικού επεισοδίου, το Μέγαρο Μαξίμου τόνισε ότι «η σχέση μας με τη Βρετανία δεν επηρεάζεται».
Χθες, στο περιθώριο της συνόδου υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ, ο Γιώργος Γεραπετρίτης συναντήθηκε με τον βρετανό ομόλογό του (και πρώην πρωθυπουργό) Ντέιβιντ Κάμερον, κατόπιν αιτήματος του τελευταίου.
Ο έλληνας ΥΠΕΞ τού επεσήμανε τη «διαφωνία αρχής» που υφίσταται ως προς το ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών. Ωστόσο, οι δύο υπουργοί συμφώνησαν ότι υπάρχει ανάγκη συνεργασίας για τη διαφύλαξη των διμερών σχέσεων.