Στην πρώτη φάση, το σχεδιαζόμενο σύστημα φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών παρουσιάστηκε σαν ένα εργαλείο απόδοσης κοινωνικής δικαιοσύνης. Πολλά ποσοστά χρησιμοποιήθηκαν από αρμόδια κυβερνητικά χείλη για να στηριχθεί το επιχείρημα.
Ας πούμε, η κοινή γνώμη έμαθε ότι σήμερα μόλις το 4% τους δίνει το 50% των φόρων της συγκεκριμένης επαγγελματικής τάξης – ενώ με τη μεταρρύθμιση της κυβέρνησης το 12% αυτών θα συνεισφέρει στα κρατικά ταμεία το 50%. Κι όχι μόνο.
Τα έσοδα του Δημοσίου από τη φορολογία των ελεύθερων επαγγελματιών αντιστοιχούν τώρα στο 0,8% του ΑΕΠ και μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου θα φτάσουν το 1,1% με 1,2% του ΑΕΠ – όταν βέβαια ο μέσος όρος στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το ίδιο το υπουργείο Οικονομικών, είναι 2,1% του ΑΕΠ. Στη δεύτερη φάση, αφού έγιναν οι απαραίτητες «βελτιώσεις», η κυβέρνηση ενημέρωσε το φιλοθέαμον κοινό ότι η επιβάρυνση των ελεύθερων επαγγελματιών μειώνεται κατά 54 εκατ. ευρώ, από 606 που είχε αποφασίσει αρχικά σε 552.