Πενήντα χρόνια μετά τον θάνατό του, το φάντασμα του Πάμπλο Πικάσο συνεχίζει να στοιχειώνει δημιουργικά καλλιτέχνες σε όλο τον κόσμο. Το ερώτημα που οι ίδιοι θέτουν στον εαυτό τους αφορά άλλοτε την ακύρωσή του Πικάσο – λόγω του πλήρως τεκμηριωμένου μισογυνισμού και της σκληρότητάς του – ή τη συγχώρεσή του γνωρίζοντας ότι θα ήταν αδύνατο να ξεφύγουν από την επιρροή του. Από τον θάνατο του Πικάσο το 1973, οι σύγχρονοι καλλιτέχνες έχουν βρει κάθε είδους απαντήσεις στο δίλημμα.
Στο αφιέρωμά του το περιοδικό artnews σημειώνει ότι κάποιοι εξέτασαν την επιρροή του Πικάσο, υποδηλώνοντας ότι οι πολλές καλλιτεχνικές του καινοτομίες έδειχναν προς μια οδό πρωτοπορίας, ενώ αμφισβήτησαν τον εγωισμό και την αυτοαποκαλούμενη ιδιοφυΐα του. Ορισμένοι έχουν ερευνήσει τις πιο σκοτεινές πλευρές του καλλιτέχνη, εξετάζοντας εξονυχιστικά τη σωματική και ψυχολογική κακοποίηση των γυναικών ή τον ρόλο που έπαιξε η τέχνη του στην οικειοποίηση των αφρικανικών εικαστικών τροπαίων από δυτικούς καλλιτέχνες. Και άλλοι είδαν από το σύνολο των έργων του εκείνα που ανταποκρίνονται στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο και τον Πόλεμο της Κορέας ως τροφοδοσία πολλών πολιτικών έργων στις τελευταίες δεκαετίες.
Η χρονιά του 2023 ήταν πλήρης σε εκθέσεις που πραγματοποιήθηκαν για να σηματοδοτήσουν την 50ή επέτειο του θανάτου του Πικάσο: μία υπερπαραγωγή με έργα σε χαρτί 1.000 τεμαχίων στο Κέντρο Πομπιντού του Παρισιού, η έκθεση «Picasso 1906» στο Μουσείο Reina Sofía της Μαδρίτης, η διαβόητα κακοποιημένη έκθεση «It’s Pablo – matic: Picasso According to Hannah Gadsby» στο Μουσείο του Μπρούκλιν στη Νέα Υόρκη.
Η παραγωγή των επετειακών εκθέσεων ήταν η αφορμή για να παρουσιαστούν έργα μεταγενέστερων δημιουργών που συνομίλησαν με το έργο και την προσωπικότητα του Πικάσο. Σε αυτά περιλαμβάνονται και εκείνα δύο γυναικών που έζησαν μαζί του και θεωρούνταν απλώς ως μούσες του. Οπως το Ατιτλο (Πάμπλο Πικάσο), 1936, της Ντόρα Μάαρ σε στυλ που θυμίζει το δικό του. Και ο πίνακας «Ο Αδάμ πιέζει την Εύα να δαγκώσει ένα μήλο» (1946) της Φρανσουάζ Ζιλό. «Φυσικά ο Αδάμ στο σχέδιο μοιάζει πολύ με τον Πάμπλο Πικάσο, ο οποίος σκόπευε να κυβερνήσει τη ζωή μου σαν να ήμουν ακόμη παιδί» είχε εξηγήσει η Ζιλό.
Ο Μαουρίτσιο Κάτελαν στο δικό του Χωρίς τίτλο (Πικάσο) του 1998 σχολιάζει την ιδιαίτερη προβολή που είχε κάνει το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης στο έργο του Πικάσο πολύ πριν από τα μεγάλα μουσεία στη Γαλλία. Ο Κάτελαν είχε προσλάβει έναν ηθοποιό και τον είχε ντύσει όπως ο Πικάσο, με μπλούζα μαρινιέρα για μία σειρά περφόρμανς στο ίδιο μουσείο. Οι επισκέπτες του MoMA θα μπορούσαν να ποζάρουν με αυτόν που δεν είναι ο Πικάσο, αλλά ο οποίος κυκλοφορούσε με ένα γιγάντιο γλυπτό κεφάλι Πικάσο. Ο Κάτελαν έκανε ένα νεύμα τόσο στον ναρκισσισμό του Ισπανού όσο και στον τρόπο με τον οποίο η δημοτικότητά του στο MoMA είχε εκτιναχτεί. Κάποιο έργο του Πικάσο υπάρχει σχεδόν σε όλες τις μεγάλες πόλεις του κόσμου, από το Παρίσι μέχρι το Σάο Πάολο.
Μέχρι τη Ραμάλα
Το 2011 έφτασε μέχρι και στη Ραμάλα. Οταν ο καλλιτέχνης Khaled Hourani για το έργο του «Picasso in Palestine», μία ταινία που γύρισε μαζί με τον Rashid Masharawi, κατάφερε να μεταφέρει εκεί τον πίνακα «Buste de Femme» (1943), αξίας 7,1 εκατομμυρίων δολαρίων. Το έργο ήταν δάνειο του ολλανδικού μουσείου Van Abbemuseum προς τη Διεθνή Ακαδημία Τέχνης Παλαιστίνης στη Ραμάλα. Η συγκεκριμένη πράξη καλλιτεχνικού δανεισμού σε ένα μέρος τόσο έντονα στρατιωτικοποιημένο χρειάστηκε δύο χρόνια ώστε ο Khaled Hourani να εξασφαλίσει το ταξίδι του πίνακα και να πραγματοποιήσει το δικό του έργο.
Στην πορεία, αντιμετώπισε διλήμματα που συνήθως δεν αντιμετωπίζουν τα μουσεία – όπως το κατά πόσον οι συμφωνίες του Οσλο ισχύουν για τον δανεισμό έργων τέχνης σε ίδρυμα της Δυτικής Οχθης. Επίσης, αναρωτιόταν πώς οι κάτοικοι της Ραμάλα θα υποδέχονταν έναν πίνακα του Πικάσο, αφού κανένα έργο του διάσημου ζωγράφου δεν είχε φτάσει ποτέ εκεί. Οταν ο πίνακας παρουσιάστηκε, πλαισιωμένος από δύο ένοπλους φρουρούς, 6.000 άνθρωποι τον επισκέφθηκαν μέσα σε 24 ημέρες.
Η Sophie Calle οργάνωσε μέσα στη χρονιά του 2023 τη δική της παρέμβαση στο Μουσείο Πικάσο στο Παρίσι. Με μια έκθεση που στοχάζεται πάνω στη φανταστική μεταθανάτια ζωή του καλλιτέχνη Πικάσο ως μια φιγούρα που δεσπόζει – μερικές φορές απειλητικά – πάνω από τον κανόνα. Η φασματική παρουσία που επικαλέστηκε η Καλ αφορούσε κάποια έργα του Πικάσο, τα οποία κάλυψε με λευκό ύφασμα, σαν να ήταν έπιπλα σε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι. Γύρω τους υπήρχαν διάφορα αφιερώματα στον Πικάσο: ένας βωμός 200 αντικειμένων για την «Γκερνίκα» με έργα τέχνης ορισμένων συναδέλφων της Calle, μια σειρά από εικόνες τυφλών ως αναφορά σε μια γαλλική ένωση τυφλών που ζήτησε από τον Πικάσο να τους βοηθήσει να συγκεντρώσουν χρήματα. Η έκθεση πρότεινε ότι ο Πικάσο συνέχισε να ζει και μετά τον θάνατό του το 1973.