Για αιώνες τα ισχυρά ωκεάνια ρεύματα και τα «ύπουλα» βράχια του, είχαν μετατρέψει τη περιοχή σε νεκροταφείο διερχόμενων πλοίων. Τα τελευταία 1.000 χρόνια, τουλάχιστον 700 πλοία είναι γνωστό ότι έχουν βυθιστεί σε αυτούς τους υφάλους.
Η βραχονησίδα Hamneskär, μόλις 8 χλμ από τη δυτική ακτή της Σουηδίας, που για εκατοντάδες χρόνια έτρεμαν οι ναυτικοί, έχει διαστάσεις κάτι παραπάνω από ένα γήπεδο ποδοσφαίρου. Το πιο παλιό ίσως κτήριο που υπήρχε από τα τέλη του 19ου αιώνα ήταν ο φάρος Pater Noster ύψους 36 μέτρων.
Το όνομα του φάρου προέρχεται από τη θέση του σε μια αλυσίδα νησιών που μοιάζουν με χάντρες σε ένα κομποσκοίνι ή, όπως λένε μερικοί, η προσευχή που εκφωνείται από τρομαγμένους ναυτικούς που περνούν από αυτά τα μέρη. Από την κορυφή του φάρου εξακολουθούν να είναι ορατά ναυάγια ανάμεσα στα 200 νησιά.
Ωστόσο, αυτό το κάποτε αφιλόξενο και θανάσιμο μέρος, που απέχει μόλις μια ώρα περίπου από το Γκέτεμποργκ, έχει μετατραπεί σε ξενοδοχείο που κάνει θραύση στους τουριστικούς προορισμούς
Η δημοσιογράφος του BBC Laura Hall εξερεύνησε το ξενοδοχείο Pater Noster –από τον ομώνυμο φάρο- το οποίο διαθέτει μόλις εννιά δωμάτια, συνολικής χωρητικότητας 24 ατόμων.
«Σε 30 χρόνια, το 95% του παγκόσμιου πληθυσμού θα ζει σε μεγάλες πόλεις», δήλωσε ο Έρικ Νίσεν Γιόχανσεν, σχεδιαστής και ιδρυτής του διεθνούς φήμης πρακτορείου σχεδιασμού φιλοξενίας Stylt Trampoli του Γκέτεμποργκ και συνιδρυτής του ξενοδοχείου. «Αν θέλετε διακοπές που έχουν νόημα, χρειάζεστε μια αντίθεση με την καθημερινότητά σας».
Στην πραγματικότητα ο ιδρυτής του ξενοδοχείο εκμεταλλεύτηκε με σεβασμό τα κτήρια που ήδη υπήρχαν, μια σειρά από ξύλινα κτίρια του 19ου αιώνα, βαμμένα με κόκκινο χρώμα στο κέντρο του νησιού.
Τα τρία μικρά σπίτια κάποτε ήταν το σπίτι για τους φαροφύλακες και τις οικογένειές τους. Υπάρχει επίσης ένα υπόστεγο, το οποίο μετατράπηκε σε τραπεζαρία και κουζίνα, και ένας παλιός χώρος αποθήκευσης τροφίμων με τοίχους πάχους μέτρων που τώρα λειτουργεί ως μια υπέροχη κάβα.
Στο ξενοδοχείο υπάρχει μια σάουνα που σιγοβράζει απαλά στην κορυφή των βράχων, δύο υδρομασάζ στέκονται στον γκρεμό και ένα στενό μονοπάτι οδηγεί σε έναν… λαχανόκηπο.
Ο δε φάρος ακόμα λειτουργεί για τα ιστιοφόρα και τα δεξαμενόπλοια που διασχίζουν τον ορίζοντα, αλλά, στην πραγματικότητα έχει παροπλιστεί επίσημα ήδη από το 1977.
«Η διαμονή εδώ είναι κάτι πολύ αξιοσημείωτο. Είναι ένα μικροσκοπικό νησί, αλλά έχει τόσα πολλά» αναφέρει η Laura Hall. «Η ξενάγησή μου στο νησί -που έγινε σε όλους τους επισκέπτες- με πήγε πέρα από τη σύγχρονη σάουνα και κατά μήκος της βραχώδους ακτογραμμής στον αρχικό κήπο με λουλούδια και λαχανικά που χρησιμοποιούσαν οι πρώτοι φαροφύλακες».
Τα έπιπλα και τη διακόσμηση δεν είναι παρά μεταχειρισμένα από διάφορα τοπικά μέρη, ώστε να υπογραμμιστεί η τοπική πολιτιστική ιστορία και το ξενοδοχείο συνεργάζεται με επιστήμονες για την παρακολούθηση πληθυσμών αστακών και μεταναστεύσεων τόνου.
Αναλαμβάνοντας την αποστολή
Η μετατροπή των ιστορικών εξοχικών σπιτιών σε ένα κερδοφόρο ξενοδοχείο δεν ήταν εύκολη υπόθεση, σύμφωνα με το βρετανικό δημοσίευμα. Τα κτίρια είχαν στεγάσει ξενοδοχεία μικρής κλίμακας στο παρελθόν, αλλά δεν είχαν αποδειχθεί βιώσιμα και το νησί είχε περάσει από χέρι σε χέρι μέχρι που ο Γιόχανσεν είδε την ευκαιρία.
Συγκεντρώνοντας μια εκλεκτική ομάδα συνεργατών που αγαπούν τους ωκεανούς, συμπεριλαμβανομένου ενός εστιάτορα και του ιδιοκτήτη μιας εταιρείας ναύλωσης σκαφών, ξεκίνησε να δημιουργήσει κάτι διαφορετικό.
«Ρωτήσαμε τον εαυτό μας: τι είναι πολυτέλεια; Όλοι ένιωσαν ότι αυτό ήταν ένα μέρος της απάντησης: Ένα απομονωμένο νησί μακριά από τα πάντα στην άγρια φύση».
Ανοίγοντας στην αρχή της πανδημίας, το απομονωμένο ξενοδοχείο άρχισε να γίνεται γνωστό μέσα από περιοδικά σε όλο τον κόσμο, χτυπώντας του μάλιστα τη πόρτα η ομάδα των Όσκαρ 2021, που ζητούσε διαμονή!
Λίγο μετά, το ξενοδοχείο συνεργάστηκε με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Γκέτεμποργκ το 2021, το οποίο εκείνη τη χρονιά είχε θέμα τη μοναξιά και αναγκάστηκε να προβάλει τις ταινίες της σε περιορισμένους κινηματογράφους, λόγω πανδημίας.
Σε συνδυασμό με το φεστιβάλ, διεξήγαγαν έναν διαγωνισμό που προσέφερε μια εβδομάδα παραμονής στο νησί για να παρακολουθήσουν τις συμμετοχές του φεστιβάλ κινηματογράφου σε μια αίθουσα στην κορυφή του φάρου. 13.000 άτομα από 46 χώρες υπέβαλαν αίτηση, και νικήτρια αναδείχτηκε η Lisa Enroth, μια Σουηδή νοσοκόμα.
«Θέλαμε να ασχοληθούμε με τον πολιτισμό γιατί βλέπουμε τι συμβαίνει όταν το κάνουμε αυτό», είπε ο Γιόνχανσε. «Υπάρχει μια θεωρία που ονομάζεται “Πέντε στάδια της πολυτέλειας”, η οποία πηγαίνει από την κατοχή στην επιθυμία για ποιητικές εμπειρίες. Αυτή η τελευταία κατηγορία αυξάνεται – οι άνθρωποι που αναζητούν την εμπειρία το αναζητούν».
Ποιητικές λεπτομέρειες υπάρχουν παντού, από ασπρόμαυρες φωτογραφίες των αυθεντικών οικογενειών φάρων στους τοίχους μέχρι το υπαίθριο κρεβάτι στην κορυφή του βράχου, ένα εξαιρετικό σημείο παρακολούθησης του ηλιοβασιλέματος.
«Το νησί σου δίνει πολλά, απλά πρέπει να το δεις», είπε η διευθύνουσα σύμβουλος του Pater Noster, Mirjam Lilja Hagsjö. Έχει δημιουργήσει, μεταξύ άλλων, έναν διαλογισμό για όσους κολυμπούν στη θάλασσα γύρω από το νησί, ενθαρρύνοντας τους κολυμβητές να αφιερώσουν μια στιγμή για να δουν πώς κυματίζουν τα φύκια στο νερό και να βιώσουν πλήρως όλες τις αισθήσεις τους. «Μην μπαινοβγαίνεις μόνο, υπάρχει κάτι περισσότερο από αυτό» λέει η ίδια.
Αυτή η αλληλεπίδραση με τον ωκεανό είναι ένα βασικό πακέτο για όλους τους επισκέπτες του ξενοδοχείου. Μια από τις αποστολές του είναι να διασφαλίσει ότι οι επισκέπτες φεύγουν με περισσότερες γνώσεις για τον ωκεανό από ό,τι όταν φτάσουν, κάτι που εκδηλώνεται σε σωρούς από βιβλία τραπεζιών για τη θάλασσα, τη θαλάσσια ζωή και τη Σουηδία, ένα ένδοξο μονοπάτι τέχνης γύρω από το νησί που δείχνει το υποβρύχιο φωτογραφία της Christy Lee Rogers και της Zena Holloway και μια σειρά από νόστιμα μπουζάκια με φύκια ως μέρος του δείπνου με θαλασσινά τεσσάρων πιάτων των επισκεπτών.
Όταν ο καιρός ήταν καλός μπορεί κανείς να περιηγηθεί στους βραχώδεις κολπίσκους και το καταφύγιο της τοπικής φώκιας, με καγιάκ ή να ψαρέψει σκουμπρί.
Το «καλύτερο» το αφήνουμε για το τέλος: Η βραδιά με πλήρες πακέτο (μεταφορικά, δραστηριότητες και φαγητό) κοστίζει «μόνο»… 1330 ευρώ.
Μήπως είναι λίγο τσιμπημένα για μια παγωμένη βραχονησίδα κάπου στον βορρά;